Dogma

Μητροπολίτης Ιλαρίωνας: «Η απόπειρα της Κωνσταντινουπόλεως να εισαχθεί παπικής μορφής εξουσία στην Ορθόδοξη Εκκλησία οδήγησε στον διχασμό της παγκόσμιας Ορθοδοξίας»

Οι ολοένα και πιο επίμονες δηλώσεις εκ μέρους εκπροσώπων του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως περί απότομης «προσεγγίσεως» της Ορθοδόξου και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, περί της δυνατότητας σύντομης επανενώσεώς τους, επιβάλλουν να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο περιεχόμενο του διαλόγου ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών τις τελευταίες δεκαετίες και στα ζητήματα, τα οποία διαιρούν ορθοδόξους και ρωμαιοκαθολικούς.

Θίγοντας αυτό το θέμα στο πλαίσιο της εκπομπής «Εκκλησία και κόσμος» ο πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων (ΤΕΕΣ) του Πατριαρχείου Μόσχας μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας μεταξύ των ζητημάτων δογματικού χαρακτήρα συμπεριέλαβε ειδικότερα το ζήτημα εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος και της αποδιδόμενης τιμής της Παναγίας, «η Οποία τιμάται και στις δύο παραδόσεις, αλλά κατά τρόπον διαφορετικό».

Όπως επεσήμανε ο Σεβασμιώτατος, κεντρικό διαχωριστικό ζήτημα παραμένει εκείνο περί της εξουσίας του Πάπα εντός της Εκκλησίας: «Δεν μπορούμε να αποδεχθούμε τέτοιο πρότυπο εκκλησιαστικού πολιτεύματος, όπου θα υπάρχει ένας άνθρωπος, θεωρούμενος αλάθητος, ο οποίος θα έχει εξουσία υπεράνω όλων των Συνόδων της Εκκλησίας. Εμείς λέμε ότι η Εκκλησία είναι Καθολική και Αποστολική. Υπό την καθολικότητα εννοούμε εκείνο, το οποίο στην κοσμική γλώσσα θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει συλλογική διάνοια της Εκκλησίας: σε κάθε τοπική Εκκλησία ο Πατριάρχης είναι υπόλογος ενώπιον της Συνόδου της Ιεραρχίας και δεν είναι η Σύνοδος της Ιεραρχίας υπόλογη ενώπιον του Πατριάρχη».

Υπάρχουν και ποικίλα άλλα στοιχεία διαφωνίας, τα οποία έχουν συσσωρευθεί κατά τη χιλιετή σχεδόν ιστορία της ξεχωριστής υπάρξεως ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών, τόνισε ο πρόεδρος του ΤΕΕΣ.

«Χρειάζεται να αποτιμούμε με μεγάλη νηφαλιότητα τις διαφωνίες και είμαστε έτοιμοι να τις συζητήσουμε στο πλαίσιο του διαλόγου ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών, όχι όμως, στο πλαίσιο ενός διαλόγου, ο οποίος μετατρέπεται στην ουσία σε χειραγώγηση», ανέφερε ο μητροπολίτης Ιλαρίωνας και διαπίστωσε: «Εκείνο, το οποίο υλοποιούσε στον διάλογο ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών τα τελευταία χρόνια η Κωνσταντινούπολη ήταν μια απόπειρα χειραγωγήσεως των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών με σκοπό την αποδοχή ενός τέτοιου προτύπου, σύμφωνα με το οποίο ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως θα αποκτούσε κάποια εξαιρετικά παπικού τύπου προνόμια».

«Κατά την άποψή μου, η πολιτική που ασκούσε η Κωνσταντινούπολη σε αυτό τον διάλογο, απέβλεπε όχι στο να επιτευχθεί η επανένωση ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών, αλλά στο να δανειστεί το ρωμαιοκαθολικό πρότυπο, να υιοθετηθεί ένα ίδιο πρότυπο στην Ορθόδοξη Εκκλησία», υπογράμμισε ο πρόεδρος του ΤΕΕΣ και συνέχισε: «Με άλλα λόγια, να εμφανιστεί σε μας ένας τέτοιος αλάθητος «Πάπας», ο οποίος θα λάμβανε μονομερώς αποφάσεις και στον οποίο θα είμασταν υποχρεωμένοι να υπακούουμε. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, δόξα τω Θεώ, ουδέποτε ίσχυσε κάτι τέτοιο. Και φρονώ ότι ουδέποτε θα ισχύσει».

Όπως επεσήμανε ο μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας, «αυτή η στρεβλωτική προσπάθεια της Κωνσταντινουπόλεως να εισαχθεί παπικής μορφής εξουσία στην Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ήδη οδηγήσει στον διχασμό της παγκόσμιας Ορθοδοξίας».