Dogma

Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και ο Ελληνικός Λαϊκός Πολιτισμός – Α’

Του Δρος Μ. Βαρβούνη

              Ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν άρχισε η κατάρρευση των αυτοκρατοριών και η αποδόμηση των παλαιών πολυεθνικών κοινωνιών τους, η Ελληνική Λαογραφία είχε απαρτιστεί ως επιστήμη, είχε συγκεκριμένη θεωρητική και μεθοδολογική βάση, είχε οργανωθεί και είχε επίσης δικά της επιστημονικά εργαλεία και όργανα έκφρασης.

Τόσο λοιπόν οι ποικίλες «προσφυγιές» που προηγήθηκαν του 1922, στα πλαίσια της Γενοκτονίας των Ελληνορθοδόξων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όσο και το προσφυγικό ρεύμα που ακολούθησε την Μικρασιατική Καταστροφή, αλλά και οι μετακινήσεις πληθυσμών με βάση τη Συνθήκη της Λωζάννης και τις ανταλλαγές πληθυσμών ανάμεσα στα κράτη της εποχής, βρήκαν την επιστήμη μας έτοιμη να ανταποκριθεί στο σκέλος των πολιτισμικών προκλήσεων των καιρών.

Παρά το γεγονός ότι ως τότε και υλικό είχε συλλεχθεί, και ορισμένες μελέτες είχαν ολοκληρωθεί και δημοσιευθεί για τον λαϊκό πολιτισμό του Μικρασιατικού Ελληνισμού, ήταν αναμφίβολα η Μικρασιατική Καταστροφή και η προσφυγοποίηση όσων διασώθηκαν από τις σφαγές, που έδωσαν νέα ώθηση στη μελέτη της καθημερινής ζωής και της παραδοσιακής καθημερινότητας του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Και αυτό έγινε βεβαίως υπό το κράτος μιας ανάγκης, και όχι in situ και στα φυσιολογικά πλαίσια της επιτόπιας έρευνας και καταγραφής μέσα στις κοινότητες, στα λίκνα δηλαδή εντός των οποίων ο μικρασιατικός λαϊκός πολιτισμός είχε μορφοποιηθεί και αναπτυχθεί.

Ας μην ξεχνούμε ότι ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας, που υπέφερε τα πάνδεινα ήδη από την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, βρέθηκε στη δίνη της σύγκρουσης απρόσωπων διεθνών συμφερόντων, και συνεθλίβη στις μυλόπετρες της διεθνούς πολιτικής, αλλά και του ελληνικού εσωτερικού διχασμού. Ως αποτέλεσμα, οι Μικρασιάτες Έλληνες σφαγιάστηκαν, βασανίστηκαν και εκπατρίστηκαν, έχοντας επικεφαλής του μαρτυρικούς ιεράρχες τους, όπως πάντοτε συμβαίνει με το Γένος μας, που σε όλες τις μεγάλες στιγμές του, καλές ή κακές, έχει οδηγό, απαντοχή και στήριγμα την Ορθόδοξη Εκκλησία.

Αυτό που συνέβη στους Μικρασιάτες Έλληνες ήταν ένας πραγματικός και σχεδιασμένος, σκόπιμος διωγμός, μια γενοκτονία που δεν διώχθηκε, ούτε τιμωρήθηκε ποτέ και από κανένα διεθνές δικαστήριο, καθώς συχνά μεροληπτική και προσωποληπτική είναι η δικαιοσύνη των ανθρώπων. Οι Έλληνες χριστιανοί της Μικράς Ασίας εκδιώχθηκαν από τη γη των πατέρων τους συστηματικά, μεθοδικά και βίαια.

Εκδιώχθηκαν από μια περιοχή της οποίας την ελληνικότητα και τη χριστιανικότητα μαρτυρούν η εκκλησιαστική και κοσμική ιστορία, τα αρχαιολογικά μνημεία, οι επιγραφές, οι ναοί και οι μονές, τα έργα τέχνης και οι μαρτυρίες αιώνων. Εκδιώχθηκαν από τόπους όπου επί δύο χιλιάδες χρόνια περίπου έλαμψαν οι λυχνίες των Εκκλησιών της Αποκαλύψεως, και φώτισαν τον κόσμο, όπου άνθισε και ακτινοβόλησε η πνευματικότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, και όπου πλήθος αγίων, οσίων και μαρτύρων, ανδρών και γυναικών, κληρικών και ιεραρχών, ακόμη και των Τριών Οικουμενικών Διδασκάλων – Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Βασιλείου του μεγάλου και Γρηγορίου του Θεολόγου – έδωσαν αυθεντική μαρτυρία Χριστού.

Ήταν η αναγκαιότητα της συναίσθησης ότι τα πάντα είχαν πλέον αλλάξει, και η αντίληψη ότι οι πρόσφυγες αποτελούσαν τους τελευταίους μάρτυρες της «αυθεντικής» και «γνήσιας» λαϊκής παράδοσης των τόπων προέλευσής τους, που καθόρισαν την διαδικασία αυτή. Πράγματι, ο λαϊκός πολιτισμός του Μικρασιατικού Ελληνισμού μετά τον ξεριζωμό του από τις πατρογονικές εστίες του διαφοροποιήθηκε έντονα, και οπωσδήποτε καθώς οι φορείς του ζούσαν σε νέο τόπο και υπό εντελώς διαφορετικές ιστορικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες άρχισε αφενός μεν να ομογενοποιείται με τα δεδομένα των τόπων εγκατάστασης, αφετέρου δε να συμβολοποιείται.

Με τα θέματα όμως αυτά θα ασχοληθούμε και στα επόμενα άρθρα μας.