Μητροπολίτης Ναυπάκτου: Ο όρος Εκκλησία

  • Dogma
Εκκλησία

Κατατέθηκε στα Πρακτικά της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Στα κείμενα τα οποία έχουμε υπ’ όψιν μας και επί των οποίων θα γίνη συζήτηση κεντρικό σημείο είναι ο όρος Εκκλησία που συνδέεται με το τι είναι Εκκλησία και ποιοί προσδιορίζονται ως μέλη της.

1. Η διάκριση των όρων

Ο όρος Εκκλησία είναι πολυσήμαντος. Προέρχεται από το ρήμα εκκαλέω-ω, που δηλώνει την συνάθροιση ανθρώπων.
Στα κείμενα της Αγίας Γραφής, των Πατέρων της Εκκλησίας και διαφόρων κοινωνιολόγων συναντάνται πολλές φορές ο όρος Εκκλησία. Θα δούμε μερικές τέτοιες περιπτώσεις.
Από πλευράς κοινωνιολογικής Εκκλησία είναι η συνάθροιση ανθρώπων για να συζητήσουν θέματα που απασχολούν την κοινωνία. Γνωστή είναι η Εκκλησία του Δήμου στην αρχαία Αθήνα. Με την άποψη αυτή υπάρχει και η έκφραση «εκκλησία πονηρευομένων» (Ψαλμ. 25).
Από πλευράς θρησκευτικής, Εκκλησία είναι η συνάντηση ανθρώπων για να υμνήσουν και να δοξάσουν τον Θεό ή να εκδηλώσουν το θρησκευτικό τους συναίσθημα. Με αυτήν την έννοια γίνεται λόγος για Εκκλησία της Παλαιάς Διαθήκης, για Εκκλησία αιρετικών, ακόμη και για συνάθροιση ανθρώπων για να υμνήσουν τον διάβολο, και έτσι ονομάζεται σατανική εκκλησία.
Από πλευράς θεολογικής Εκκλησίαείναι το Σώμα του Χριστού, το οποίο προσέλαβε ο Χριστός από την Παναγία και το θέωσε. Σε αυτό το Σώμα εντάχθηκαν οι Απόστολοι και οι μετέπειτα Χριστιανοί, μετά την Πεντηκοστή.

Ο Απόστολος Παύλος γράφει: «Εκκλησία Θεού ζώντος, στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α΄ Τιμ. γ΄ 15). Η Εκκλησία είναι του ζωντανού Θεού και αυτή είναι ο στύλος και το εδραίωμα της αληθείας.

2. Η Εκκλησία με ακρίβεια και οικονομία

Σε εκκλησιαστικά κείμενα μπορεί κανείς να συναντήση τον όρο Εκκλησία και με ακρίβεια και με οικονομία.
Με ακρίβεια η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού, ο Χριστός είναι η κεφαλή της Εκκλησίας, οι βεβαπτισμένοι και οι βεβαιόπιστοι είναι μέλη της Εκκλησίας και ταυτόχρονα μέλη του Σώματος του Χριστού. Συγχρόνως η Εκκλησία χαρακτηρίζεται από τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και «κοινωνία θεώσεως», που σημαίνει ότι όσοι μετέχουν του Σώματος του Χριστού και είναι μέλη της Εkκλησίας, μετέχουν κατά διαφόρους βαθμούς της θεώσεως.
Με την προοπτική αυτή η Σύνοδος της Καρχηδόνος στην οποία προήδρευσε ο άγιος Κυπριανός, γράφει ότι στους αιρετικούς δεν υπάρχει Εκκλησία: «Παρά δε τοις αιρετικοίς, όπου Εκκλησία ουκ έστιν…». Επίσης, με αυτήν την προοπτική συντάσσονται οι Κανόνες 7ος της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου και 95ος της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, όπου γίνεται λόγος για Αρειανούς, Μακεδονιανούς, Ναυατιανούς, Νεστοριανούς, Ευτυχιανούς, Σεβηριανούς, τους οποίους ονομάζουν με αυτό το ιδιαίτερο όνομα και δεν κάνουν λόγο για Εκκλησία των Αρειανών, των Μακεδονιανών κλπ.
Με αυτό το νόημα πρέπει να δη κανείς την διδασκαλία του Μεγάλου Βασιλείου στον 1ο Κανόνα: «Οι δε της Εκκλησίας αποστάντες, ουκ έτι έσχον την χάριν του Αγίου Πνεύματος εφ’ εαυτούς• επέλιπε γαρ η μετάδοσις το διακοπήναι την ακολουθίαν». Και επίσης έτσι ερμηνεύεται και ο λόγος του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά: «Οι της του Χριστού Εκκλησίας της αληθείας εισι και οι μη της αληθείας όντες, ουδέ της του Χριστού Εκκλησίας εστίν».

Επίσης πρέπει να υπενθυμίσω ότι ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς σε επιστολή του προς τον Διονύσιο Μοναχό, κάνει λόγο για τα τρία γένη αθείας. Ως δεύτερο γένος αθείας εννοείται «η πολυσχεδής δη και πολύμορφος απάτη των αιρετικών». Αυτό πρέπει να το δούμε μέσα στην προοπτική των ιερών Κανόνων, οι οποίοι προσδιορίζουν εκείνους που έχουν διαφορετική άποψη από την δογματική αλήθεια της Εκλησίας και τους χαρακτηρίζουν ως αιρετικούς.
Νομίζω ότι κανένας Ορθόδοξος Κληρικός, και μάλιστα ευρισκόμενος σε Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, προκειμένου να συντονισθή με την όλη Παράδοση της Εκκλησίας δεν μπορεί να παραθεωρήση την ορθόδοξη διδασκαλία που διατυπώθηκε από πολλούς Πατέρες και από Συνόδους ότι το Filioque, δηλαδή η εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού όπως και το actus purus είναι αιρέσεις που διαλύουν όλο το ορθόδοξο οικοδόμημα. Όταν για παράδειγμα στην δυτική θεολογία γίνεται λόγος για το ότι ο Θεός επικοινωνεί με την κτίση και τον άνθρωπο με κτιστές ενέργειες, τότε αμφισβητείται τελείως το έγκυρο και το υποστατό των Μυστηρίων
Με οικονομία ο όρος Εκκλησία ανευρίσκεται σε μερικά κείμενα Πατέρων και συγγραφέων και έτσι χαρακτηρίζονται οι αιρετικοί. Σε πολλές τέτοιες περιπτώσεις, αν κανείς προσέξη, θα δη ότι με τον όρο Εκκλησία εννοούνται οι συναθροίσεις ή και οι Ναοί στους οποίους γίνονται οι συναθροίσεις.
Για παράδειγμα, ο άγιος Νεκτάριος κάνει λόγο για «δυτική Εκκλησία». Αυτό όμως πρέπει να το δούμε αφ’ ενός ότι έτσι που είχε επικρατήσει την εποχή εκείνη που έγραφε ο άγιος Νεκτάριος να λέγωνται οι Ρωμαιοκαθολικοί, αφ’ ετέρου δε ότι αυτό πρέπει να ενταχθή μέσα στην όλη διδασκαλία του αγίου Νεκταρίου.
Συγκεκριμένα, ο άγιος Νεκτάριος, όπως φαίνεται στα κείμενά του, είχε σαφή αντίληψη ότι η Εκκλησία είναι η Μία, Αγία, Καθολική, Αποστολική Εκκλησία, και ομιλούσε για «ετεροδόξους Εκκλησίας». Η λέξη ετερόδοξος φανερώνει την αίρεση και επομένως αυτό έχει ιδιαίτερη βαρύτητα από πλευράς θεολογίας.

Όμως, δεν πρέπει κανείς να παραβλέπη ότι ο άγιος Νεκτάριος, ιδιαιτέρως στο βιβλίο του «Μελέτη ιστορική περί των αιτίων του Σχίσματος» θεωρεί τους Πάπες ως τους «κακούς δαίμονες» της Ανατολικής Εκκλησίας.
Συγκεκριμένα γράφει:
«Τι προς ταύτα να είπη τις; Να κλαύση ή να μυκτηρίση τας τοιαύτας των Παπών της δύσεως αξιώσεις; Φρονώ ότι δέον να κλαύση, διότι πολλά το ελληνικόν έθνος έχυσε δάκρυα διά τους τοιούτους Πάπας, οίτινες εγένοντο οι κακοί δαίμονες της ανατολικής Εκκλησίας και του ελληνικού έθνους». Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέψη κανείς ότι ο άγιος Νεκτάριος κάνει λόγο για τις αιρέσεις του δυτικού Χριστιανισμού, καθώς επίσης ονομάζει την Σύνοδο επί Μεγάλου Φωτίου ως Η΄ Οικουμενική Σύνοδο.
Επομένως, όποιος επικαλείται την άποψη του αγίου Νεκταρίου για τον όρο «ετερόδοξες Εκκλησίες» δεν πρέπει να παραβλέπη την όλη διδασκαλία του αγίου Νεκταρίου για την Ορθοδοξία και την αίρεση.
Έχοντες υπ’ όψιν τον κατ’ ακρίβειαν και κατ’ οικονομίαν όρο Εκκλησία, πρέπει να γίνη κατανοητό ότι υφίσταται διαφορά μεταξύ καθημερινών συζητήσεων ή γραπτών κειμένων και επιστολών μεταξύ των Ορθοδόξων Εκκλησιών και των λοιπών Χριστιανών, και των αποφάσεων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Δηλαδή, μπορεί στην καθημερινή γλώσσα και την επικοινωνία που έχουμε με άλλους Χριστιανούς να χρησιμοποιήται ο όρος Εκκλησία κατ’ οικονομίαν για τους ετεροδόξους, όμως όταν πρόκειται να εκδοθή Συνοδική Πράξις με βαρύτατο θεολογικό περιεχόμενο, τότε πρέπει να χρησιμοποιήται η ακρίβεια. Δεν είναι κατανοητό σε δογματικά κείμενα να υπάρχη έκπτωση από την ορθόδοξη αυτοσυνειδησία.

Αυτό πρέπει να γίνη και στο κείμενο το οποίο επεξεργαζόμαστε με τίτλο «Η Ορθόδοξη Εκκλησία και ο λοιπός Χριστιανικός κόσμος». Ήδη ο τίτλος αυτός είναι ακριβέστατος θεολογικά και δογματικά, οπότε και το περιεχόμενό του πρέπει να είναι ακριβέστατο, δηλαδή δεν μπορεί να υπάρχη αναντιστοιχία μεταξύ τίτλου και περιεχομένου ενός κειμένου.
Επίσης, με τον όρο «λοιπός Χριστιανικός κόσμος» δεν εννοούνται μόνον οι δυτικοί Χριστιανοί, αλλά και οι ανατολικοί Χριστιανοί, όπως οι Προχαλκηδόνιοι, οι Νεστοριανοί, και οι Μονοθελήτες.
Επομένως, θα πρέπει να γίνη αποδεκτή η πρόταση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος να γίνη λόγος αφ’ ενός μεν για Ορθόδοξη Εκκλησία, αφ’ ετέρου δε για Χριστιανικές Ομολογίες και Κοινότητες.

TOP NEWS