Dogma

Πόσο άπιστος ήταν ο άπιστος Θωμάς;

Ο Θωμάς ήταν όπως είναι γνωστό ένας από τους δώδεκα μαθητές του Κυρίου, που μετά την Ανάληψη σκορπίσθηκαν σ’ όλη την οικουμένη, για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο της σωτηρίας.

Όλοι οι απόστολοι με κόπους και δυσκολίες έφεραν το φώς της αλήθειας στους σκλάβους της αμαρτίας ανθρώπους. Ο Θωμάς είναι εκείνος, που με τον δισταγμό του ολοκλήρωσε την πίστη των άλλων Αποστόλων και την έκανε βεβαιώτερη. Από τότε κανένας Ιουδαίος ή ειδωλολάτρης δεν μπορούσε να πεί οτι ο Κύριος δεν αναστήθηκε. Διότι ο Θωμάς ήταν ο ακριβέστερος μάρτυρας της Αναστάσεως αφού τόλμησε να ψηλαφήσει το Αναστάντα Χριστό.

Ο Θωμάς ήταν Ιουδαίος, γιός φτωχών γονέων, πιστός στο Μωσαϊκό Νόμο, με αγνό βίο. Ήταν ψαράς στο επάγγελμα. Όταν τον κάλεσε ο Χριστός δεν ανέβαλε, αλλά τον ακολούθησε με χαρά. Ήταν μαθητής πρόθυμος, υπηρέτης πιστός. Αγάπησε πολύ τον Κύριο, κι όταν οι Ιουδαίοι ήθελαν να θανατώσουν το Σωτήρα, ο Θωμάς έλεγε στους άλλους μαθητές:
» Ας πάμε κι εμείς να πεθάνουμε μαζί Του. Είναι καλύτερα να σταυρωθούμε με το Δεσπότη, παρά να ζούμε χωρίς Αυτόν».

Όταν μετά την Ανάσταση του, ο Κύριος παρουσιάσθηκε στους μαθητές στο ανώγειο χωρίς να ανοίξει τις πόρτες, ο Θωμάς δεν ήταν εκεί. Όταν ήλθε και του είπαν οι άλλοι, οτι είδαν τον Κύριο εκείνος δεν πίστεψε. Έλεγε, οτι θα πιστέψει μόνο αν ψηλαφήσει τον Αναστάντα.
– Τι λές Θωμά; Αν απιστεί ο μαθητής πως να πιστέψει ο Ιουδαίος; Αν δεν παραδέχεται την Ανάσταση ο Απόστολος, πως να την παραδεχτούν οι Έλληνες; Δεν θυμάσαι τα θαύματα; λεπροί καθαρίζονται, παράλυτοι σηκώνωνται, τυφλοί βλέπουν, νεκροί αναστένονται και σε μένεις στην απιστία; Ας απιστεί ο Καϊάφας, ας συκοφαντεί ο Ιουδαίος· αλλά ο ένας από τους δώδεκα Αποστόλους να δυσπιστεί για την Ανάσταση;

Αυτά και άλλα τέτοια θα έλεγαν οι Αποστόλοι στο Θωμά. » Και μετά από οκτώ ημέρες ήσαν εντός οι Μαθητές αυτού, και ο Θωμάς μαζί τους· έρχεται ο Ιησούς, ενώ οι θύρες ήταν κλειστές, και στάθηκε στο μέσο τους και είπε:
– Ειρήνη σ’ εσας.

Έπειτα λέγει στον Θωμά:
– Φέρε το δάκτυλο σου εδώ, και δες τα χέρια μου και την πλευρά μου και μην γίνεσαι άπιστος, αλλά πιστός.

Και απεκρίθηκε ο Θωμάς και είπεν σ’ Αυτόν
– Εσύ είσαι ο Κύριος μου και Θεός μου.

Λέγει σ’ αυτόν ο Ιησούς:
– Επειδή με είδες και πίστευσες; Μακάριοι αυτοί που δεν θα με δουν και θα πιστεύσουν. (Ιωάν. 20,26)

2. Αποστολή στα έθνη

Ύστερα από την Ανάληψη του Κυρίου, την ημέρα της Πεντηκοστής, έλαβε κι αυτός μαζί με τους άλλους την χάρη του Παναγίου Πνεύματος και το πρόσταγμα:
– Αφού πορευθείτε σε όλο τον κόσμο κηρύξτε το Ευαγγέλιο σ’ όλη τη Κτίση. (Μαρκ. 16,15)

Κάθε απόστολος κληρώθηκε να πάει σε ορισμένη χώρα της Οικουμένης. Ο Θωμάς κληρώθηκε να πάει στους Πάρθους, Πέρσες, Μήδους και Ινδούς. Οι Ινδοί ήταν οι πιό ωμοί και βάρβαροι τότε άνθρωποι.

