Dogma

Αρχιερατική θεία Λειτουργία στον Ι. Ν Αγ, Ειρήνης Χρυσοβαλάντου στη Μελίκη

Την Κυριακή 4 Οκτωβρίου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο Λόγο στον Ιερό Ναό Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου στην Αγία τριάδα Μελίκης.

Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του τόνισε:

«Καί ἔσται ὁ μισθός ὑμῶν πολύς, καί ἔσεσθε υἱοί ὑψίστου».

Ἕναν κανόνα γιά τήν καθημε­ρι­νή μας ζωή καί τή συμπεριφορά μας πρός τούς συνανθρώπους μας ἀκούσαμε στό σημερινό εὐαγγε­λι­κό ἀνάγνωσμα. Ἕναν κανόνα πού δέν μᾶς ὁρίζει κάποιος ἄνθρωπος ἀλλά ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς. Ἕναν κανόνα πού ἔχει μεγάλο ἀντί­κρισμα καί σπουδαία ἀνταμοι­βή. Καλούμεθα νά τόν ἐφαρμό­σουμε στή γῆ, ἀλλά ὁ μισθός τῆς ἐφαρμογῆς του θά μᾶς ἀποδοθεῖ στόν οὐρανό. Καλούμεθα νά τόν ἐφαρμόσουμε γιά λίγα χρόνια, ὅσο διαρκεῖ αὐτή ἡ ζωή μας, ὅμως ἡ ἀμοιβή μας θά εἶναι αἰώνια.

Ποιός εἶναι ὅμως αὐτός ὁ κανό­νας πού μᾶς δίδει ὁ Χριστός; Δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τήν ἐφαμογή τῆς ἀγάπης στίς σχέσεις μας μέ τούς ἀνθρώπους. Δέν εἶναι ἄλλος, παρά τό νά κάνουμε πράξη στή ζωή μας τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον.

Δέν μᾶς ζητᾶ τίποτε ὑπερβολικό, δέν μᾶς ζητᾶ τίποτε παράλογο. Μᾶς ζητᾶ νά κάνουμε αὐτό τό ὁποῖο θέλουμε νά κάνουν καί σέ μᾶς οἱ ἄλλοι. «Καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καί ὑμεῖς ποιεῖ­τε αὐτοῖς ὁμοίως». Ὅπως θέλετε, λέγει, νά σᾶς φέρονται οἱ ἄνθρωποι, νά φέρεσθε καί ἐσεῖς σέ αὐτούς.

Τί πιό ἁπλό, τί πιό φυσικό; Καί ὅμως ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τόν «παλαιό» ἄνθρωπο πού ἔχουμε μέσα μας, μέ τόν ἐγωιστή, τόν σκλη­ρό, αὐτόν πού θέλει νά ἀντα­ποδώσει αὐτό πού τοῦ ἔκαμε ὁ συνάνθρωπός του.

Δέν σκεφτόμεθα τί θέλουμε νά μᾶς κάνουν, ἀλλά τί μᾶς κάνουν, καί αὐτό ἀνταποδίδουμε, γιά νά μήν φανοῦμε ἀδύναμοι, γιά νά μήν φανοῦμε ἀφελεῖς, γιά νά μήν μᾶς θεωρήσουν παθητικούς ἀπο­δέ­κτες τῆς κακίας καί τῆς ἀδικίας, καί συνεχίσουν οἱ συνάνθρωποί μας νά μᾶς φέρονται ἄσχημα καί ἄδικα. Ἔτσι νομίζουμε.

Ἄς σκεφθοῦμε γιά λίγο τή συμ­πε­ριφορά μας; Τί κερδίζουμε μέ αὐτήν; Τί κερδίζουμε ἀνταποδί­δο­ντας ἐγωιστικά κακό ἀντί τοῦ κακοῦ καί στήν ἀδικία προσφέροντας ἀδικία, δικαιολογώ­ντας μάλιστα συχνά τόν ἑαυτό μας μέ τή σκέψη ὅτι δῆθεν δέν ἀρχί­σαμε ἐμεῖς τό κακό;

Μέ τή συμπεριφορά μας αὐτή τό κακό διαιωνίζεται, γιατί ὁ καθέ­νας τό ἀνταποδίδει καί δέν σταμα­τᾶ ποτέ καί φθείρει τή ζωή μας καί αὐξάνει τόν ἐγωισμό μας καί σκληραίνει τήν ψυχή μας καί μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τόν Θεό.

Γιατί πῶς μποροῦμε νά εἴμαστε κοντά στόν Θεό τῆς ἀγάπης, ὅταν ἐμεῖς ἐκφράζουμε μέ τή συμπε­ρι­φορά μας τήν κακία μας καί τόν ἐγωι­σμό μας; Πῶς μποροῦμε νά ἀντα­ποδίδουμε κακό στούς συνανθρώ­πους μας, ὅταν λέμε ὅτι πιστεύ­ουμε στόν Θεό ὁ ὁποῖος εἶναι ἀγάπη καί χαρίζει σέ ὅλους τήν ἀγά­πη, χαρίζει τά ἀγαθά του, χωρίς νά κάνει διακρίσεις σέ καλούς καί κακούς;

Ὁ Χριστός δέν μᾶς ζητᾶ κάτι πα­ράλογο. Μᾶς ζητᾶ μόνο νά ἔρθου­με στή θέση τοῦ συνανθρώπου μας, τοῦ ἀδελφοῦ μας, καί νά σκεφθοῦμε πῶς θά θέλαμε νά φερθοῦν οἱ ἄλλοι σέ μᾶς. Μᾶς τό ζητᾶ, γιατί γνωρίζει ὅτι αὐτός εἶναι ὁ πιό εὔκολος τρόπος νά φθά­σουμε στήν ἀγάπη καί ἀκόμη γιατί γνωρίζει ὅτι εἶναι ὁ μόνος τρόπος γιά νά σταματήσει ἡ κακία καί ἡ ἀδικία στόν κόσμο καί νά ἐπικρατήσει καί ἡ εἰρήνη καί ἡ ἀγάπη.

Ἄν, λοιπόν, ἐπιθυμοῦμε καί ἐμεῖς νά συμβάλλουμε στήν ἐπικράτησή της, ἄς ἀκολουθήσουμε αὐτόν τόν χρυσό κανόνα πού μᾶς προτείνει σήμερα ὁ Χριστός. Ἄς προσπαθή­σουμε νά παραμερίσουμε τόν ἐγωι­σμό μας, τά πάθη μας, καί νά κάνουμε πράξη τήν ἀγάπη στήν καθημε­ρι­νή μας ἀναστροφή καί στήν καθη­με­­ρι­νή μας σχέση μέ τούς ἀνθρώ­πους. Ἄς προσπαθήσουμε νά ἐφαρ­μόσουμε τόν κανόνα τοῦ Χρι­στοῦ, πού δέν μᾶς ζητᾶ νά θυσια­σθοῦμε γιά τούς ἀνθρώπους, ὅπως ἔκανε Ἐκεῖνος γιά μᾶς, ἕνας ἀναμάρτητος Θεός, ἀλλά νά κάνουμε μόνο αὐτό πού θά θέλαμε νά μᾶς κάνουν καί ἐκεῖνοι.

Ἄς σκεφθοῦμε πόσο εὔκολο καί ἀσφαλές εἶναι αὐτό καί ἄς σκε­φθοῦμε ἀκόμη ὅτι ὁ Χριστός μᾶς τό ζητᾶ προσφέροντάς μας συγ­χρό­νως καί τή μεγαλύτερη ἀμοιβή πού μπορεῖ νά ἐπιθυμήσει κανείς. Μᾶς προσφέρει «μισθόν πολύν», ἀλλά καί τήν τιμή νά εἴμεθα «υἱοί ὑψίστου», γιατί ἡ ἀγάπη πού θά δείξουμε πρός τούς ἀδελφούς μας μᾶς καθιστᾶ τέκνα τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης ἀλλά καί μᾶς ἑνώνει μέ τόν Θεό, διότι αὐτός πού μένει «ἐν τῇ ἀγά­πῃ», μένει «ἐν τῷ Θεῷ» καί ὁ Θεός «ἐν αὐτῷ», σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν εὐαγγελιστή, τόν μαθητή τῆς ἀγάπης.

Καί ἄν κάνουμε τόσα πράγματα στή ζωή μας, παραβιάζοντας κά­ποιες φορές ἀκόμη καί τίς ἀρχές καί τή συνείδησή μας, προκειμέ­νου νά ἱκανοποιήσουμε κάποιους ἀνθρώπους καί νά ἀποκομίσουμε ἕνα μικρό καί πρόσκαιρο κέρδος, ἤ προκειμένου νά ἱκανοποιήσουμε τά συμφέροντά μας, δέν ἀξίζει πολύ περισσότερο νά προσπα­θή­σου­με νά ἀκολουθήσουμε τόν χρυ­σό αὐτόν κανόνα πού μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός σήμερα, εὐαρεστώντας ὄχι σέ κάποιον ἄνθρωπο, ἀλλά στόν ἴδιο τόν Θεό στόν ὁποῖο ὀφεί­λουμε τά πάντα, γιατί μᾶς προσέφερε καί μᾶς προσφέρει τά πάντα καί ἐπιπλέον μᾶς ὑπόσχεται καί μία τόσο μεγάλη καί τιμητική ἀνταμοιβή;

Ἄς τό σκεφθοῦμε, ἄς ἀναλογι­σθο­ῦμε τήν προσφορά τοῦ Χριστοῦ καί ἄς σπεύσουμε νά ἐφαρμόσουμε τόν κανόνα πού μᾶς συστήνει στή ζωή μας, ὄχι ἀπό φόβο ἤ ἀπό ἀνάγκη, ἀλλά ἀπό ἀγάπη πρός τόν Θεό καί ἀπό τόν πόθο νά ἀπο­λαύ­σουμε τή μεγάλη τιμή πού μᾶς χα­ρίζει, νά γίνουμε «υἱοί ὑψί­στου», τέκνα ἀγαπημένα τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης.