Dogma

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ: Η Γέννηση του Χριστού ήταν μια πράξη υπακοής

(Ματθ. 1.1-25) Κυριακή πρό τῆς Χριστοῦ γεννήσεως σή­μερα, ἀδελ­φοί μου, καί ἡ Ἐκ­κλη­σία μᾶς παρουσιάζει τήν ἱστο­ρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους μέ δύο τρόπους.

Ἀφενός μᾶς τήν πα­ρου­σιάζει μέσα ἀπό τό ἀποστο­λι­κό ἀνάγνωσμα, στό ὁποῖο ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος ἐξι­στο­ρεῖ τήν ἱστορία τῆς πί­στεως ὅλων ἐκεί­νων τῶν ἁγίων ἀνδρῶν καί γυναι­κῶν πού ἔζησαν πρίν ἀπό τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ μέ τήν πί­στη στίς ὑποσχέσεις καί τίς ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ. Καί ἀφετέρου μᾶς τήν πα­ρου­σιά­ζει μέσα ἀπό τήν ἀτε­­­λείωτη ἁλυσίδα τῶν ἀν­­­θρώ­πων πού ἔζησαν στή γῆ ἀπό τόν Ἀβραάμ μέχρι τόν Χριστό· τῶν ἀν­θρώ­πων πού, ἄν καί πολλές φορές ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τόν Θεό, δέν ἔπαυσαν ποτέ νά ἀναμένουν τόν Μεσσία, αὐ­τόν πού ἐπρόκειτο νά τούς λυτρώσει ἀπό τά δεσμά πού τούς κατέτρυχαν· δέν ἔπαυ­σαν ποτέ νά ἀκοῦν καί νά διαβά­ζουν τίς προφητεῖες μέ­­σω τῶν ὁποίων ὁ Θεός προανήγγελε τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους διά τῆς ἐλεύσεως τοῦ Σωτῆρος.

