Dogma

Καισαριανής Δανιήλ: «Τις εστίν ούτος;»

Του Σεβ. Μητροπολίτη Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ

Από τον Ιουδαϊκό λαό ακούσθηκε η γεμάτη θαυμασμό και απορία ερώτηση: “Τις εστίν ούτος;” (Ματθαίου κα΄ 10), για τον Κύριό μας.

Οι Ιουδαίοι Τον ανεγνώριζαν εξωτερικά, αλλά δεν Τον είχαν γνωρίσει βαθύτερα, δεν είχαν φθάσει κατά τον απόστολο Παύλο στην τελεία γνώση, “την επίγνωση του υιού του Θεού” (Εφεσίους δ΄ 13). Έζησε ανάμεσά τους, αλλά δεν είχαν κατανοήσει την προσωπικότητά Του, την αποστολή Του και την μοναδικότητα Του.

Εμείς όμως, Τον έχουμε γνωρίσει; Kαι Του έχουμε δώσει την αρμόζουσα θέση μέσα μας (στην ψυχή μας) και ανάμεσά μας (στην κοινωνία μας);

α) Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρεται στην ταυτότητα του Χριστού, στο έργο Του, στην προαιώνια ύπαρξή Του και κατάστασή Του πριν την ενανθρώπησή Του, με τους λόγους του ευαγγελίου του “Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος…και ο Λόγος σαρξ εγένετο …” (βλ. Ιωάννου α΄, 1-5, 14).

Οι υψηλές αυτές συλλήψεις του “αυτόπτου” (Λουκά α΄, 2) του Λόγου στηρίζονται στην δημόσια διακήρυξη του Ιδίου του Χριστού, όταν ομίλησε για τον Εαυτό Του και έδειξε την διαφορά της καταγωγής Του από αυτή των ανθρώπων, αλλά και την ποιότητα της ζωής Του. Είπε: “Υμείς εκ των κάτω εστέ, εγώ εκ των άνω ειμί. Υμείς εκ του κόσμου τούτου εστέ, εγώ ουκ ειμί εκ του κόσμου τούτου ” (Ιωάννου η΄ 23. Βλ. Ιωάννου ιστ΄ 28).

Όσο σαφής είναι αυτή η διαφορά της καταγωγής του Κυρίου μας από την καταγωγή των λοιπών ανθρώπων, εξ ίσου σαφείς είναι και μερικές ακόμη διαφορές μεταξύ Αυτού και των ανθρώπων, όπως αυτής της ηθικής ανωτερότητος και καταστάσεως Του, η οποία επεσημάνθη με τους λόγους Του “εγώ εκ του κόσμου ουκ ειμί ” (Ιωάννου ιζ΄ 16) και της εξουσίας Του επί του θανάτου, η οποία επεσημάνθη με τους λόγους: “Ο καιρός ο εμός ούπω πάρεστιν, ο δε καιρός ο υμέτερος πάντοτε εστίν έτοιμος ” (Ιωάννου ζ΄ 6).

Ο απόστολος Παύλος αναφέρεται σ’ αυτή την διαφορά που υφίσταται μεταξύ Χριστού και ανθρώπων, ως προς την καταγωγή και την ηθική ανωτερότητα του προσώπου Του, εξηγών, συγχρόνως, και τον σκοπό της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού (Εβραίους β΄ 14-17). Θα διευκρινήσει περαιτέρω ότι και αληθής άνθρωπος ήτο και εξ ίσου αληθώς  ήτο “κεχωρισμένος από των αμαρτωλών” (Εβραίους ζ΄ 26).

Όσο βαθύτερα γνωρίζουμε το μυστήριο του Χριστού, τόσο περισσότερο μας αιχμαλωτίζει η αγάπη Του για μας και μας κινεί στο να ανταποδώσουμε αυτή την αγάπη Του και εμείς με την προς Αυτόν αγάπη μας, αγαπώντες τον αγαπήσαντά μας.

β) Είναι Αυτός, ο Οποίος “εις τα ίδια ήλθε και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον” (Ιωάννου α΄, 11).

Με πικρία και απογοήτευση, ο ευαγγελιστής Ιωάννης σχολιάζει την συμπεριφορά των συγχρόνων του Ιουδαίων, οι οποίοι απέρριψαν τον Χριστό, ο Οποίος εδημιούργησε τα πάντα, για τον Οποίον εδημιουργήθησαν τα πάντα (Κολοσσαείς α΄ 15), για τον Οποίον ομιλεί ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη (Ιωάννου ε΄ 26).

Αδυνατεί να χωρέσει ο νους του ανθρώπου, το σκάνδαλο και την πρόκληση της απορρίψεως του Θεού. Είναι όμως γεγονός. Την επιτρέπει ο Θεός, επειδή σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου.

Το μυστήριο της ελευθερίας του ανθρώπου όμως, έχει και την άλλη όψη, την οποία δεν πρέπει να αγνοούμε. Εμείς, κυρίως, τονίζουμε και αναφερόμεθα στην ελευθερία του ανθρώπου. Υπάρχει όμως και η ελευθερία του Θεού. Όπως ελεύθερος είναι ο άνθρωπος να απορρίψει τον Θεό, έτσι και ο Θεός είναι ελεύθερος να απορρίψει τον άνθρωπο. Ο Ιησούς Χριστός ήλθε, δεν εξεβίασε τους ανθρώπους να Τον αποδεχθούν, τους άφησε ελευθέρους να αποφασίσουν. Είπε: “ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν ” (Ματθαίου ιστ΄, 24).

