Ο άγιος Κλαύδιος, επίσκοπος της Μπεζανσόν

  • Dogma
κλαύδιος

Γιος του διοικητή της Μπεζανσόν, ο άγιος Κλαύδιος γεννήθηκε το 607.

Παρά το γεγονός ότι ανατράφηκε παιδιόθεν με αναγνώσματα των Βίων των αγίων, τον προόριζαν για στρατιωτική σταδιοδρομία. Σε ηλικία είκοσι περίπου ετών εγκατέλειψε τον επίγειο στρατό για να συνταχθεί με τις άγιες στρατιές του Χριστού και έγινε δεκτός μεταξύ των κληρικών του καθεδρικού ναού της Μπεζανσόν, οι οποίοι ζούσαν σαν σε μοναστήρι, ακολουθώντας τον Κανονισμό που μόλις είχε συγγράψει ο επίσκοπός τους, άγιος Δονάτος. Με τον ζήλο που τον διέπνεε, ο άγιος Κλαύδιος κατέστη σύντομα υπόδειγμα για τους άλλους κληρικούς και ο επίσκοπος τού ανέθεσε το καθήκον να διδάσκει στην καθεδρική σχολή. Έτρωγε μόνο μία φορά την ημέρα ένα γεύμα εξαιρετικά λιτό, προς το βράδυ, και συχνά αγρυπνούσε όλη την νύχτα μελετώντας και προσευχόμενος.

Ύστερα από δώδεκα χρόνια ασκητικού βίου στο πρεσβυτέριο, έγινε μοναχός στην Μονή του Κονταδίσκου, που τότε ονομαζόταν του Αγίου Ευγενδίνου και είχε ιδρυθεί παλαιότερα από τον όσιο Ρωμανό [28 Φεβρ.], αποτελούσε δε μαζί με εκείνη του Λουξέιγ μία από τις πλέον ονομαστές μονές της εποχής εκείνης. Τρεφόμενος μόνο με ρίζες, πλαγιάζοντας σε ένα παλιοκρέβατο, «είχε για στολίδια την ωχρότητα της όψης του και το λιπόσαρκο του κορμιού του», κατέστη δε πάλι το υπόδειγμα των αδελφών στην άσκηση και στον θείο ζήλο.

Ο ηγούμενος Ινγιουριόζος του πρότεινε να αναλάβει την θέση του, αλλά ο άγιος πάντα αρνούνταν. Όταν όμως απεβίωσε ο Ινγιουριόζος (644), ο Κλαύδιος υποχρεώθηκε να ενδώσει στην ομόθυμη επιθυμία των συμμοναστών να αναλάβει την καθοδήγηση της αδελφότητος. Μετά από διάβημα στον βασιλέα Χλοδοβίκο Β’ και χάρη στην υποστήριξη της συμβίας του αγίας Βατθίλδης [30 Ιαν.] κατόρθωσε να του χορηγηθεί μία δωρεά, η οποία επέτρεψε να εξασφαλισθεί όχι μόνο η ζωάρκεια της μονής καθώς και εκείνης των προσκυνητών και των φτωχών της περιοχής, αλλά και η επέκταση των οικοδομημάτων. Ο άγιος Κλαύδιος εισήγαγε την τήρηση του Κανόνος του αγίου Βενεδίκτου και κατάρτιζε τακτικά τους μοναχούς του στην άσκηση των αγίων αρετών, τόσο με ομιλίες όσο και με τις πατρικές του νουθεσίες.

Όταν εκοιμήθη ο επίσκοπος της Μπεζανσόν Γερβάσιος, λαός και κλήρος ήλθαν σε αντίθεση στο θέμα της εκλογής του διαδόχου του. Προς τούτο προσευχήθηκαν και μία φωνή ακούστηκε εξ ουρανού εντέλλουσα να λάβουν ως ποιμένα τους τον άγιο Κλαύδιο. Όταν του ανακοίνωσαν την είδηση ο άγιος αρνήθηκε, αλλά υποχρεώθηκε τελικά να υπακούσει για μία ακόμη φορά στο θέλημα του Θεού και του λαού και οδηγήθηκε εν πομπή στην Μπεζανσόν.

Στο επισκοπικό του αξίωμα συνέχισε να πολιτεύεται ως αληθινός μοναχός και διήγε βίο κοινό με τους κληρικούς του. Με μεγάλο ζήλο επιδιδόταν σε όλες τις απαραίτητες δραστηριότητες ενός επισκόπου: επισκεπτόταν τους δεινοπαθούντες, παρακινούσε τακτικά τους πιστούς του στην μετάνοια και στα έργα της αγάπης· μη μπορώντας, ωστόσο, να λησμονήσει την γλυκύτητα της μοναστηριακής βιοτής, δεν έπαυε να επαγρυπνά για την καθοδήγηση των μοναχών της Μονής του Αγίου Ευγενδίνου.

Μετά από επτά έτη επισκοπείας, διαπιστώνοντας ότι οι κληρικοί αφήνονταν στην χαλάρωση και παρέμεναν αναίσθητοι στις νουθεσίες του να αποκαταστήσουν την τάξη που είχε θεσμοθετήσει ο άγιος Δονάτος, παραιτήθηκε από τον επισκοπικό θρόνο και επέστρεψε στην μονή του (693). Έζησε έξι χρόνια εν ειρήνη, προτού παραδώσει την ψυχή στον Θεό, 6 Ιουνίου 699. Τον 12ο αιώνα ανακαλύφθηκε το σώμα του άφθορο και τα θαύματα άρχισαν να πληθαίνουν γύρω από τα λείψανά του που κατέστησαν επί αιώνες ονομαστός τόπος προσκυνήματος.

 

Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Ιούνιος, 6. Εκδόσεις Ορμύλια.

 

TOP NEWS