Καί οἱ ἐλπίδες καί ἡ πίστη καί οἱ προφητεῖες πραγ­μα­το­ποιήθηκαν στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος, ὅταν ἔφθασε τό πλήρωμα τοῦ χρό­νου, ἦλθε ὁ ἴδιος στή γῆ, γιά νά λυτρώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά τόν ἀνυψώσει καί πάλι ἐκεῖ ἀπό ὅπου ἐξέ­πεσε.
«Τοῦτο δέ ὅλον γέγονε ἵνα πληρωθῇ τό ρηθέν ὑπό τοῦ Κυρίου διά τοῦ προ­φή­του λέγοντος· ἰδού ἡ παρ­θέ­νος ἐν γαστρί ἕξει καί τέ­ξεται υἱόν, καί καλέσουσιν τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανου­ήλ, ὅ ἐστιν μεθερμηνευό­με­νον μεθ᾽ ἡμῶν ὁ Θεός».
Μέ αὐτή τή φράση ὑπο­μνηματίζει ὁ εὐαγγελιστής Μα­τ­θαῖος τά γεγο­νότα πού θά ἑορτάσουμε αὔριο.
Ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ δέν ἦταν ἕνα τυχαῖο γε­γο­νός, ἀλλά ἡ ἐπιβε­βαίω­ση τῶν προφητειῶν, δηλαδή ἡ πραγματοποίηση τοῦ μα­κρο­­­χρονίου σχεδίου τοῦ Θε­­οῦ γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Ὑπηρέτες στό θεῖο σχέδιο οἱ προφῆτες, πού ἐξήγγει­λαν στούς ἀνθρώ­πους καί τούς προετοίμασαν γιά νά δεχθοῦν τήν ἔλευση τοῦ Κυ­­ρίου. Ὑπηρέτες στό ἴδιο σχέδιο καί οἱ ἅγιοι προπάτορες, ὁ Ἰω­α­κείμ καί ἡ Ἄννα, πού ἐμπιστεύθηκαν τήν τρί­χρο­νη θυγα­τέρα τους Μαριάμ, καρπό πολ­λῶν προσευχῶν καί πολλῶν δακρύων, στόν ναό τοῦ Θεοῦ, γιά νά μένει ἐκεῖ, στά Ἅ­για τῶν Ἁγίων, καί νά προετοιμάζεται γιά τή μεγάλη ἀποστολή πού ἐπρόκειτο νά ἀναλάβει.
Ἡ δική της, ἄλλωστε, πρό­­θυμη συγ­κατάθεση νά διακονήσει τό μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας καί ἡ ἄμεση ἀπο­δο­χή τοῦ θελή­ματος τοῦ Χριστοῦ πού ἐκ­φρά­σθηκε μέ τήν ἀπάντησή της στό μή­νυμα τοῦ ἀγ­γέ­λου, «ἰδού ἡ δούλη Κυ­ρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου», ἀποτέλεσε τήν ἀφε­τη­ρία γιά τήν πραγμα­το­ποίηση τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι ἡ Παναγία ἀξι­ώ­­θηκε νά συλλάβει ἐν γαστρί αὐ­τόν πού προανήγ­γει­λαν οἱ προφῆτες, «ἵνα πλη­ρωθῇ τό ρηθέν ὑπό τοῦ Κυρίου», ὅπως ἀκού­σαμε στή σημε­ρινή εὐαγγελική περι­κο­πή, ἀξιώθηκε νά γίνει ἡ Μη­τέρα τοῦ Θε­οῦ, ἀξιώθηκε νά ζήσει τήν ἐπίγεια ζωή της στήν ὑπακοή τοῦ θε­λή­ματος τοῦ Θεοῦ.
Στήν ἁγιασμένη ἁλυσίδα τῆς ὑπακοῆς προστίθεται ἄλ­λη μία πράξη ὑπα­κοῆς, αὐ­τή τοῦ μνήστορος Ἰω­σήφ. Ὁ Ἰωσήφ ὑπα­κούει στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί μνη­στεύεται τήν ταπεινή κό­­ρη τῆς Βηθλεέμ· ὑπα­κού­ει στήν ἀγγε­λική ἐντο­λή καί δια­βε­βαίωση ὅτι «τό ἐν αὐτῇ γεννηθέν ἐκ πνεύ­μα­τος ἐστιν ἁγίου» καί ἀνα­λαμβάνει τήν προ­στα­σία τῆς Θεο­τό­κου.
Ἀσφαλῶς ὅμως τή με­γα­λύτερη πράξη ὑπακοῆς τήν προσφέρει στή σω­τη­ρία τοῦ ἀν­θρώπου ὁ ἴδιος ὁ Χρι­στός. Ὑπακούει στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἀναλαμβάνει μέ τήν ἐνανθρώπισή του καί μέ τή θυσία του νά σώ­σει τόν ἄνθρωπο. Μέχρι τέ­τοιου ση­μείου ἔφθασε ἡ ὑπακοή τοῦ Χριστοῦ γιά χά­ρη τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε «ἑαυτόν ἐκέ­νω­σε μορφήν δούλου λαβών» καί «ἐγέ­νε­­το ὑπήκοος μέχρι θανά­του, θανάτου δέ σταυροῦ».
Ἡ ὑπακοή τοῦ Χριστοῦ δέν πε­ριορί­σθη­κε μόνο στήν ὑπα­κοή του στόν Θεό, ἀλλά ἐπε­κτάθηκε καί στήν ὑπακοή του στήν Πα­ναγία Μητέρα του καί τόν προ­στά­τη της Ἰωσήφ, στούς ὁποίους «ἦν ὑποτασ­σό­με­νος».
Μέ τήν ὑπακοή, λοιπόν, ἀδελφοί μου, ὅλων ὅσων διακόνησαν τό σχέ­διο τοῦ Θε­οῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀν­θρώπου ἀκυ­ρώ­θηκαν οἱ ὀδυνηρές συνέ­πειες τῆς πα­ρα­κοῆς, καί ὁ ἄνθρωπος ἀξι­ώθηκε καί πάλι νά γίνει μέ­τοχος καί κληρονόμος τῆς βα­σι­λείας τοῦ Θεοῦ, ὑπό μία βεβαίως προ­ϋ­πό­θεση. Καί ἡ προϋπόθεση αὐτή δέν εἶ­ναι ἄλλη ἀπό τό νά οἰκειοποιηθεῖ τή σω­τη­ρία καί τή λύτρωση πού προ­σέφερε στό ἀν­θρώπινο γένος ἡ ἐναν­θρώ­πιση τοῦ Χρι­στοῦ διά τῆς ὑπακοῆς. Ἡ ὑπακοή στό θέ­λη­μα καί τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ μό­νη ὁδός τῆς σωτηρίας. Αὐτή περιμένει ἀπό ὅλους μας ὁ Χριστός, τή γέννηση τοῦ ὁποίου θά ἑορτάσουμε αὔριο· καί τήν πε­ρι­μένει ὄχι γιατί τήν ἔχει ἀνά­γκη ὁ ἴδιος ὡς ἐπιβε­βαίωση τῆς Θεότητός του, ἀλλά γιατί τήν ἔχουμε ἀνάγκη ἐμεῖς.
Ἄν συνηθίσουμε νά ἐμπι­στευόμαστε καί νά ὑπα­κούουμε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά ἐπιδιώ­κου­με νά τό ἀντιπαραθέ­του­με στίς δικές ἐγωι­στι­κές ἀπό­ψεις, τότε καί ἡ ἐπίγεια ζωή μας θά εἶναι ἀπαλ­λαγ­μένη ἀπό ἄσκοπες καί ἀνώ­φελες φρον­τίδες καί μέρι­μνες καί τόν προορισμό τῆς ζωῆς μας θά ἐπιτύχουμε πού δέν εἶναι ἄλ­λος ἀπό τή σωτηρία μας.
Προσκυνώντας αὔριο στή φάτνη τόν νηπιάσαντα δι’ ἡμᾶς Χριστό, ἀντί ἄλλων δώρων ἄς σπεύσουμε, ἀδελ­φοί μου, νά τοῦ προσ­φέρουμε τό πο­λυ­τι­μότερο, τήν ὑπακοή μας, καί νά εἴμα­στε βέβαιοι ὅτι καί Ἐκεῖ­νος θά μᾶς ἀντα­πο­δώσει στό πολλαπλάσιο τήν προσφορά μας μέ τή χάρη του.

Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων