Dogma

Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία στην Παναγία Δοβρά και τρισάγιο για τα θύματα της τραγωδίας στα Τέμπη

Την Τετάρτη 1 Μαρτίου ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων τέλεσε την πρώτη Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία και κήρυξε τον θείο λόγo στο καθολικό της Ιεράς Μονής Παναγίας Δοβρά Βεροίας.

Στο τέλος ο Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων τέλεσε τρισάγιο για τα θύματα της πολύνεκρης σιδηροδρομικής τραγωδίας στην Kοιλάδα των Τεμπών.

Ο Σεβασμιώτατος κατά την ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Καί εἶπεν ὁ Θεός· Ποιήσωμεν ἄνθρωπον, κατ᾽ εἰκόνα ἡμετέραν, καί καθ᾽ὁμοίωσιν».

Πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες εἰσήλθαμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ στήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Εἰσήλ­θαμε μέ τή σκέψη μας στήν εἰκόνα τήν ὁποία μᾶς παρουσίασε ἡ Ἐκ­κλησία μας κατά τήν προεισόδιο Κυριακή, τήν Κυριακή τῆς Τυρινῆς.

Ποιά ἦταν ἡ εἰκόνα αὐτή; Ἦταν ἡ εἰκόνα τοῦ προπάτορός μας Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος καθισμένος «ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου, καί τήν ἰδίαν γύ­μνω­σιν ὁρῶν ὠδύρετο». Ὠδύρετο ἀντιλαμβανόμενος τίς συνέπειες τῆς παρακοῆς του, ἀντιλαμβα­νό­με­νος τί στερήθηκε παρασυρόμε­νος ἀπό τόν πονηρό ὄφι καί ἀθε­τώντας τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ.

Μέ τήν παρακοή τῶν πρωτοπλά­στων καί τήν ἔξωσή τους ἀπό τόν παράδεισο κλείνει, θά λέγαμε, ἡ πρώτη φάση τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώ­που, αὐτῆς γιά τήν ὁποία τόν εἶχε πλάσει ὁ Θεός. Ἐάν ὅμως ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα ἐξέπεσαν τῆς κοινωνίας μέ τόν Δημιουργό τους Θεό, δέν ἐξέ­πεσαν τῆς ἀγάπης του. Καί αὐ­τήν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τό πλάσμα του μᾶς ὑπενθυμίζει ἡ Ἁγία μας Ἐκ­κλησία ἀπό τήν πρώτη ἡμέρα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς μέ τά ἱερά ἀναγνώσματά της, μέ τά ὁποῖα μᾶς μεταφέρει στήν ἀρχή τῆς δη­μι­ουργίας τοῦ κόσμου. Καί τό κάνει γιά δύο λόγους.

Ὁ πρῶτος εἶναι γιά νά μᾶς ὑπεν­θυμίσει τόν σκοπό τῆς δημιουργίας μας, πῶς καί γιατί μᾶς ἔπλασε ὁ Θεός, καί ὁ δεύτερος εἶναι γιά νά μᾶς διδάξει ὅτι μποροῦμε καί πρέ­πει μετά ἀπό κάθε πτώση νά κά­νουμε μία νέα ἀρχή καί νά ἀγω­νι­ζό­μαστε μέ τά μέσα πού θέτει στή διάθεσή μας ἡ Ἐκκλησία μας καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά ἐπιτύχουμε τόν σκοπό τῆς ζωῆς μας.

Οἱ ἄνθρωποι θέτουμε κατά και­ρούς διάφορους σκοπούς καί στό­χους στή ζωή μας, μερικούς ἀπό τούς ὁποίους ἐπιτυγχάνουμε. Ὅλοι αὐτοί εἶναι ὅμως στόχοι καί σκοποί προσωρινοί καί ἐφήμεροι, εἶναι στόχοι καί σκοποί πού μπορεῖ νά ἱκανοποιοῦν ἀνθρώπινες ἀδυνα­μί­ες καί κοσμικές ἐπιθυμίες, ἤ καί νά ἀνταποκρίνονται σέ εὐγενεῖς πό­θους καί φιλοδοξίες. Δέν ἀποτε­λοῦν ὅμως τόν πραγματικό στόχο τοῦ ἀνθρώπου, τόν ὑψηλό καί αἰώνιο στόχο γιά τόν ὁποῖο τόν ἔπλασε ὁ Θεός.

Ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε «κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσίν του» καί δημι­ούρ­γησε γιά χάρη μας καί ὁλό­κληρο τόν κόσμο, γιά νά ζοῦμε μέ­σα σέ αὐτόν καί νά τόν ἀπολαμβά­νου­με. Δέν μᾶς ἔπλασε «κατ᾽ εἰκό­να» του γιά νά ἐπιτύχουμε στίς σπουδές μας, στή σταδιοδρομία μας, ἤ γιά νά καταξιωθοῦμε κοι­νω­νικά καί νά ἀποκτήσουμε χρήματα καί δύναμη. Δέν μᾶς ἔπλασε γι᾽ αὐ­τά, γιατί ὅλα αὐτά εἶναι προσωρινά καί ὑλικά, ἀλλά συγχρόνως εἶναι καί στόχοι τούς ὁποίους δέν μπο­ροῦμε νά ἐπιτύχουμε ὅλοι οἱ ἄν­θρω­ποι, καί ἑπομένως θά ἦταν ἄδι­κος ὁ Θεός, ἄν μᾶς εἶχε πλάσει γι᾽ αὐτούς.

Μᾶς ἔπλασε γιά νά τόν ὁμοιάσου­με, γιά νά φθάσουμε ἀπό τό «κατ᾽ εἰκόνα» στό «καθ᾽ ὁμοίωσίν» του, ὅπως ὅρισε ὁ ἴδιος πρίν νά μᾶς δη­μιουργήσει.

Ὁ στόχος αὐτός εἶναι στόχος αἰώ­νιος, ἀλλά συγχρόνως εἶναι καί στό­χος ἐφικτός ἀπό τόν κάθε ἄν­θρω­πο. Κανείς δέν ἐξαιρεῖται, κα­νείς δέν ἀποκλείεται. Ὅλοι μπο­ροῦ­με μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά φθά­σουμε στήν ὁμοίωση μέ τόν Θεό, γιατί γι᾽ αὐτό μᾶς ἔχει πλάσει Ἐκεῖ­νος μέσα στήν πολλή του ἀγάπη. Ἀρκεῖ νά τό θελήσουμε καί ἐμεῖς, γιατί ὁ Θεός δέν ὑποχρεώνει καί δέν ἐκβιάζει κανέναν. Ἀρκεῖ νά ἀπο­φασίσουμε καί νά ἀγωνισθοῦ­με γι᾽ αὐτόν τόν στόχο ἐπικαλού­μενοι τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

Τί περιλαμβάνει ὅμως αὐτός ὁ ἀγώνας;

Τό πρῶτο στοιχεῖο πού περιλαμ­βά­νει εἶναι ἡ μετά­νοια.

Ἡ παρακοή τῶν πρωτοπλάστων καί ἡ σύμ­φυρση τῶν ἀνθρώπων μέ τήν ἁμαρτία ἀμαύρωσε τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί ὁ μόνος τρόπος γιά νά τήν ἀποκαθάρουμε εἶναι ἡ εἰλικρινής μετάνοια καί ἡ ἐξομολόγηση, καθώς μέ αὐτές μπο­ροῦμε νά οἰκειοποιηθοῦμε ὄχι μία μόνο φορά ἀλλά συνεχῶς τήν ἄφε­ση πού ἐπήγασε ἀπό τή σταυρική θυσία τοῦ Κυρίου μας.

Τό δεύτερο στοιχεῖο εἶναι ἡ ὑπα­κοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός δέν ἔθεσε ἄλλη προϋπόθεση στούς πρωτοπλάστους, ὅταν τούς ἔπλα­σε, παρά μόνο τήν ὑπακοή τῆς ἐντο­λῆς του νά μήν δοκιμάσουν τόν καρπό τοῦ δένδρου τῆς γνώ­σεως. Καί ἄν ἡ παρακοή τῆς ἐντο­λῆς τοῦ Θεοῦ ἦταν ἡ αἰτία πού τούς στέρησε τή δυνατότητα νά φθά­σουν στό «καθ᾽ ὁμοίωσιν», ἡ ὑπα­κοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτή ἡ ὁποία μᾶς ἀποκαθιστᾶ καί μᾶς δίδει καί πάλι τή δυνατότητα νά ἀγωνισθοῦμε καί νά τήν ἐπιτύ­χουμε. Ἄς μήν ξεχνοῦμε ἄλλωστε ὅτι ἡ δυνατότητα αὐτή μᾶς δόθηκε χάρη στή θυσία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ὑπα­κοῆς του στόν Θεό-Πατέρα του. Ὁ Χρι­στός ἔγινε «ὑπήκοος μέχρι θανά­του, θανάτου δέ σταυροῦ» γιά τή σω­τηρία μας, καί ὑπέταξε τό θεαν­θρώπινο θέλημά του στό θέλημα τοῦ Πατέρα του, δίδοντάς μας πρό­τυπο ὑπακοῆς μέ τούς λόγους του λίγο πρίν ἀπό τό Πάθος: «πλήν οὐχ ὡς ἐγώ θέλω ἀλλ᾽ ὡς σύ, Πάτερ».

Βαδίζοντας καί ἐμεῖς πρός τό Πά­θος τοῦ Κυρίου μας, τό ὁποῖο ὑπέ­μεινε γιά τή δική μας σωτηρία, ἄς ἀκολουθήσουμε τόν δρόμο τῆς με­τανοίας καί τῆς πλήρους ὑπακοῆς στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιά νά ἀξιω­θοῦμε νά ἐπιτύχουμε τόν σκοπό τῆς ζωῆς μας, γιά τόν ὁποῖο μᾶς ἔπλασε ὁ Θεός καί γιά τόν ὁποῖο θυσιάσθηκε ὁ μονογενής Υἱός καί Λόγος του, ὁ Κύριός μας.