Dogma

Ο Αποκαλυπτόμενος Θεός

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βύρωνος, Καισαριανής και Υμηττού κ. Δανιήλ

Ο Ιησούς Χριστός είναι το Άλφα και το Ωμέγα της Αγίας Γραφής. Αυτός είναι διαρκώς το θέμα των ιερών σελίδων, που απ’ την αρχή ως το τέλος μαρτυρούν γι’ Αυτόν. Στην δημιουργία του κόσμου Τον διακρίνουμε σαν ένα από τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Έπειτα, παίρνουμε μια ιδέα γι’ Αυτόν στην υπόσχεση του Θεού προς τους Πρωτοπλάστους περί του σπέρματος της γυναίκας. Τον βλέπουμε να εικονίζεται στην Κιβωτό του Νώε. Περπατάμε με τον Αβραάμ, καθώς βλέπει την ημέρα του Μεσσία. Κατοικούμε στις σκηνές του Ισαάκ και του Ιακώβ. Τρεφόμαστε από την επαγγελία της Χάρης. Ακούμε τον σεβάσμιο Ιακώβ να ομιλεί για τον Σηλώ (Γενέσεως μθ΄, 16). Στους πολυάριθμους τύπους του Νόμου βλέπουμε να προεικονίζεται ο Λυτρωτής πολλές φορές. Προφήτες και Βασιλείς, Ιερείς και Κήρυκες όλοι βλέπουν προς μία κατεύθυνση, στέκονται όλοι όπως τα Χερουβείμ πάνω από την Κιβωτό της Διαθήκης. Κι’ επιθυμούν να δουν μέσα για να καταλάβουν το μυστήριο του μεγάλου εξιλασμού του Θεού.

Ακόμη πιο φανερά στην Καινή Διαθήκη βλέπουμε τον Κύριό μας να αποτελεί το μοναδικό θέμα. Όχι σαν κομμάτια εδώ κι εκεί, ή χρυσόσκονη χυμένη σε λεπτό στρώμα, αλλ’ εδώ στεκόμαστε σ᾿ένα στερεό έδαφος από χρυσάφι, γιατί ολόκληρη η θυσία της Καινής Διαθήκης είναι ο Ιησούς Χριστός που σταυρώθηκε και αναστήθηκε κατά τον αποστολικό λόγο: «Αυτός παρεδόθη διά τα παραπτώματα ημών και ηγέρθη διά την δικαίωσιν ημών» (Προς Ρωμαίους δ΄, 25). Ακόμη και η τελευταία φράση της Καινής Διαθήκης είναι το όνομα του Κυρίου  Ιησού Χριστού (Αποκαλύψεως κβ΄, 20-21). Μ’ αυτό το φως πρέπει πάντα να διαβάζουμετις Γραφές, να τις θεωρούμε σαν τον καθρέφτη στον οποίο κοιτάζει ο Ιησούς Χριστός από τον ουρανό. Τότε, εμείς κοιτάζοντας σ’ αυτόν τον καθρέφτη θα βλέπουμε την αντανάκλαση του προσώπου Του αινιγματωδώς «εν εσόπτρω». Με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι μια ευλογημένη προετοιμασία για να Τον δούμε, όπως και θα Τον δούμε πρόσωπο προς πρόσωπο (Προς Κορινθίους Α΄, ιγ΄ 12).

Oι σύγχρονοι του Ιησού Χριστού, βλέποντας τον Ιησού Χριστό να κυκλοφορεί ανάμεσά τους, να θαυματουργεί, να διδάσκει κατελαμβάνονταν από θαυμασμό και διετύπωναν το ερώτημα «τις εστίν ούτος;». Το ερώτημα αυτό παραμένει επίκαιρο ως διαχρονικό. Σ’ αυτό δίδεται μια απάντηση, από τους Ευαγγελιστές.

Mε το μυστήριο της σαρκώσεως του Υιού του Θεού και Κυρίου μας Ιησού Χριστού ολοκληρώθηκε η αποκάλυψη του Θεού στον ορατό και αόρατο κόσμο.

Ο αποκαλυπτόμενος σταδιακά Θεός

Μελετώντας βαθειά τις Άγιες Γραφές διαβάζουμε ότι ο Θεός είναι κρυμμένος (Ησαίου με΄, 15), αόρατος «φως οικώναπρόσιτον», (Προς Τιμόθεον Α΄, στ΄ 16), που γίνεται ακόμα πιο απρόσιτος, αφού με την αμαρτία ο άνθρωπος έχασε την οικειότητα μαζί Του.  Η οικονομία του Θεού είναι μυστήριο (Αμώς γ΄, 7). Κατευθύνει τα διαβήματα του ανθρώπου χωρίς αυτός να αντιλαμβάνεται τον δρόμο (Παροιμιών κ΄, 24). Όταν ο άνθρωπος ασχολείται με τα αινίγματα της υπάρξεώς του (Ψαλμ. οα΄, 21 και εξής), δεν μπορεί να βρει από μόνος του τις αναγκαίες λύσεις. Χρειάζεται να στραφεί προς Εκείνον στον Οποίον ανήκουν «τα κρυπτά» (Δευτερονομίου κθ΄, 28) για να φανερώσει τα ακατάλυπτα μυστήρια (Δανιήλ β΄, 17 και εξής) για να τον καταστήσει ικανό, να του επιτρέψει να δει «την δόξαν Του» (Εξόδου λγ΄, 18).  Αλλά πριν ακόμα ο άνθρωπος στραφεί προς Αυτόν, ο Θεός αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να τον αναζητήσει, να επικοινωνήσει μαζί του και να του μιλήσει πρώτος.

Η κίνηση αυτή του Θεού να συναντήσει τον πεσόντα άνθρωπο μετά την διακοπή της κοινωνίας μαζί Του, ένεκα της παραβάσεως της εντολής Του που αρχίζει ευθύς αμέσως μετά την διάπραξη της αμαρτίας της παραβάσεως του θελήματός Του. Καλεί τον Αδάμ «Αδάμ πού ει;» (Γενέσεως γ΄, 9). Μάλιστα δε, όχι μόνο αναζητεί τον παραβάτη Αδάμ, αλλά, και αργότερα, όταν ο Κάιν φονεύει τον αδελφό του Άβελ, ο Θεός σημαδεύει τον αδελφοκτόνο με ένα διακριτικό στο στόμα του για να μη τον σκοτώσει όποιος τον συναντήσει (Γενέσεως δ΄, 14-16). Έκτοτε, καθώς ο άνθρωπος απομακρυνόταν από τον Θεό, βυθιζόταν στην άγνοια και περιέπιπτε στην ειδωλολατρεία και στην ηθική εξαθλίωση (Προς Ρωμαίους α΄, 21-32).

Ο Θεός όμως δεν ανεχόταν το δημιούργημά Του, ο άνθρωπος, να τυραννείται από τους δαίμονες, όπως πολύ ωραία αναφέρει η ευχή στην Ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού: «Ου γαρ έφερες Δέσποτα διά σπλάχνα ελέους σου, θεάσθαι υπό του διαβόλου τυραννούμενον το γένος των ανθρώπων, αλλ’ ήλθες και έσωσας ημάς. Ομολογούμεν την χάριν. Κηρύττομεν τον έλεον. Ου κρύπτομεν την Ευεργεσίαν». Έτσι, ο Θεός σχεδιάζει τον τρόπο της σωτηρίας του ανθρώπου με την σάρκωση του Υιού Του, που αποτελεί την ολοκλήρωση της αποκαλύψεώς Του.