Dogma

Σύνοδος της Ιεραρχίας: Οι βουλευτές ν᾿ αναλἀβουν τις ευθύνες τους

Του Δημητρίου Λυκούδη, Δ/ντου Σύνταξης στην "Κιβωτό της Ορθοδοξίας"

Η Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως είχε αποφανθεί κατά τη Συνεδρία της 23ης Ιανουαρίου, σχετικά με το νομοσχέδιο περί του γάμου των ομοφύλων και την υιοθέτηση παιδιών απ᾿ αυτούς, απέστειλε στους ναούς όλης της ελληνικής Επικράτειας τη σχετική Εγκύκλιο, μέσω της οποίας ενημερώνει το λαό για την απόφασή της να απορρίψει και αντικρούσει την ψήφιση του εν λόγω νομοσχεδίου, το οποίο, ως αναφέρεται στην Ανακοίνωση, αντιβαίνει και αντικρούσει την ορθόδοξη διδασκαλία και την Παράδοση της Εκκλησίας, αλλά και αυτή τη φυσιολογία του ανθρώπου και τη δομή της κοινωνίας, ως τουλάχιστον, τη γνωρίζαμε έως σήμερα.

Ταυτόχρονα, η Σύνοδος απέστειλε και Επιστολή στους 300 βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου, όπου παραθέτει τις θέσεις της και επεξηγεί επιγραμματικά γιατί αντιδρά στο νομοσχέδιο που προωθεί η Κυβέρνηση.

«Το νομοσχέδιο καταργεί την πατρότητα και τη μητρότητα, ουδετεροποιεί τα φύλα στο πλαίσιο της σχέσης γονέων και παιδιών, μετατρέπει τους γονείς από πατέρα και μητέρα σε ουδετερόφιλους κηδεμόνες και τοποθετεί τα δικαιώματα ομοφυλόφιλων ενηλίκων πάνω από τα συμφέροντα των μελλοντικών παιδιών, που θα επιτρέψει να έχουν ως γονείς ομόφυλα ζευγάρια και θα μεγαλώσουν χωρίς πατέρα ή μητέρα, σε ένα περιβάλλον σύγχυσης των ρόλων των δύο φύλων», επισημαίνεται στην επιστολή.

Μάλιστα, η Σύνοδος οικοδομεί την άρνηση και αντίδρασή της στο νομοσχέδιο στα κάτωθι οκτώ επιγραμματικά σημεία:

  1. Η θεολογική θεώρηση της Εκκλησίας για τον γάμο, τα δύο φύλα και τις σχέσεις γονέων και παιδιών
  2. Η σκοποθεσία και λειτουργία του γάμου για την Πολιτεία
  3. Ο μύθος της ανισότητας στον γάμο λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού
  4. Το επιχείρημα της ανισότητας μεταξύ ομόφυλων και ετερόφυλων ζευγαριών
  5. Η δικαιολόγηση του νομοσχεδίου ως αναπόφευκτης λύσης
  6. Λοιπά επιχειρήματα υπέρ του νομοσχεδίου
  7. Οι επιπτώσεις του ομόφυλου γάμου και της ομόφυλης υιοθεσίας
  8. Η δήθεν απαγόρευση της παρένθετης κύησης.

 

 

Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος τονίζει προς τους Βουλευτές ότι σέβεται μόνο το μυστήριο του χριστιανικού Γάμου και τάσσεται κατά του πολιτικού γάμου γενικώς. Ωστόσο, διαφωνεί εν προκειμένω με τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών, διότι οδηγεί σε ομόφυλη γονεϊκότητα, η οποία συγκρούεται με την χριστιανική ανθρωπολογία και την ανάγκη ορθής ανάπτυξης των παιδιών.

“Σας καλούμε να λάβετε υπ’ όψιν ότι το νομοσχέδιο δεν επιλύει με μεταβατική ρύθμιση ένα παρόν πρόβλημα ορισμένων ομοφυλοφίλων, αλλά ανατρέπει συνολικά και πάγια τους οικογενειακούς θεσμούς της χώρας με τρόπο που υπερβαίνει τις συγκυριακές ανάγκες, τις οποίες υποτίθεται ότι εξυπηρετεί, και με στόχο να ικανοποιηθούν παράλογες ιδεολογικές απαιτήσεις, υιοθετώντας εφεξής μια ισοπεδωτική ιδεολογία περί φύλου. Θύματα αυτής της νομοθεσίας δεν θα είναι αφηρημένες αξίες, η παράδοση και ο πολιτισμός της χώρας, αλλά τα δικαιώματα των μελλοντικών παιδιών και τα θεμέλια λειτουργίας της ελληνικής κοινωνίας”, υπογραμμίζεται, με την ευχή οι βουλευτές να δώσουν την δέουσα προσοχή σε όσα προαναφέρθηκαν.

Μάλιστα, όπως δήλωσε μητροπολίτης της βόρειας Ελλάδας στην «Κ.τ.Ο.», δεν μπορεί οι βουλευτές προεκλογικά να «θυμούνται» την Εκκλησία και να στριμώχνονται στα μητροπολιτικά γραφεία για να κερδίσουν μια φωτογραφία με τον οικείο Επίσκοπο της εκλογικής τους Περιφέρειας ή με τον Αρχιεπίσκοπο και τώρα να κωφεύουν! Ήρθε η ώρα να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να αποφασίσουν κατά συνείδηση τι και αν πρόκειται να υπογράψουν, ώστε μετά να είναι υπόλογοι στην εκλογική τους περιφέρεια και στον κόσμο που τους εμπιστεύτηκε.

Στο ίδιο μοτίβο και η Αρχιεπισκοπή της Κρήτης, που έσπευσε να διανείμει φυλλάδιο στους ναούς όλης της νήσου, με το οποίο πληροφορεί και ενημερώνει το λαό πως είναι αντίθετη στο εν λόγω νομοσχέδιο που προωθεί η Κυβέρνηση για τα ομόφυλα ζευγάρια.

Στο φυλλάδιο που αναγνώσθηκε σε όλους τους ναούς της Κρήτης, την Κυριακή, 28 Ιανουαρίου, μεταξύ άλλων τονίζεται: «Είναι βέβαιο ότι η θεσμοθέτηση του λεγόμενου «γάμου ομόφυλων» θα επιφέρει σύντομα και άλλες θεσμικές αλλαγές καταλυτικής σημασία για την ελληνική κοινωνία, αναφέροντας εδώ, ενδεικτικά, την κατάργηση των ιερών ονομασιών “πατέρας” και “μητέρα”, με την αντικατάστασή τους από τους όρους “Γονέας 1” και “Γονέας 2″. Η επίκληση από κάποιους της ισότητας μεταξύ του γάμου ανδρός και γυναικός και του λεγόμενου «γάμου» ομόφυλων και κατ᾽ επέκταση του ίδιου δικαιώματος τεκνοθεσίας, παραγνωρίζει τα θεμελιώδη δικαιώματα που έχουν τα παιδιά να ανατρέφονται σ᾽ ένα οικογενειακό περιβάλλον, το οποίο να μη προκαλεί σύγχυση ως προς την γονεϊκή ταυτότητα. Δεν ευσταθεί το φερόμενο επιχείρημα, ότι η θεσμοθέτηση του λεγόμενου «γάμου» των ομόφυλων ζευγαριών επιβάλλεται από υπερεθνικής ισχύος Καταστατικούς Χάρτες, είτε από το Ενωσιακό Δίκαιο, είτε από το ισχύον Σύνταγμα της Ελλάδος. Γι᾽ αυτό και εναπόκειται σε κάθε Κράτος, ανάλογα με την πολιτισμική του ταυτότητα και τον αξιακό του πολιτισμό, να νομοθετήσει ή όχι για το ζήτημα αυτό. Και αυτό παρατηρείται στις Χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου δεν υπάρχει ομοιογενής ρύθμιση, αλλά στο πλαίσιο της πολυπολιτισμικότητας υφίστανται έντονες διαφοροποιήσεις. Η μόνη αρμόδια για να νομοθετεί είναι η Πολιτεία. Όμως, η Εκκλησία, όπως και κάθε πολίτης, έχουν το συνταγματικό δικαίωμα να εκφράζουν ελεύθερα τη θέση τους», τονίζεται, μεταξύ άλλων, στην Εγκύκλιο.

 Πηγή: Κιβωτός της Ορθοδοξίας