Dogma

Άγιος Νεκτάριος – Περί Κατακρίσεως, Λοιδορίας, Καταλαλιάς, Συκοφαντίας

Ο Άγιος Νεκτάριος για τα πάθη της ψυχής

Κατάκριση σημαίνει να κρίνεις και να καταδικάζεις κάποιον για ένα αμάρτημα.

Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει ότι «τίποτα δεν είναι τόσο ευχάριστο για τους ανθρώπους, όσο το να κατακρίνουν τις πράξεις των άλλων». Και ο Χρυσόστομος λέει ότι «με την κατάκριση ανατράπηκαν και βυθίστηκαν ψυχές». Ο Απόστολος Παύλος διδάσκει σε όλους ότι αυτός που κατακρίνει δεν μπορεί να απολογηθεί. Διότι για το κρίμα που κατακρίνει τον άλλον, κατακρίνει τον εαυτό του. Γιατί τα ίδια κάνει και αυτός που κρίνει. Και συ άνθρωπε που κρίνεις αυτούς που κάνουν τέτοιες πράξεις και κάνεις αυτά, νομίζεις ότι θα γλυτώσεις την κρίση του Θεού; Ο καθένας κουβαλάει το δικό του φορτίο.

Για αυτό και ο Χρυσόστομος παραινεί λέγοντας: «ας μη γινόμαστε λοιπόν πικροί δικαστές των άλλων, για να μη ζητηθούν και από μας ευθύνες. Γιατί έχουμε αμαρτήματα μεγαλύτερα από κάθε συγγνώμη. Επομένως, καλύτερα να ελεούμε εκείνους που έκαναν ασυγχώρητα αμαρτήματα, για να εξασφαλίσουμε κι εμείς οι ίδιοι από πριν για τον εαυτό μας τέτοιο έλεος. Κι όμως, όσο κι αν φιλοτιμηθούμε, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να προσφέρουμε τέτοια φιλανθρωπία, την οποία χρειαζόμαστε εμείς από τον φιλάνθρωπο Θεό…γιατί όποιος μιλάει με φροντίδα και ακρίβεια για τον συνάνθρωπό του, πολύ περισσότερο θα έχει τον Θεό να κάνει το ίδιο για αυτόν. Ας μη μιλάμε λοιπόν ο ένας εναντίον του άλλου.

Και ο Κύριος μας δίνει εντολές λέγοντας: «Μην κρίνετε για να μην κριθείτε. Για το κρίμα που κρίνετε θα κριθείτε και με το μέτρο που μετράτε θα μετρηθείτε. Τι βλέπεις το ξυλαράκι στο μάτι του αδελφού σου, ενώ το δοκάρι στο δικό σου μάτι δεν το καταλαβαίνεις;»

Περί λοιδορίας.

Λοιδορία είναι η κακολογία, η ύβρη, η καταλαλιά.

Ο λοίδορος είναι μοχθηρός, επιρρεπής στο να κατηγορεί και στις ύβρεις. Έχει ακάθαρτη καρδιά. Το πνεύμα του είναι διεστραμμένο και η ψυχή του μοχθηρή. Το στόμα του είναι διεστραμμένο, η γλώσσα του πονηρή, τα χείλη του βέβηλα, οι λόγοι του άδικοι. Γίνεται πικρός δικαστής του αδελφού του, τον κατακρίνει χωρίς απολογία, ανηλεής και αδυσώπητος του επιτίθεται και του απαγγέλει την καταδίκη του. Ο λοίδορος καθόλου δεν διαφέρει από τον δολοφόνο, διότι ο μεν αφαιρεί την ζωή, ενώ ο δε την τιμή, δηλαδή το βάθρο πάνω στο οποίο στηρίζεται η ζωή.

Περί καταλαλιάς και καταλάλου.

Καταλαλιά είναι η κατηγόρια, η κακολογία. Κατάλαλος είναι αυτός που κακολογεί και κατηγορεί τον πλησίον του. Ο Μέγας Βασίλειος λέει «καταλαλιά είναι να μιλάς  εναντίον ενός αδελφού που δεν είναι παρών, με σκοπό να τον συκοφαντήσεις, ακόμα και αν είναι αλήθεια αυτό που λες».

Ο Ιάκωβος ο αδελφόθεος συμβουλεύει λέγοντας: «Αδελφοί, μην καταλαλείτε ο ένας εναντίον του άλλου. Αυτός που καταλαλεί εναντίον του αδελφού του, ή κρίνει τον αδελφό του, καταλαλεί ενάντια στον νόμο, κρίνει τον νόμο. Αν όμως κρίνεις τον νόμο, δεν τηρείς τον νόμο, αλλά είσαι κριτής του. Ένα είναι ο νομοθέτης που μπορεί να σώσει και να καταστρέψει. Εσύ ποιος είσαι, που κρίνεις τον άλλον»; Ο κατάλαλος με την καταλαλιά τρώει τις σάρκες των αδελφών του (Πατερικόν). Ο Μέγας Βασίλειος θεωρεί άξιους αφορισμού τον κατάλαλο και αυτόν που τον ακούει, λέγοντας «αν κάποιος βρεθεί να καταλαλεί εναντίον κάποιου ή να ακούει κάποιον να καταλαλεί και να μην τον επιτιμά, να αφορίζεται μαζί του».

Ο κατάλαλος αφαιρεί την τιμή του ανθρώπου, όπως ο φονιάς την ζωή. Και οι δυο είναι εξίσου ανθρωποκτόνοι.

Περί συκοφαντίας και συκοφάντη.

Συκοφαντία είναι η ψεύτικη κατηγορία. Συκοφάντης είναι ο ψεύτης. Και κάποιος σοφός λέει «κανέναν άλλον να μη θεωρείς ψεύτη, παρά τον συκοφάντη. Γιατί μεταξύ ψεύδους και συκοφαντίας δεν υπάρχει καμία διαφορά». Συκοφάντη οι παλιότεροι και οι τωρινοί ονομάζουν τον διαβολέα και τον προσαγωγέα.

Είναι βέβαιο ότι ο διάβολος έχει εφεύρει την συκοφαντία. Δηλητήριο σκορπιού η γλώσσα του συκοφάντη. Δεν παρατάει το έργο του ο συκοφάντης, όταν επιπλέον αντιληφθεί ότι και οι άρχοντες επιθυμούν τη συκοφαντία. Μηχανεύεται ψέματα και διαβάλλει με κάθε τρόπο. Ο Κύριος θα εξολοθρεύσει όλα τα πονηρά χείλη. Η γλώσσα του συκοφάντη μισεί την αλήθεια. Η συκοφαντία γκρέμισε νέους και γέροντες, άρχοντες και δυνάστες. Ο συκοφάντης χαίρεται πολύ περισσότερο, όσο με τις πράξεις του γίνεται δημοφιλής.

Απόσπασμα από το βιβλίο: Αγίου Νεκταρίου, «Το Γνώθι Σαυτόν», Εκδόσεις Άθως