Dogma

Δ.Ι. Σύνοδος για ιερατικές Κλήσεις: «Η Ιε­ρω­σύνη δέν μας ανήκει. Είναι του Χριστού καί μας τήν προσφέρει ως έργον διακονίας»

Σύμ­φωνα μέ τόν ἱερό ὑ­μνο­γράφο τῆς Κυ­ρι­α­κῆς τῆς Σταυ­ρο­προ­σκυ­νή­σεως, ἡ Ἐκ­κλη­σία τοῦ Θεοῦ εὐ­φραί­νε­ται καί ἀ­γάλ­λε­ται γι­ατί ὡς ἄλ­λος Πα­ρά­δει­σος προ­σκυ­νεῖ «τό ζω­η­φό­ρον ξύ­λον τοῦ Σταυ­ροῦ», ὁ Ὁποῖος ἀ­πο­τε­λεῖ τό πε­ρι­τεί­χι­σμα καί τό ἑ­δραί­ωμά Της.

Του Αναστασίου Μαρίνη, θεολόγου

Στις ιερατικές Κλήσεις είναι αφιερωμένη η Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, σύμφωνα με Εγκύκλιο Σημείωμα που απέστειλε η Διαρκής Ιερά Σύνοδος και το οποίο αναγνώσθηκε σε όλους τους ναούς της Χὠρας, σήμερα, Κυριακή 19 Μαρτίου 2023.

Ακολουθεί η Εγκύκλιος της ΔΙΣ:

Ἡ Μη­τέρα μας Ἐκ­κλη­σία ὅ­ρισε σή­μερα, ἀ­κρι­βῶς στό κέντρο τῆς Ἁ­γίας καί Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς, νά προ­τί­θε­ται ὁ Τί­μιος καί Ζω­ο­ποιός Σταυ­ρός πρός ἀ­να­ψυχή καί ὑ­πο­στη­ρι­γμό μας καί εἰς ἀ­νά­μνη­σιν τοῦ Πά­θους τοῦ Κυ­ρίου ἡ­μῶν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, κα­θώς δι­α­βά­σαμε στόν ἱερό Συ­να­ξα­ρι­στή.

Σύμ­φωνα μέ τόν ἱερό ὑ­μνο­γράφο τῆς Κυ­ρι­α­κῆς τῆς Σταυ­ρο­προ­σκυ­νή­σεως, ἡ Ἐκ­κλη­σία τοῦ Θεοῦ εὐ­φραί­νε­ται καί ἀ­γάλ­λε­ται γι­ατί ὡς ἄλ­λος Πα­ρά­δει­σος προ­σκυ­νεῖ «τό ζω­η­φό­ρον ξύ­λον τοῦ Σταυ­ροῦ», ὁ Ὁποῖος ἀ­πο­τε­λεῖ τό πε­ρι­τεί­χι­σμα καί τό ἑ­δραί­ωμά Της.

Ὑ­ψώ­νε­ται ἱ­ε­ρο­πρε­πῶς καί προ­τί­θε­ται εἰς προ­σκύ­νη­σιν ὁ Τί­μιος καί Ζω­ο­ποιός Σταυ­ρός τοῦ Κυ­ρίου ἀπό τίς χο­ϊ­κές πα­λά­μες τῶν οἰ­κο­νό­μων τῆς Χά­ρι­τος, τῶν Ἱ­ε­ρέων τῆς Ἐκ­κλη­σίας, ἀποτελῶντας γι’ αὐτούς «κρά­τος καί ὀ­χύ­ρωμα», «καύ­χημα καί δι­ά­σω­σμα».

Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκ­κλη­σία τῆς Ἑλ­λά­δος ἔ­χει θε­σπί­σει τήν τιμή καί τήν προ­βολή τῶν Ἱ­ε­ρα­τι­κῶν Κλή­σεων κατά τήν ση­με­ρινή Κυ­ρι­ακή τῆς Σταυ­ρο­προ­σκυ­νή­σεως.

Γιά νά το­νί­σει μέ αὐ­τόν τόν τρόπο τό γε­γο­νός ὅτι διά τῆς σταυ­ρο­φό­ρου Ἱ­ε­ρω­σύ­νης καί τῶν τε­λου­μέ­νων ὑπ’ αὐ­τῆς διά τῆς ση­μεί­ω­σης τοῦ τύ­που τοῦ Τι­μίου Σταυ­ροῦ Μυ­στη­ρίων καί ἁ­γι­α­στι­κῶν πρά­ξεων οἱ πι­στοί ἁ­γι­ά­ζον­ται καί χα­ρι­τώ­νονται, ἀλλά καί βο­η­θοῦν­ται νά ση­κώ­σουν τόν δικό τους προ­σω­πικό σταυρό.

Στήν δεύ­τερη εὐχή τῆς εἰς Ἐ­πί­σκο­πον χει­ρο­το­νίας βρί­σκε­ται ἡ ἀ­πάν­τηση στό ἐ­ρώ­τημα «γι­ατί χρει­ά­ζε­ται ἡ Ἱ­ε­ρω­σύνη»: Ἐπειδή δέν δύ­να­ται ἡ ἀν­θρώ­πινη φύση νά ἀν­τέ­ξει τήν οὐ­σία τῆς Θε­ό­τη­τος, κα­τέ­στησε ὁ Θεός ὁ­μοι­ο­πα­θεῖς δι­δα­σκά­λους πού ἐ­πέ­χουν τόν θρόνο τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁ­ποῖοι ἔ­χουν ὡς σκοπό νά ἀ­να­φέ­ρουν θυ­σίες καί προ­σφο­ρές στόν Θεό ὑ­πέρ παν­τός τοῦ λαοῦ καί ὡς οἰ­κο­νό­μοι τῆς Χά­ρι­τος νά κα­ταρ­τί­ζουν τίς ἐμ­πι­στευ­θεῖ­σες σέ αὐ­τούς ἀνθρώπινες ὑπάρξεις.

Ὁ Ἱερεύς χει­ρο­το­νεῖ­ται γιά νά ὑ­πη­ρε­τεῖ καί νά λει­τουρ­γεῖ τά σε­πτά καί ἄ­χραντα Μυ­στή­ρια τοῦ Θεοῦ στό ἅ­γιο Αὐ­τοῦ Θυ­σι­α­στή­ριο καί νά ἀ­να­πέμ­πει στόν Θεό ὅλα τά πρός σω­τη­ρίαν αἰ­τή­ματα τοῦ λαοῦ, τόν ὁ­ποῖο τοῦ ἐμ­πι­στεύ­θηκε ἡ Ἐκ­κλη­σία.

Νά κη­ρύσ­σει τό Εὐ­αγ­γέ­λιο τῆς Βα­σι­λείας καί νά ἱ­ε­ρουρ­γεῖ τόν λόγο τῆς ἀ­λη­θείας τοῦ Θεοῦ, νά Τοῦ προ­σφέ­ρει δῶρα καί θυ­σίες πνευ­μα­τι­κές καί νά ἀ­να­και­νί­ζει τόν λαό Του διά τοῦ λου­τροῦ τῆς πα­λιγ­γε­νε­σίας.

Τήν συ­νεί­δηση ὅτι οἱ κλη­ρι­κοί χει­ρο­το­νοῦν­ται γιά νά δι­α­κο­νή­σουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ, μέσῳ τῆς δι­δα­χῆς καί τῆς τέ­λε­σης τῶν Μυ­στη­ρίων, εἶχε ἡ Ἐκ­κλη­σία ἤδη ἀπό τά πρῶτα βή­ματά Της.

Στό ἀρ­χαῖο κεί­μενο Δι­δα­σκα­λία τῶν Ἀ­πο­στό­λων κα­λοῦν­ται οἱ πι­στοί νά τι­μοῦν τόν Ἐ­πί­σκοπό τους δι­ότι μέσῳ αὐ­τοῦ ὁ Κύ­ριος τούς χο­ρη­γεῖ τό Ἅ­γιο Πνεῦμα καί σφρα­γί­ζον­ται, δι­ότι ἐ­κεῖ­νος τούς ἀ­παλ­λάσ­σει ἀπό τίς ἁ­μαρ­τίες τους, τούς ἀ­να­γεννᾶ διά τοῦ ὕ­δα­τος, τούς ἀ­να­τρέ­φει μέ τόν λόγο, τούς μορ­φώ­νει μέ τά δό­γματα καί τούς νου­θε­τεῖ, τούς κά­νει κοι­νω­νούς τῆς Εὐ­χα­ρι­στίας τοῦ Θεοῦ καί κλη­ρο­νό­μους τῶν ὑ­πο­σχέ­σεών Του[1].

Προ­βάλ­λον­ται λοι­πόν σή­μερα ἀπό τήν Ἐκκλησία μας οἱ Ἱ­ε­ρα­τι­κές Κλή­σεις, οὕ­τως ὥ­στε οἱ πι­στοί νά ἀ­να­λο­γι­σθοῦν τήν στάση τους ἀ­πέ­ναντι στήν Ἱ­ε­ρω­σύνη καί τούς Ἱ­ε­ρεῖς, οἱ ὁ­ποῖοι τούς Τρο­φο­δο­τοῦν καί τούς Αἱ­μο­δο­τοῦν πνευ­μα­τικά καί οὐ­σι­α­στικά διά τῆς δι­δα­χῆς τοῦ λό­γου τοῦ Θεοῦ καί τῆς τέ­λε­σης τῶν Μυ­στη­ρίων, ἀλλά καί τούς βο­η­θοῦν στήν ἄρση τοῦ προ­σω­πι­κοῦ σταυ­ροῦ τους.

Μέ ἀφορμή ὅμως αὐτόν τόν ἑορτασμό, κα­λοῦν­ται καί οἱ ἴδιοι οἱ Ἱερεῖς ὅπως καί οἱ ὑ­πο­ψή­φιοι Κλη­ρι­κοί νά ἀνα­λο­γι­σθοῦν τό τί ση­μαί­νει Ἱ­ε­ρω­σύνη καί πόση ὑπευθυνότητα ἀπαιτεῖ ἡ ἱερατική διακονία.

Νά ἀ­να­λο­γι­σθοῦν ὅτι, ὅ­ταν ὁ Θεός εὐ­δο­κεῖ καί ἐν­δύονται τήν τῆς Ἱερωσύνης Χάριν, αὐτό γίνεται μέ ἀπο­κλει­στικό σκοπό ὅλοι μας νά δι­α­κο­νή­σουμε τα­πεινά τόν λαό τοῦ Θεοῦ πού ὁ Ἴδιος μᾶς ἐμπιστεύεται, προ­σφέ­ρον­τας τήν Θεία Εὐ­χα­ρι­στία «ὑ­πέρ τῶν ἡμετέρων ἁ­μαρ­τη­μά­των καί τῶν τοῦ λαοῦ ἀ­γνο­η­μά­των» σταυ­ρώ­νον­τας κα­θη­με­ρινά τά πάθη καί τίς ἀ­δυ­να­μίες μας καί ἀ­πο­φεύ­γον­τας τίς πα­γί­δες τοῦ Πο­νη­ροῦ.

Ἔτσι διαφυλάσσουμε τήν Πα­ρα­κα­τα­θήκη πού θά λά­βουμε τήν ἡ­μέρα τῆς χει­ρο­το­νίας μας γιά νά τήν πα­ρα­δώ­σουμε, ὅ­ταν μᾶς ζη­τη­θεῖ κατά τήν Δευ­τέρα Πα­ρου­σία τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ Ἱ­ε­ρω­σύνη δέν μᾶς ἀνήκει. Εἶναι τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς τήν προσφέρει ὡς ἔργον διακονίας «εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ»[2], πάντοτε σέ ἀναφορά πρός Ἐκεῖνον καί τούς ἀδελφούς μέ τούς ὁποίους συνἐργαζόμεθα γιά τήν αὔξηση τοῦ Σώματος Αὐτοῦ.

Γι’ αὐτό ὀφείλουμε νά τήν δεχόμαστε καί νά τήν διακονοῦμε τα­πεινά, ὄχι μέ ἀ­το­μικό, ἀλλά μέ ἐκ­κλη­σι­α­στικό φρό­νημα, καί ὄχι μέ ἀ­το­μική, ἀλλά μέ ἐκ­κλη­σι­α­στική συ­νεί­δηση.

Ἔτσι δέν θά κιν­δυ­νεύ­σουμε νά γί­νουμε ἕρ­μαια τῆς ἔπαρ­σης καί τῆς ἀ­λα­ζο­νείας, πού ὁδη­γοῦν δυ­στυ­χῶς σέ φαι­νό­μενα αὐ­το­νό­μη­σης ἀπό τό ὑπόλοιπο Σῶμα, ἀ­πλη­στίας, ἀ­με­τρο­έ­πειας καί πτώ­σης σέ παντοειδῆ ἀ­νο­μή­ματα.

Γνω­ρί­ζον­τας τούς κιν­δύ­νους αὐ­τούς, ἀλλά καί τόν σφο­δρό πό­λεμο τοῦ δι­α­βό­λου ἐ­ναν­τίον τῆς Ἱ­ε­ρω­σύ­νης, ὁ Μέ­γας Βα­σί­λειος φρον­τί­ζει ἀρ­κε­τές φο­ρές στήν Θεία Λει­τουρ­γία πού συ­νέ­γραψε νά ἐμ­πνεύ­σει αὐτό τό τα­πεινό φρό­νημα στούς Ἱ­ε­ρεῖς, ὑπεν­θυ­μί­ζον­τάς τους ὅτι ὁ Θεός εἶ­ναι Ἐ­κεῖ­νος πού τούς δη­μι­ούρ­γησε καί τούς ἔ­φερε σέ αὐ­τήν τήν ζωή, Ἐ­κεῖ­νος πού τούς ἐπι­σκέ­φθηκε «ἐν ἐ­λέει καί οἰ­κτιρ­μοῖς» καί ὅτι οἱ ἴδιοι εἶ­ναι ἄν­θρω­ποι ἁ­μαρ­τω­λοί καί ἀ­νά­ξιοι, οἱ ὁ­ποῖοι κα­τα­ξι­ώ­θη­καν νά λει­τουρ­γοῦν στό Θυ­σι­α­στή­ριο τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἐ­ξαι­τίας τῶν ἀ­ρε­τῶν τους ἤ γι­ατί ἐπιδόθηκαν σέ κάποιες καλές πράξεις, ἀλλά «διά τά ἐ­λέη καί τούς οἰ­κτιρ­μούς» Του, ἀ­φοῦ Ἐ­κεῖ­νος, μέ τήν δύ­ναμη τοῦ Ἁ­γίου Πνεύ­μα­τος, τούς το­πο­θέ­τησε σέ αὐ­τήν τήν δι­α­κο­νία.

Παιδιά μας εὐλογημένα,

Ὁ Κύ­ριός μας Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός, ἀ­φοῦ ἔγινε ἄνθρωπος γιά τήν σω­τη­ρία μας, φανέρωσε τήν ἁ­γία Ἐκ­κλη­σία Του πρός τόν σκοπό τῆς με­τα­δό­σεως τῆς σω­τη­ρίας στόν κάθε ἕ­ναν ἀπό τούς πι­στούς διά τῆς δι­δα­σκα­λίας, τοῦ ἁ­γι­α­σμοῦ καί τῆς κα­θο­δη­γή­σεως αὐ­τῶν διά τοῦ Μυ­στη­ρίου τῆς Ἱ­ε­ρω­σύ­νης.

Γι’ αὐτό σᾶς προ­τρέ­πουμε καί σᾶς πα­ρα­κα­λοῦμε νά προ­σεύ­χε­σθε κα­θη­με­ρινά στόν Σταυ­ρω­θέντα καί Ἀ­να­στάντα Κύ­ριό μας νά ἐ­νι­σχύει τόν ἱερό Κλῆρο Του καί νά δί­δει στήν Ἐκ­κλη­σία Του Ἱ­ε­ρεῖς μέ ἐπίγνωση τῆς εὐθύνης τους, οἱ ὁ­ποῖοι θά ἀ­νε­βαίνουν «ἐν καρ­δίᾳ συν­τε­τριμ­μένῃ καί πνεύ­ματι τα­πει­νώ­σεως» τίς κλί­μα­κες τοῦ Ἱ­ε­ροῦ Βή­μα­τος καί θά προ­σφέ­ρουν γιά χάρη ὅλων «δε­ή­σεις καί ἱ­κε­σίας καί θυ­σίας ἀ­ναι­μά­κτους», «νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».

Σᾶς εὐχόμαστε πατρικά καλό ὑ­πό­λοιπο τῆς Ἁγίας καί Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς!

† Ὁ Ἀ­θη­νῶν Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρό­ε­δρος

† Ὁ Ζι­χνῶν καί Νευ­ρο­κο­πίου Ἱ­ε­ρό­θεος
† Ὁ Ἐ­λευ­θε­ρου­πό­λεως Χρυ­σό­στο­μος
† Ὁ Σερ­βίων καί Κο­ζά­νης Παῦ­λος
† Ὁ Ἀ­λε­ξαν­δρου­πό­λεως Ἄν­θι­μος
† Ὁ Νε­α­πό­λεως καί Σταυ­ρου­πό­λεως Βαρ­νά­βας
† Ὁ Χίου, Ψα­ρῶν καί Οἰ­νουσ­σῶν Μᾶρ­κος
† Ὁ Στα­γῶν καί Με­τε­ώ­ρων Θε­ό­κλη­τος
† Ὁ Μά­νης Χρυ­σό­στο­μος
† Ὁ Φθι­ώ­τι­δος Συ­μεών
† Ὁ Λα­ρί­σης καί Τυρ­νά­βου Ἱ­ε­ρώ­νυ­μος
† Ὁ Κα­λα­βρύ­των καί Αἰ­γι­α­λείας Ἱ­ε­ρώ­νυ­μος
† Ὁ Πε­ρι­στε­ρίου Γρη­γό­ριος

Ὁ Ἀρ­χι­γραμ­μα­τεύς

† Ὁ Ὠ­ρεῶν Φι­λό­θεος