Με έπαρση και εγωισμό ο άνθρωπος σηκώνει το ανάστημα του μπροστά στον Δημιουργό Του και στον Κύριο Του. Ο φιλάνθρωπος όμως Θεός Πατέρας δεν ακούει την αυθάδεια και αφροσύνη του πλάσματός Του και συνεχίζει να το ευεργετεί με την φιλανθρωπία Του. Την τελική κρίση Του θα εκφέρει, αφού παρέλθει ο “καιρός δεκτός”, της διά μετανοίας και πίστεως επιστροφής (B΄ Κορινθίους στ΄ 2, Λουκά δ΄ 19). Για να στηρίξει αυτή την πορεία επιστροφής είπε ότι “θέλει πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν” (Α΄ Τιμ. β΄, 4).

γ) Είναι Αυτός του Οποίου την προς εμάς Αγάπη Του υμνεί ο Απόστολος Παύλος, γράφων στην Β΄ Επιστολή του προς Κορινθίους, ότι “γινώσκετε γαρ την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι δι’ υμάς επτώχευσε πλούσιος ων, ίνα υμείς τη εκείνου πτωχεία πλουτήσητε” (η΄ 9).

Στην ενανθρώπηση ο Πλούσιος πτωχεύει και οι πτωχοί γίνονται πλούσιοι. Πλούσιος είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ο Θεός, διότι έχει την ζωή, την αθανασία, την σοφία, την δύναμη, την αγαθότητα, την μακροθυμία, την ταπείνωση, την ευσπλαγχνία και όλες τις άλλες αρετές. Ο άνθρωπος ουδεμία εξ αυτών έχει. Τι έχει; Θάνατο, ασθένεια, φθορά, ματαιότητα, ψεύδος, πλεονεξία, πορνεία, ανηθικότητα, σκληρότητα, θυμό, αδιαφορία, και όλες τις κακίες. Έγινε με την καθοδήγηση του Διαβόλου πονηρός και κακός.

Ήλθε ο Υιός του Θεού για να μας καθαρίσει απ’ όλα αυτά τα κακά της πτωχείας μας και να μας αναπλάσει με όλα τα αγαθά της θείας ζωής.

Γι’ αυτό, ο Απόστολος Παύλος προτρέπει τους χριστιανούς: “Αποθέσθαι υμάς κατά την προτέραν αναστροφήν τον παλαιόν άνθρωπον τον φθειρόμενον …και ενδύσασθαι τον καινόν άνθρωπον τον κατά Θεόν κτισθέντα” (Εφεσίους δ΄ 22-24. Πρβλ. Κολοσσαείς γ΄ 8-10 και  Ρωμαίους ιγ΄ 12-14).

δ) Είναι Αυτός ο Οποίος εδίδαξε με την ενανθρώπηση και την ζωή Του τι είναι ταπείνωση, αλλά και ότι δι’ αυτής υψούται ο άνθρωπος και δοξάζεται ο Θεός (Βλ. Φιλιππησίους β΄ 6-11).

Ο Ιησούς Χριστός μάς έδειξε ότι αληθινό μεγαλείο και αξία είναι η ταπείνωση. Ούτε ο πλούτος, ούτε η δόξα, ούτε η ισχύς, ούτε η γνώσι, ούτε η κυριαρχία υψώνουν και τιμούν τον άνθρωπο.  Ότι η ταπείνωση υψώνει τον άνθρωπο και τον ανεβάζει στο θρόνο του Υιού και ότι ο Ιησούς Χριστός με την ταπείνωση και υπακοή Του εδόξασε τον Θεό Πατέρα. Ας στοχασθούμε με αυτοεξέταση εάν θέλουμε να είμαστε ταπεινοί και υπάκουοι στο θέλημα του Θεού Πατέρα μας.

ε) Είναι Αυτός, ο Οποίος διεκήρυξε ότι “ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι” (Ματθαίου κ΄ 28).

Με τους λόγους Του αυτούς, ο Κύριος ανύψωσε την διακονία του ανθρώπου σε έργο Θεού. Γι’ όσους δεν το έχουν καταλάβει αυτό, το έχει διευκρινίσει με σαφήνεια, όταν ένιψε τα πόδια των μαθητών Του (Βλ. Ιωάννου ιγ΄, 12-15).

στ) Είναι Αυτός στον Οποίον αρμόζει και επιβάλλεται, όπως ο Θωμάς, να γονατίσουμε και να  αναφωνήσουμε μ’ όλη την δύναμη της υπάρξεώς μας “Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ” (Ιωάννου κ΄ 28). Αυτή η φωνή θα περάσει στην αιωνιότητα.

 

Σ’ όσους ερωτούν “τις εστίν ούτος;”, απαντήστε όπως η αγία Γραφή διδάσκει και μαρτυρεί, ότι “εν τούτω εστίν η αγάπη, ουχ ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ’ ότι αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλεν τον υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών ” (Α΄ Ιωάννου δ΄ 10).

Χαρείτε το. Ζήστε το. Κηρύξτε το.