Dogma

Τα ξεχασμένα ονόματα

Είναι αλήθεια πως κάθε εφημέριος γίνεται δέκτης πολλών και ποικίλων βιωμάτων, τα οποία αναδύοτναι σε στιγμέςπου δεν τις περιμένεις. Είναι θα μπορούσε να πει κανείς, φιλέματα θείας ευλογίας, που τα στέλνει ο Θεός να καταρτίσουν, παραμυθήσουν και χαρίσουν στην ψυχή εμπειρίες μοναδικές και αλάνθαστες. 

Εμπειρίες που στη συνέχεια γίνονται πυξίδες πορείας προς τον Ουρανό. Και είναι τέτοια η συγκίνηση που καταλαμβάνει τον κάθε ιερέα – δέκτη αυτώ των αγιασμένων δωρεάν που πραγματικά συνταράσσουνν το είναι,.

Γιατὶ ὄντως εἶναι συγκλονιστικό, ὅταν στὸ πίσω μέρος τῆς Πρόθεσης βρεθοῦν παλιὰ ὀνόματα ζωντων καὶ κεκοιμημένων, τὰ ὁποῖα ξεχάστηκαν ἐκεῖ, ἀφοῦ προηγουμένως μνημονεύτηκαν-ἀλήθεια, πρὶν ἀπὸ πόσο καιρό;- καὶ βγῆκε γιὰ τὸ καθένα ἡ μερίδα του στὸ Ἱ. Δισκάριο.

Ὅμως τὸ μέγα μάθημα καὶ ἡ ἔκπληξη ποὺ παρέχουν στὸν ἐφημέριο αὐτὰ τὰ λησμονημένα ὀνόματα εἶναι ἡ ἐμβίωση ἀπὸ μέρους του τοῦ προσκαίρου τῆς παρούσης ζωῆς. Γιατί, καθὼς τὰ παρατηρεῖ παρατηρεῖ πὼς κάποια ὀνόματα ποὺ εἶναι γραμμένα στὰ ζῶντα, τώρα πιά, καὶ μετὰ τὴν ἀναχώρησή τους γιὰ τὸν κόσμο τὸν ἀληθινό, τὸν κόσμο τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν Ἁγίων, τώρα πρέπει νὰ σβυστοῦν ἀπὸ ἐκεῖ καὶ νὰ γραφοῦν στὰ κεκοιμημένα. Αὐτὴ ἡ «μετάθεση» ἴσως νὰ φαίνεται κάτι τὸ ἁπλὸ καὶ σύνηθες, ὅμως μέσα της κρύβει ἕνα ἐκρηκτικὸ περιεχόμενο, ἐπειδὴ ἐμφανίζει τὶς  δύο ὄψεις  τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως: τὴν πεπερασμένη καὶ αἰώνιο.

Γιατὶ ἡ πεπερασμένη ἀντιστοιχεῖ μὲ τὴν ἐπίγειο διαδρομὴ καὶ θητεία τοῦ καθενὸς μας κι ἡ αἰώνια μὲ τὸν θεῖο του προορισμό, ὥστε «μετὰ τῶν ἁγίων» νὰ συγκαταλεγεῖ.  Καὶ τὸ κυριώτερο, οἱ δύο αὐτὲς διαδρομὲς ἐμφανίζουν καὶ τὸ σταυρώσιμο χαρακτήρα  τοῦ ἀνθρώπινου βίου. Βίου,  ποὺ ἔχει δύο διαστάσεις: Τὴ φυσική, ποὺ εἶναι ἡ κίνηση τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὸν χρόνο, ἀπὸ τὴ γέννησή του δηλαδή, ἴσαμε τὸ τέλος του, τὴν κοίμησή του καὶ τὴ μεταφυσική, αὐτὴ δηλαδή, ποὺ φανερώνεται ὡς τομὴ μέσα στὸ χρόνο καὶ τὴν ἱστορία,  μὲ τὴ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεό.

Μιὰ δὲ  ἀπὸ τὶς κορυφαῖες στιγμὲς αὐτῆς τῆς συνάντησης εἶναι κι ἐκείνη τῆς μνημόνευσης τοῦ ὀνόματος τοῦ κάθε πιστοῦ κατὰ τὴν ὥρα τῆς ἱ. Προσκομιδῆς. Γιατὶ ἐκεῖνο τὸ ταπεινὸ ψιχίο ποὺ κατατίθεται πάνω στὸ ἱ. Δισκάριο καὶ ἀντιπροσωπεύει ἕνα ὄνομα, θὰ ἐμβαπτιστεῖ στὴ συνέχεια στὸ Ἅγιο Ποτήριο, ὅπου ὑπάρχει τὸ ζωηρὸ καὶ πανακήρατο Αἷμα τοῦ Κυρίου, τὸ Αἷμα δηλαδή, μὲ τὸ ὁποῖο «περιποιήσατο τὴν Ἐκκλησίαν» Του ( Πρξ. 20, 28). Τὴν Ἐκκλησία τῆς ὁποίας ἀναπόσπαστο μέλλος εἶναι ὁ κάθε πιστός, ἀφοῦ Σῶμα Χριστοῦ τυγχάνει. (βλ. Α΄ Κορ. 12,27 ἑξ. ).

Πολλὰ καὶ ποικίλα, λοιπόν, τὰ ὅσα διδάσκουν τὰ ξεχασμένα ὀνόματα, τὰ ὁποῖα ἡ Χάρη Του  ξαφνικὰ παρουσιάζει «πρὸς καταρτισμόν»( Ἐφ. 4, 12) , ἀλλὰ καὶ νουθεσίαν. Γιατὶ καὶ ἀπὸ  κάτι τέτοιες μικρές, ἀσήμαντες καὶ ταπεινὲς λεπτομέρειες πολλὰ ὠφελεῖται ὁ κάθένας μας, πόσο μᾶλλον ὁ κάθε ποιμένας.

π. Κωνσταντίνου Καλλιανού