Dogma

Άγιον Όρος: Τι ήταν ο Άθως πριν γίνει μοναστηριακό άβατο

Δεν ήταν πάντα Άγιον, ήταν όμως διαχρονικά Όρος, ένας τόπος άγριος, απόκοσμος, αφιλόξενος, με απόκρημνες ακτές και γη γεμάτη βράχια.

Το δυστοπικό τοπίο της αθωνικής χερσονήσου γνώρισε από πρώτο χέρι ο περσικός στόλος του Δαρείου που με αρχηγό τον Μαρδόνιο έπλεε προς το εσωτερικό του ελλαδικού χώρου το 493 π.Χ. Μια μεγάλη κακοκαιρία τσάκισε τα πλοία των Περσών στις αθωνικές ακτές και δέκα χρόνια μετά ο Ξέρξης, που επανέλαβε την εκστρατεία, προκειμένου να αποφύγει την καταστροφή διάνοιξε διώρυγα, κοντά στα σημερινά Νέα Ρόδα.

Στο μέρος αυτό βασίλευε πάντα η ησυχία. Γι΄αυτό και το επέλεξαν οι πρώτοι μοναχοί ήδη από τον 4ο μ.Χ. αιώνα, αλλά κι αργότερα το 866 μ.Χ. όταν χτίστηκε το πρώτο μοναστικό κέντρο, η Μεγάλη Βίγλα. Το 958 μ.Χ. ο Αθανάσιος Αθωνίτης έφτασε εκεί και με την υποστήριξη του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά ίδρυσε την Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας -το σημαντικότερο από τα 20 μοναστήρια που υπάρχουν σήμερα- κι έτσι το Όρος έγινε η χώρα της μοναστικής ζωής.

Ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης αναφέρουν την αθωνική χερσόνησο ως Ακτή και οι πηγές κάνουν λόγο για τουλάχιστον πέντε αρχαίες πόλεις: Δίον, Ολόφυξος, Ακρόθωοι, Κλεωναί και Θύσσος. Οι αρχαιολογικές έρευνες -σωστικές ανασκαφές μόνο- έχουν δώσει μικρές πληροφορίες του απώτερου παρελθόντος για τον επιπλέον λόγο ότι η σειρά απαρίθμησης των παραπάνω πόλεων δεν ταυτίζεται πάντα από τους συγγραφείς.

«Στο Άγιον Όρος δεν έχουν γίνει συστηματικές ανασκαφές. Κι αυτό  κυρίως λόγω του Αυτοδιοίκητου και του ειδικού νομικού καθεστώτος, που δυσκολεύει την έρευνα, επειδή οι μοναχοί θέλουν ησυχία και ακολουθούν τους δικούς τους ρυθμούς. Επιπλέον είναι ένας τόπος αφιερωμένος στην Παναγία και αυτό δημιουργεί μια τύπου «αντιπαλότητα» με την αρχαιότητα», εξηγεί στη Voria.gr, ο αρχαιολόγος, Ιωακείμ Παπάγγελος, το όνομα του οποίου είναι συνώνυμο με τις ανασκαφές στο Περιβόλι της Παναγίας, αφού εκεί  βρισκόταν ανελλιπώς από το 1973 ως και την πρόσφατη συνταξιοδότησή του.

«Η ανεύρεση σπαραγμάτων, όπως οικοδομικά κατάλοιπα, κεραμική, επιγραφές, αντικείμενα μεταλλοτεχνίας, οδηγεί στο συμπέρασμα πως στην αρχαιότητα υπήρχαν πόλεις, με ενεργό πληθυσμό, που άκμασαν κυρίως στα παράλια και λιγότερο στο εσωτερικό που είναι άγριο και αφιλόξενο», προσθέτει ο κ. Παπάγγελος.

Ξεκινώντας από τα βόρεια, το Δίον, ταυτίστηκε με ένα ασφαλές λιμάνι στον Ακάνθιο κόλπο (κόλπος της Ιερισσού), όπου υπάρχουν αναφορές για αρχαιότητες ήδη από τον 11ο αιώνα. Στην περιοχή, κοντά στο ακρωτήριο Αράπης, διακρίνονται ως σήμερα θεμέλια και όστρακα κεραμικής των κλασικών χρόνων.

Στην παραλία της Μονής Χιλανδαρίου, στον απόκρημνο και βραχώδη λόφο, γνωστό ως «Μικρή Σαμάρεια» είναι ορατά σε μεγάλη έκταση θεμέλια κτισμάτων, ενώ στην αμμώδη ακτή ανάμεσα στον χιλανδαρινό αρσανά και στο Μονύδριο του Αγίου Βασιλείου οι φουρτούνες έχουν αποκαλύψει τάφους και αγγεία της Εποχής του Σιδήρου, με πλούσιο υλικό να έρχεται στο φως μετά από μεγάλη καταιγίδα το 2003. Για τους αρχαιολόγους η πόλη της Σαμάρειας, με λιμάνι στον αρσανά της Μονής Χιλανδαρίου πρέπει να είναι η Ολόφυξος και είναι ενδεικτικό πως μνεία των «Ολοφυξίων» γίνεται σε επιγραφή που βρέθηκε σε σαρκοφάγο της παρακείμενης Μονής Εσφιγμένου.

Στην άκρη της αθωνικής χερσονήσου βρισκόταν η πόλη Ακρόθωοι, αλλά τα ευρήματα είναι ελάχιστα και η εκτίμηση είναι πως για την ανέγερση του τεράστιου μοναστηριού της Μεγίστης Λαύρας, χρησιμοποιήθηκε όλο το έτοιμο οικοδομικό υλικό.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η περιοχή της Σκήτης της Αγίας Άννης, όπου βρισκόταν η αρχαία αθωνική μονή με το περίεργο όνομα «των Βουλευτηρίων». Πολλές μαρτυρίες αναφέρουν την ύπαρξη κιόνων και άλλων αρχιτεκτονικών μελών στην κοίτη του χειμάρρου πάνω από τον αρσανά της Σκήτης. Ποια αρχαία πόλη ήταν εκεί; Με ποιο όνομα και ποιους κατοίκους; Οι αρχαιολόγοι, Ιωακείμ Παπάγγελος και Στέφανος Παλιομπέης, στην εργασία τους με τίτλο «Προϊστορικές Αρχαιότητες στον Άθω», αναφέρουν πως «δύσκολα θα μπορούσε να επιβιώσει πόλη σε αυτόν τον κακοτράχαλο τόπο». Και το μυστήριο παραμένει.

Η θάλασσα ξεβράζει χάλκινα κράνη Περσών πολεμιστών

Από τον θαλάσσιο χώρο της Σκήτης Αγίας Άννης προέρχεται ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον εύρημα. Το 1999 οι αδελφοί, Άγγελος και Γιώργος Σακαλής που είχαν βγει για ψάρεμα, μάζεψαν στα δίχτυα τους, από βάθος 110 μέτρων, δύο χάλκινα κράνη, τα οποία και παρέδωσαν στην αρχαιολογική υπηρεσία. Η μελέτης τους έδειξε ότι ανήκουν στον τύπο του κορινθιακού κράνους της αρχαϊκής εποχής, χρονολογήθηκαν στο β΄ μισό του 6ου π.Χ. αιώνα και σύμφωνα με τον κ. Παπάγγελο, «παρότι θα μπορούσαν να ανήκουν σε οποιοδήποτε ναυάγιο, δεν αποκλείεται να προέρχονται από εκείνο της καταστροφής του περσικού στόλου το 492 π.Χ. Είναι μια δελεαστική υπόθεση εργασίας».

Συνεχίζοντας το οδοιπορικό στις αρχαίες πόλεις του Αγίου Όρους, αναζητείται η Κλεωναί, για την οποία υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία. Δεν έχουν βρεθεί οικοδομικά κατάλοιπα, παρά μόνο λίγα εντοιχισμένα αρχαία γλυπτά και σπαράγματα επιγραφών. Πιθανόν να ήταν στη θέση της Μονής Ξηροποτάμου ή ίσως πιο κοντά προς τη γειτονική Δάφνη.

Ο πιο σημαντικός αρχαιολογικός χώρος του Αγίου Όρους είναι στην πλαγιά της Μονής Κωνσταμονίτου (ή Κασταμονίτου), όπου υπάρχει ο μεγάλος ελαιώνας του μοναστηριού. Στην κορυφή του λόφου διακρίνονται τα θεμέλια της οχύρωσης της ακρόπολης και στην πλαγιά κατάλοιπα κατοικιών, ενώ έχει βρεθεί κεραμική αρχαϊκής και κλασικής εποχής, καθώς και υπολείμματα μεταλλουργικών εργασιών. Εκτιμάται με μεγάλη βεβαιότητα ότι ο χώρος ταυτίζεται με την αρχαία Θύσσο.

 

Στη Μονή Βατοπεδίου η σημαντικότερη συλλογή αρχαιοτήτων

Σε πολλές άλλες μονές έχουν βρεθεί αρχαιολογικά κατάλοιπα ή υπάρχουν μαρτυρίες που αναφέρουν την ύπαρξη οικισμών ή μεμονωμένων οικιών. Για τη Μονή του Κλήμεντος στην παραθαλάσσια κοιλάδα της Μονής Ιβήρων η αγιορείτικη παράδοση αναφέρει την ύπαρξη ιερού του Ποσειδώνα και άλλες πληροφορίες κάνουν λόγο για αγάλματα που βρέθηκαν στην υπερκείμενη Ιβηρίτικη Σκήτη του Προδρόμου. Αλλά και για την περιοχή της Μονής Αγίου Παύλου υπάρχουν αναφορές για την ύπαρξη αξιόλογου αρχαίου οικισμού.

Την επιβίωση ενός οικισμού μαρτυρά και μεγάλος αριθμός κινητών ευρημάτων, καθώς και τμήματα τοιχοποιίας κατοικιών, αλλά και ένας μεταλλουργικός κλίβανος από την περιοχή Καλιάγρα, στην παραλία μεταξύ των Μονών Σταυρονικήτα και Ιβήρων. Από εκεί προέρχεται και ο μεγαλύτερος αριθμός των αντικειμένων της συλλογή της Αθωνιάδας Σχολής.

Η πλουσιότερη συλλογή αρχαιοτήτων του Αγίου Όρους είναι αυτή της Μονής Βατοπεδίου. Μεγάλος είναι ο αριθμός των εντοιχισμένων αρχαιοτήτων και παρότι δεν έχουν βρεθεί κατάλοιπα κτηρίων οι αρχαιολόγοι υποθέτουν ότι εκεί βρισκόταν μια αρχαία πόλη και μετά την εγκατάλειψή της το οικοδομικό υλικό χρησιμοποιήθηκε για την ανέγερση του μοναστηριού.

Στη βόρεια πτέρυγα της Μονής, στο νέο σκευοφυλάκιο, οι μοναχοί της Βατοπεδίου έχουν διαμορφώσει έναν ειδικό χώρο, όπου εκθέτουν τις προϊστορικές αρχαιότητες που έχουν βρεθεί στην περιοχή τους.

Σε αυτόν περιλαμβάνονται δεκάδες νομίσματα, από τους αρχαϊκούς μέχρι τους υστερορωμαϊκούς χρόνους, αγαλματίδια, αναθηματικά ανάγλυφα, αγγεία, δύο μαρμάρινες ενεπίγραφες σαρκοφάγοι.

Οι επιγραφές μιλούν για την προϊστορία του Αγίου Όρους

Πολύτιμες πληροφορίες για την ιστορία και την προϊστορία του Αγίου Όρους δίνει το πλήθος των επιγραφών, ακέραιων ή τμημάτων τους, που έχουν βρεθεί είτε τυχαία είτε στη διάρκεια ανασκαφών.

Μελετώντας 23 από αυτές ο διδάκτορας Επιγραφικής, Δημήτρης Θεοχάρης, παρουσίασε τα αποτελέσματα της έρευνάς του στο πρόσφατο 6ο Διεθνές Επιστημονικό Εργαστήριο της Αγιορείτικης Εστίας.

Ο κ. Θεοχάρης «διάβασε» 23 επιγραφές από 10 μονές που χρονολογούνται από τους αρχαϊκούς ως τους αυτοκρατορικούς χρόνους (3ος μ.Χ. αιώνας).

«Οι περισσότερες είναι επιτύμβιες, ενώ υπάρχουν ψηφίσματα και αναθηματικές πλάκες. Το υλικό διέσωσαν με περισσή φροντίδα οι μοναχοί και τα όσα αναγράφουν δίνουν πληροφορίες για την εποχή τους», δήλωσε στη Voria.gr ο κ. Θεοχάρης.

Ξεχωρίζουν μία επιγραφή του 200 μ.Χ. στην οποία ο Γερμανός εκτοξεύει απειλή προς όποιον ανοίξει τάφο στο σημείο θα πληρώσει πρόστιμο, αλλά και μία άλλη των αρχών του 2ου π.Χ. αιώνα με το όνομα του Ασκληπιόδωρου.

* Ο χάρτης και οι φωτογραφίες με τις αρχαιότητες προέρχονται από την εργασία των Ι. Παπάγγελου και Στ. Παλιομπέη, που έχει δημοσιευτεί με τίτλο «Προχριστιανικές αρχαιότητες στον Άθω», στην έκδοση του ΚΕΔΑΚ «Άγιον Όρος και Προχριστιανική Αρχαιότητα»