Dogma

Καισαριανής Δανιήλ: Ιδού ο Άνθρωπος

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ

«Και ο Λόγος σαρξ εγένετο, και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιωάννου α΄, 14)

  1. Ο κόσμος του Ιησού

Ο Ιησούς είναι το πιο μεγαλοπρεπές παράδοξο που γνωρίζει η ιστορία. Εμφανίσθηκε σε μία δευτερεύουσα χώρα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Από τον λαό αυτό τον Ισραηλιτικό, δεν εξήλθε ποτέ σε όλη Του τη ζωή, ούτε ποτέ εξέφρασε επιθυμία να γνωρίσει τον κόσμο των σοφών, των φιλοτέχνων, των πολιτικών, των πολεμιστών που κρατούσαν στα χέρια τους την τότε αστική κοινωνία. Στην χώρα Του πέρασε τουλάχιστο τα εννέα δέκατα της ζωής του απομονωμένος σε ένα ταπεινότατο και κακόφημο χωριό της Ναζαρέτ, παροιμιακώς γνωστό μόνον για την ασημαντότητά του. Εκεί δεν φοίτησε σε σχολεία, δεν χρησιμοποίησε σοφές περγαμηνές, δεν σχετίσθηκε με τους εκτός του έθνους Του σοφούς· εργάσθηκε μόνον ως ξυλουργός σε σημείο να Τον θεωρούν αγράμματο «γράμματα μη μεμαθηκώς» (Ιωάννου ζ΄, 15) και να απορούν πώς μπορούσε, παρά ταύτα, να συνδιαλέγεται με σοφούς. Για τριάντα χρόνια κανείς δεν ήξερε ποιος είναι Αυτός, εκτός από δυό-τρία πρόσωπα, που σιωπούσαν, όπως κι Αυτός.

 

  1. Το παράδοξο του κηρύγματος της ζωής του Ιησού.

Ξαφνικά, μόλις πέρασε τα τριάντα, εμφανίσθηκε στην κοινωνία και τον δημόσιο βίο κι άρχισε τη δράση Του, να περιοδεύει σε πόλεις και χωριά, να κηρύττει, να επιτελεί θαύματα. Δεν διέθετε ανθρώπινα μέσα κανενός είδους. Δεν είχε όπλα. Ούτε χρήματα. Ούτε ακαδημαϊκή σοφία. Ούτε φιλοτεχνική δύναμη. Ούτε πολιτικά επιχειρήματα. Ζούσε λιτά και δεν διέμενε σε μόνιμη κατοικία. Κυκλοφορούσε σχεδόν πάντα ανάμεσα σε φτωχό κόσμο, σε ψαράδες και σε χωρικούς. Δεν περιφρονούσε τους τελώνες, τις πόρνες και τους άλλους, που αποστρεφόταν η καλή κοινωνία. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους επιτελούσε θαύματα, πολυάριθμα και πολυειδή. Συνεργάσθηκε με μια μικρή ομάδα ψαράδων που Τον ακολουθούσαν σταθερά σαν ιδιαίτεροι μαθητές Του. Έδρασε λιγότερο από τρία χρόνια. Η δράση Του συνίστατο στο να κηρύσσει μια διδασκαλία που δεν είναι ούτε φιλοσοφική ούτε πολιτική, αλλά αποκλειστικά θρησκευτική και ηθική. Η διδασκαλία αυτή είναι ό,τι πιο ανήκουστο ακούσθηκε στον κόσμο. Η διδασκαλία Του αποτελείτο από τα άχρηστα που απέρριπταν εκ συμφώνου όλες οι φιλοσοφίες, από όσα ολόκληρος ο κόσμος έχει πάντα σε όλες τις χώρες απορρίψει μακριά από τον εαυτό του. Ό,τι για την αντίληψη των πολλών ήταν κακό, για τον  Ιησού ήταν καλό· ό,τι για τους πολλούς ήταν καλό, για τον Ιησού ήταν κακό. Η φτώχεια, η ταπείνωση, η υποταγή, η σιωπηλή ανοχή των ύβρεων, η υποχώρηση για την παραχώρηση θέσεως στους άλλους, όπως είναι ύψιστα κακά για τους πολλούς, έτσι είναι ύψιστα αγαθά για τον Ιησού. Και αντιστρόφως, τα πλούτη, οι τιμές, η κυριαρχία επάνω στους άλλους και όλα τα άλλα που προκαλούν την ευτυχία αντιπροσώπευαν για τον  Ιησού μια ζημία ή τουλάχιστον ένα σοβαρότατο κίνδυνο. Ο Ιησούς είναι η αντίθεση της νοοτροπίας του κόσμου. Κόσμος και κοσμικό φρόνημα θεολογικά και αγιογραφικά θεωρείται ό,τι αντιτίθεται στο θέλημα του Θεού.

Ο κόσμος πράγματι βλέπει μόνον ό,τι φαίνεται. Ο Ιησούς αντιθέτως βεβαιώνει ότι βλέπει ακόμα και κείνο που δεν φαίνεται. Ο κόσμος βλέπει αποκλειστικά τα επίγεια, και τα βλέπει από χαμηλά. Ο Ιησούς αντιθέτως βλέπει ιδιαίτερα τον ουρανό, και παρατηρεί τα επίγεια από τον ουρανό. Για τον Ιησού τα επίγεια δεν έχουν αξία μόνα τους, η γη είναι ένα οδυνηρό και περαστικό επεισόδιο που δεν αποτελεί από μόνη της  μια ικανοποιητική λύση στα προβλήματα,  την υπαρξιακή αγωνία και αναζήτηση του ανθρώπου. Για τον Ιησού  τα επίγεια βρίσκουν την τελείωσή τους στον ουρανό και λαμβάνουν αξία μόνον από τον ουρανό. Η παρούσα ζωή έχει τόση αξία, όσο είναι  προετοιμασία μιάς μελλοντικής  ζωής. Αν και αποτελεί μία βασανισμένη και άστατη διαμονή, που η Αγία Γραφή την χαρακτήρισε κοιλάδα κλαυθμώνος (Ψαλμού πγ΄, 7), ωστόσο έχει αξία σαν αφετηρία απ’ όπου θα γίνει η εκκίνηση για μία ένδοξη και μόνιμη διαμονή. Οι ενοικιαστές της παροδικής επίγειας διαμονής που εναποθέτουν όλες τους τις ελπίδες σ’ αυτή αποτελούν το βασίλειο του κόσμου· οι ενοικιαστές αντιθέτως που κατοικούν σ’ αυτή πειθήνιοι, αλλά και αποβλέποντας στη μόνιμη διαμονή προετοιμαζόμενοι να εξυψωθούν προς αυτή, αποτελούν το βασίλειο του Θεού κατά το «Ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν» (Προς Εβραίους ιγ΄, 14).

 

  1. Μετά το τέλος της επιγείας δράσης του Ιησού, αναρίθμητα κείμενα γράφτηκαν για τη ζωή και τη διδασκαλία Του. Προσεγγίσεις της εξαιρετικής Του προσωπικότητας κυμαίνονται απ’ την αδιαμφισβήτητη αποδοχή των διηγήσεων των Ευαγγελίων και των υπέρλογων σημείων του, μέχρι τις εκλογικευμένες απόπειρες διάκρισης των πραγματικών γεγονότων από την πίστη και τις ριζοσπαστικές θεωρίες που υποστηρίζουν ότι διάφορες λατρευτικές πρακτικές προκάλεσαν οράματα.

 

  1. Ο σκοπός των γραπτών πηγών του Ιησού.

Στην  πραγματικότητα, ό,τι ξέρουμε για τον Ιησού προέρχεται από τα τέσσερα Ευαγγέλια και σε μικρότερη έκταση, από τις Πράξεις των Αποστόλων και τις Επιστολές του Παύλου. Αυτοί οι συγγραφείς, όμως, δεν είχαν ως στόχο να γράψουν λεπτομερείς βιογραφίες για τη ζωή, τη δράση και το έργο του Ιησού, αλλά να μεταφέρουν γεγονότα και λόγια από τη ζωή και το έργο Του, σχετικά με τη σωτηρία των ανθρώπων (Ιωάννου κ΄, 30-31). Γι’ αυτό, το μεγαλύτερο μέρος των τεσσάρων Ευαγγελίων περιλαμβάνει εκτενείς διηγήσεις για το Πάθος και την Ανάσταση, ενώ δίνουν μόνο φευγαλέες εικόνες της καθημερινής ζωής του Ιησού Χριστού και του κόσμου στον οποίο ζούσε. Η παραδοσιακή εικόνα του μικρού Ιησού, που βοηθάει τον Ιωσήφ στο ταπεινό του ξυλουργείο, προέρχεται από το Μάρκο (Μάρκου 6, 3) και η επιβεβαίωση της από το Ματθαίο (Ματθαίου 13, 55) που υποστηρίζει, ότι ο Ιησούς όντως μεγάλωσε σαν γιός ξυλουργού επιδέξιος τεχνίτης αλλά, προφανώς, όχι διανοούμενος.

 

  1. Η αμφισβήτηση

Οι Ναζωρηνοί Τον αντιμετώπιζαν με σκεπτικισμό, πρώτον, για την ταπεινή και φτωχή οικογενειακή καταγωγή Του, δεύτερο, γιατί Τον θεωρούσαν αγράμματο. Η αμφισβήτηση Τον συνόδευε σ’ ολόκληρη την ζωή Του και την δράση Του, παρά τα σημάδια της θείας δύναμης, με την οποία δίδασκε και ενεργούσε.

 

Οι ορθολογιστές υιοθετούν μια κριτική θέση, επισημαίνοντας ότι ο Ιησούς των Ευαγγελίων είναι μια αινιγματική μορφή. Παρατηρήθηκε ότι είχε άγρια όψη, ήταν σκληρός με τη μητέρα Του στην Κανά («τι εμοί και σοι, γύναι; ούπω ήκει η ώρα μου» Ιωάννου β΄, 4), βίαιος περιστασιακά (Ιωάννου β΄, 15), και αφηνόταν σε ανεξήγητους θυμούς ή ακατανόητες ομιλίες (βλ. Ματθαίου 16, 5-12 και Μάρκου 8, 14-21). Μπορεί να πρόκειται για ακραία άποψη, αλλά ίσως είναι πιο κοντά στην αλήθεια από την εικόνα του «γλυκού Χριστούλη» των παιδικών προσευχών. Ο Ίδιος με τους λόγους Του «Μη νομίσετε πως ήρθα για να επιβάλω αναγκαστική ομόνοια μεταξύ των ανθρώπων. Δεν ήρθα να φέρω τέτοια ομόνοια, αλλά διαίρεση» (Ματθαίου 10, 34), επιβεβαίωσε την προφητεία του Συμεών ότι «ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκά β΄, 34).

 

  1. Πίστη και αρετή

Οι πληροφορίες που δίνουν τα ευαγγέλια για τη θεϊκή φύση του Ιησού Χριστού στηρίζονται κυρίως στα θαύματά Του. Πολλοί ακόμη σύγχρονοί Του δυσκολεύονταν να Τον αποδεχτούν ως Θεό. Το εμπόδιο ήταν είτε τα πάθη τους όπως ο Ηρώδης (Ματθαίου β΄, 3), ο Ιούδας (Ματθαίου κστ΄, 14-25), οι Γαδαρηνοί, (Ματθαίου η΄,28-34) ο Φήλιξ (Πράξεων κδ΄, 24-26), είτε οι απαιτήσεις (ο πλούσιος νέος Ματθαίου ιθ΄, 16-22) που έθετε ο Ιησούς για να γίνει κάποιος μαθητής Του:  «Μακάριοι εκείνοι που πιστεύουν χωρίς να μ’ έχουν δεί» (Ιωάννου 20, 29) είπε.