Βλέποντας ο Θωμάς οτι έπρεπε να πάει σε τέτοιο άγριο έθνος στεναχωρήθηκε. Ενώ σκεφτόταν τι να κάνει, εμφανίζεται σ’ αυτόν μιά νύχτα ο Κύριος και του λέει:
– Μη φοβάσαι Θωμά, αλλά πήγαινε στις Ινδίες, κήρυξε το Ευαγγέλιο κι η χάρις μου θα είναι μαζί σου.

Εκείνες τις μέρες έτυχε να είναι στα Ιεροσόλυμα κάποιος έμπορος από μιά πόλη της Ινδίας, Αμβανής στο όνομα. Αυτόν είχε στείλει ο βασιλιάς Γουνδιαφόρος για να βρει κτίστη επιδέξιο επειδή ήθελε να οικοδομήσει ανάκτορο.

3. Δούλος Χριστού

Ο Κύριος γνωρίζοντας, τι επρόκειτο να κάμει ο Θωμάς στην Ινδία, φάνηκε σαν άνθρωπος μιά μέρα στην αγορά και λέει στον Αμβάνη:
– Θέλεις ν’ αγοράσεις ένα αιχμάλωτο, κτίστη, που έχω;

– Ναι, του αποκρίθηκε ο Αμβανής.

Τότε έδειξε το Θωμά και συμφώνησαν την αγορά για τρείς λίτρες αργυρίου. Έγραψε δε ο Ιησούς στο απαραίτητο χαρτί:
» Εγώ Ιησούς ο Υιός Ιωσήφ, του τέκτονος, επώλησα σε εσένα τον Αμβάνη, τον δούλο μου Θωμά».

Ο αγωραστής ρώτησε τον Θωμά αν ήταν αιχμάλωτος του Ιησού. Ο Θωμάς απάντησε:
– Ναι, αυτός είναι ο Κύριος μου, που μ’ αγόρασε με μεγάλη τιμή.
Ακολούθησε λοιπόν, ο Θωμάς τον Αμβάνη και τον υπηρετούσε σαν δούλος. Την άλλη νύχτα φάνηκε πάλι ο Κύριος σε όραμα και του δίνει τα αργύρια, που πήρε λέγοντας:
– Πάρε την αξία της αγοράς σου και τη χάρη μου.

Την άλλη μέρα έφυγε ο έμπορος με το Θωμά για την Ινδία. Μετά από πολυήμερο ταξίδι έφθασε στην Ανδράπολη που είχε μεγάλο πανηγύρι εκείνη την μέρα, γιατί ο ηγέμονας πάντρευε την κόρη του. Οι κήρυκες καλούσαν όλους στους γάμους. Πήγαν κι ο Αμβάνης με το Θωμά. Ενώ όλοι έτρωγαν από τα φαγητά, μόνο ο Θωμάς δεν έτρωγε, αλλά καθόταν σκεφτικός προσέχοντας τον εαυτό του.

4. Τιμωρία του υπηρέτη

Βλέποντας τον Θωμά ένας από τους υπηρέτες, τον κτύπησε στο πρόσωπο λέγοντας:

– Αφού είσαι καλεσμένος σε γάμο πρέπει να χαίρεσαι και να γιορτάζεις.

Ο Απόστολος του αποκρίθηκε:

– Το σφάλμα σου μακάρι να στο συγχωρήσει ο Κύριος στον μέλλοντα αιώνα. Το χέρι σου θα το κατασπαράξουν τα θηρία στον παρόντα αιώνα, για να σωφρονισθούν και να παραδειγματισθούν κι άλλοι.

Πράγματικά, καθώς εκείνος ο υπηρέτης πήγε να φέρει νερό, τον καταξέσχισε ένα θηρίο, που παραμόνευε ( ήταν κοντά ) στο πηγάδι και έτσι ο υπηρέτης πέθανε. Το χέρι του το πήρε ένας σκύλλος και το έφερε στο συμπόσιο. Οι καλεσμένοι που το είδαν απορούσαν ποιού ήταν το χέρι. Τότε μιά Εβραία, που έπαιζε στον γάμο, είπε:

– Φοβερό μυστήριο έγινε σήμερα ανάμεσα μας. Ακούστε όλοι, διότι σήμερα ο Θεός ή Απόστολος του Θεού καταδέχτηκε να καθίσει μαζί μας. Γιατί εγώ ενώ έπαιζα, άκουσα ένα άνθρωπο πατριώτη μου να λέει στα εβραϊκά σ’ ένα υπηρέτη που τον κτύπησε:
» Το χέρι σου θα το κατασπαράξουν τα θηρία για να σωφρονισθούν οι άλλοι». Και να ο λόγος του έγινε πραγματικότητα.