Dogma

Η δυναμική του μοναχισμού

Γεμάτο το Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας από οσίους, δηλαδή μοναχούς αγίους. Μαζί με τους μάρτυρες είναι το πολυανθρωπότερο τμήμα του Ουρανού.

Δεσπόζει στη θριαμβεύουσα Εκκλησία το τάγμα των μοναχών. Και εξακολουθεί να πυκνώνεται, σε αντίθεση με άλλες κατηγορίες αγίων που έχουν κλείσει πια, όπως των προφητών. Ποια τρανότερη απόδειξη χρειάζεται για την «αποτελεσματικότητα» και «αποδοτικότητα» της μοναχικής φιλοσοφίας;

Ακριβώς η μοναχική πολιτεία έχει στρατολογήσει τις επίλεκτες μονάδες του Παμβασιλιά Χριστού. Είναι μοναδική και με τις δυό έννοιες, δηλαδή τη βίωση κατά μόνας, ξεχωριστά από τον κόσμο αφ’ ενός, και όμως την εξοχότερη και ασυναγώνιστη ζωή αφ’ ετέρου.

Ο Χρυσόστομος έχει αφιερώσει έναν ολόκληρο λόγο (Σύγκρισις βασιλικής δυναστείας… προς μοναχόν) αντιπαραθέτοντας στον μοναχό τον πιο ζηλευτό πάνω στη γη άνθρωπο, τον βασιλιά. Φθάνει δε σε παράδοξο και απρόσμενο συμπέρασμα – ωστόσο πραγματικό εκατό τοις εκατό (1,2 κ.έ.).

Λέει ότι ο βασιλιάς που κυβερνάει κατά το δοκούν χωριά και χώρες, αν δεν κυβερνάει τα ένστικτα και τον ψυχισμό του είναι στην ουσία σκλάβος της αμαρτίας. Το αντίθετο συμβαίνει με τον φιλόσοφο, ταπεινό, ισορροπημένο μοναχό, που κυριαρχεί στον εαυτό του. Αυτός είναι βασιλιάς και αυτοκράτορας – δηλαδή έχει κράτος και ισχύ πάνω στον εαυτό του.

Ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος επεκτείνεται και σε υπερφυσικές σφαίρες. «Αυτός που αισθάνθηκε τις αμαρτίες του είναι καλύτερος από εκείνον που δια της προσευχής του ανασταίνει νεκρούς»! (Ασκητικά Λόγος 34 Περί μετανοιών… σελ. 153)

Ο Ναζιανζηνός Γρηγόριος στον επιτάφιο τού φιλτάτου του Μεγάλου Βασιλείου (§ 28) αποφαίνεται αντίστοιχα ότι οι μοναχοί αποδεικνύονται σοφότεροι από τους λαϊκούς, γιατί ξεμάκρυναν από τον κόσμο και δόθηκαν στον Θεό. Ζουν με τη «μνήμη του Θεού», τη «μνήμη της αιωνιότητας», τη «μνήμη του θανάτου». Έχουν αντιληφθεί το ψεύδος και τη ματαιότητα της παρούσας ζωής, που για τους πολλούς, τον όχλο, είναι το άπαν. Αν και μόνο σκιά και όνειρο απατηλό και φευγαλέο, όλοι τρέχουν ξωπίσω της.

Δεν είναι ωστόσο όνειρο η μέλλουσα ζωή. Έχουν εμπειρίες της κατά καιρούς οι μοναχοί· και ξετρελλαίνονται: «Αν, Θεέ μου, μου δίνεις εδώ γεύσεις της, μικροζαχαρωτά και “γλειφιτσούρια”, τι έχει να γίνει τότε, στην πληρότητά της, στα ουράνια ζαχαροπλαστεία; “Ω βάθος πλούτου” [Ρωμ. 11.33], που μας επιφυλάσσεις»!

Ο μοναχός έξω στην έρημο με τη διαυγή ατμόσφαιρα, και μακριά από την πολυκοσμία, έξω από την αχλύ των ρύπων και των καυσαερίων, υλικών και κυρίως πνευματικών, ασχολείται απερίσπαστος και με καθαρό όμμα με τον έσω άνθρωπό του και με τον Θεό του. «Γιατί [ονομάζεται] μοναχός; Επειδή μόνος προς τον Θεό νύχτα και μέρα μιλάει» (Μ. Γεροντικό Πανοράματος Α’ σελ. 60).

Ανοιχτός ο ορίζοντάς του, χωρίς καταχνιές και θαμπά ημίφωτα – αιτίες αμαρτιών, αιτίες διολισθήσεως του νου και της καρδιάς του σε μέριμνες ανάξιές τους. Απαλλαγμένος από την καθημερινότητα της ζάλης που προξενούν τα αθύρματα, τα «μπιχλιμπίδια» και τα φωτάκια του εντυπωσιασμού, αντικρύζει το μοναδικό του φως.

Κατά τον αρχιεπίσκοπο Καισαρείας Βασίλειο νους που δεν σκοτίζεται έξω ούτε διαχέεται από τα αισθητήρια στον κόσμο, επανέρχεται μεν στον εαυτό του, δια δε του εαυτού του ανεβαίνει προς την έννοια του Θεού. Και περιλαμπόμενος και ελλαμπόμενος από εκείνο το κάλλος, ξεχνάει και αυτή τη φύση (στο Ηθικοί λόγοι 24 εκλεχθέντες δια Συμεών Μαγίστρου Θ’ 2).

Είπε κάποιος ανώνυμος αββάς του Γεροντικού ότι όταν ένα κυνηγετικό σκυλί δει τον λαγό, ορμάει και τον κυνηγάει. Τα άλλα σκυλιά βλέποντάς το τρέχουν και τούτα μαζί του. Κάποτε όμως σταματούν και επιστρέφουν, ενώ το σκυλί που είδε τον λαγό συνεχίζει βέβαιο με αμείωτη ταχύτητα και τον προλαβαίνει αψηφώντας τις κακοτοπιές και τα αγκάθια στον δρόμο του – είχε δει τον λαγό! (Μέγα Γεροντικό Πανοράματος Β’ σελ. 388)

Ο μοναχός έχει δει τον λαγό, ή προσφορότερα «το αρνίον το εσφαγμένον» (Αποκ. 5.12), και τρέχει πίσω Του «όπου αν υπάγει» (Αποκ. 14.4) – «θα ζητήσω αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου», έλεγε αλληγορικά η νύφη του Άσματος (3.2). Τρέχει έστω και αν ματώνει από τα κεντριά τού αγώνα κατά της αμαρτίας. Αργά ή γρήγορα θα επιτύχει, θα νικήσει. Κυνηγώντας τον Θεό βλέπει εκεί στην ήσυχη έρημο οξυδερκέστερα τα εμπόδια που υψώνει ο διάβολος στον δρόμο της θεώσεως. Βλέπει τα χάη και τα «χάλια» του και τα προσφέρει στον Θεό. Αδέσμευτος από όλα τα φρούδα και μάταια κρατάει τη «νήψη», την εγρήγορση, ώστε συλλαμβάνει και τα λεπτότερα τεχνάσματα του εχθρού. Ψάχνει και σκοτώνει τα θηρία που φωλιάζουν σε κρύπτες απόκρυφες στα μύχια του.

Χρειάσθηκε να περάσουν μακροί αιώνες ώσπου η Ψυχολογία να μιλήσει για «βάθος» και για υποσυνείδητο – πεδία έρευνας του διαχρονικού μοναχισμού ανέκαθεν. Λοιπόν οι μοναχοί κατακτούν την καθαρότητα και το αμόλυντο της σάρκας καθώς και την ολοκληρία της ψυχής. Αγιάζονται ώστε να είναι έτοιμοι, αν ο Θεός δώσει, για την έλλαμψη του θεϊκού ακτίστου φωτός τής Μεταμορφώσεως. Η ζωή τους κατατείνει στο να είναι ύμνος Θεού, αγγελική, «ωσάν ελαία κατάκαρπη, στον οίκο του Θεού» (Ψαλμ. 51.10), στα ιερά καθιδρύματα που έχουν σαν αρχηγό της οικογένειας κατ’ ευθείαν τον Πανάγαθο.

Φέρονται προς την τελειότητα κατά την εντολή του λατρευτού τους: «Εσεσθε ουν υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειός εστιν» (Ματθ. 5.48). Να το όραμα και η δυναμική του μοναχισμού!

Στο κοινόβιο η αγάπη βιώνεται εμφανέστατα, και εξωτερικά και εσωτερικά. Η μοναστική συνοδία είναι η μόνη συνέχεια της ευλογημένης αδελφοσύνης της αρχέγονης Εκκλησίας, που του πλήθους των μελών της «ην η καρδία και η ψυχή μια, και … ην αυτοίς άπαντα κοινά» (Πρ. 4.32). Το κοινόβιο κρατάει όχι μόνο τις «αγάπες», τα κοινά γεύματα των πρώτων πιστών (Ιούδα 12), αλλά και τα πάντα· και τα κρατάει γνήσια και απαραχάρακτα, ό,τι δεν είχε κατορθωθεί τότε (Α’ Κορ. 11.20-22, 33-34· Ιούδα 12), γι’ αυτό και εξέλιπαν. Εδώ κανείς δεν έχει κάτι δικό του, όλα ανήκουν σε όλους. Από τον ηγούμενο έως τον τελευταίο δόκιμο, το ίδιο φαγητό στην ίδια τράπεζα, η ίδια ενδυμασία, το ίδιο ταμείο, η ίδια άδολη αγάπη.

Αποδοκιμάζεται το λεγόμενο «χάσμα των γενεών», αποδοκιμάζεται ο εθνικισμός, αποδοκιμάζεται κάθε διασπαστική ιδιαιτερότητα. Οι πάντες ζουν στην αγάπη, ζουν ο ένας για τον άλλο και όλοι για τον Χριστό, όποιας ηλικίας και αν είναι, όποιας φυλής, όποιας τάξεως και όποιας μορφώσεως. Μια ψυχή σε πολλά σώματα· ο κοινωνισμός στην κυριολεξία του και σε μορφή που εγγίζει το ιδεώδες, το θείο! Ο μοναχισμός συνιστά προτύπωση και ανταύγεια της ουράνιας πολιτείας του Θεού, κάρφος στα μάτια και έλεγχος της υλόφρονης και σαρκολατρικής και ατομικιστικής εποχής μας.

Να γιατί από τα μοναστήρια επεστράτευε παλιά η Εκκλησία τους επισκόπους της. Οι ευσεβείς τα είχαν πρότυπο. Σπούδαζαν να εφαρμόζουν και αυτοί κατά το δυνατό το «Τυπικό» τους, τους κανόνες της λατρείας τους, τις νηστείας τους και τα πνευματικά τους γενικότερα. Τα μοναστήρια ήσαν – και δόξα τω Θεώ ξαναγίνονται – οι φάροι και οδοδείκτες της ευλαβείας. Εκεί που ακτινοβόλησαν ή και ακτινοβολούν μοναστήρια καλά, οι περιοχές βρίσκονται σε υψηλό επίπεδο.

 

Ιερομόναχος Ιουστίνος