Επενδυτές Κολοσσοί για τα ακίνητα της Εκκλησίας

  • Δόγμα

Στη συνέντευξή του στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας», ο Γενικός Διευθυντής της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Οικονομικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΕΚΥΟ), Δρ. Νικόδημος Φαρμάκης, του οποίου η θητεία έχει ανανεωθεί για ακόμη τρία χρόνια, ξεκαθαρίζει για πρώτη φορά το τοπίο και αναφέρεται στο όραμα για πρωτοβουλίες που έχουν τον πολίτη στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.

Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας», που κυκλοφορεί πανελλαδικά κάθε Πέμπτη.

Η Εκκλησία μπορεί και να επενδύσει και να συνεργαστεί με επιχειρηματίες και να αξιοποιήσει εκτάσεις τις οποίες αμφισβητούν οι δήμοι. Όπως λέει ο αρχιμανδρίτης Δρ. Νικόδημος Φαρμάκης, γενικός διευθυντής της ΕΚΥΟ, οι πρωτοβουλίες της Εκκλησίας είναι ουσιαστικές και πάντα υπέρ του κοινωνικού συνόλου

-Εκτός των  επενδύσεων που σχεδιάζονται από την πλευρά σας και ανατρέπουν την μέχρι τώρα πρακτική της Εκκλησίας, υπάρχουν και τα προβλήματα για τα λεγόμενα ατακτοποίητα οικόπεδα της περιοχής της Βουλιαγμένης, για τα οποία, προ μηνών, η Εκκλησία της Ελλάδος απηύθυνε πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για αξιοποίηση από επενδυτές. Η κίνηση ήταν  εντυπωσιακή, αλλά μήπως ήταν απλώς μια κίνηση εντυπωσιασμού; 

Καταρχάς, θέλω να αποκαλύψω ποιος ήταν ο ιθύνων νους του εγχειρήματος, ώστε να τού αποδοθούν δικαίως τα εύσημα! Μιλώ για τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, τον άνθρωπο που, επί  πέντε δεκαετίες, εργάζεται για τη διάσωση, προστασία και περιφρούρηση της εκκλησιαστικής περιουσίας, με απώτερο σκοπό την αξιοποίησή της προς όφελος της κοινωνίας.  Εμείς, όλοι όσοι αποτελούμε το οικονομικό  επιτελείο της Ιεράς Συνόδου και βρισκόμαστε σε καθημερινή συνεργασία με τον Πρόεδρό της, σε ό,τι αφορά τις αναπτυξιακές πρωτοβουλίες της Εκκλησίας της Ελλάδος, είμαστε απλοί εργάτες.

Όσον αφορά την πραγματικότητα και τους μύθους γύρω από τα ατακτοποίητα εκκλησιαστικά ακίνητα της Βουλιαγμένης, έχω να πω  ότι οι προκλήσεις της ελληνικής οικονομίας και τα ερεθίσματα της αγοράς ακινήτων στην περιοχή  ήταν τόσο εμφατικά τα τελευταία δύο έτη, ώστε δημιουργήθηκαν ισχυρές αφορμίσεις  για να κόψουμε τον «γόρδιο δεσμό» της καταπάτησης των ιδιοκτησιακών μας δικαιωμάτων μέσω της αδικαιολόγητης άρνησης του Δήμου να δώσει χρήσεις γης και συντελεστή δόμησης σε ακίνητά μας, για τα οποία έχει αναγνωριστεί η άρση της απαλλοτρίωσής τους λόγω μη καταβολής αποζημιώσεως με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις. Προ ημερών, εξεδόθη η πρώτη δικαστική απόφαση του ΕΔΔΑ (Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), που μας δικαιώνει. Η νομική κατάσταση των ακινήτων είναι ξεκάθαρη και δεδομένη και την κοινοποιήσαμε στην αγορά ακινήτων μέσω δημόσιας πρόσκλησης ενδιαφέροντος, η οποία βρήκε μεγάλη ανταπόκριση. Είχαμε πολλές και αξιόλογες προσφορές από δυνατούς επενδυτές, και, μάλιστα, τώρα βρισκόμαστε στη φάση της πλήρους ωρίμανσης αρκετών συμφωνιών. Ο Δήμος Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης είχε μια δυναμική αντίδραση σε αυτό, μάλιστα υπήρξαν και δημοσιεύματα, αλλά πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η Εκκλησία της Ελλάδος είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί το αναφαίρετο και συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην ιδιοκτησία της, το οποίο με απόφαση του ΕΔΔΑ πλέον αποδεδειγμένα καταπατείται επί δεκαετίες. Έχουμε προσφέρει με τη σύμβαση του 1952 στην πόλη της Βουλιαγμένης, το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους της για να χτιστεί και να αναπτυχθεί και αυτές οι ελάχιστες ιδιωτικές ιδιοκτησίες μας, πρέπει να μας επιτραπεί να τις αξιοποιήσουμε. Η ρητορική για δήθεν προστασία του πρασίνου της περιοχής είναι προσχηματική, αν και χρήσιμη για να ακουστεί ηχηρά ο αντίλογος της Ε.Κ.Υ.Ο., ότι δεν υπάρχει οργανισμός με μεγαλύτερη οικολογική ευαισθησία από την Εκκλησία. Οι συντελεστές δόμησης είναι χαμηλοί στην περιοχή και εμείς, επειδή έχουμε εγνωσμένο  σεβασμό στο περιβάλλον και στο πράσινο της περιοχής, υποστηρίζουμε την αναθεώρηση του συντελεστή κατάτμησης, ώστε να αυξηθεί το ιδιωτικό πράσινο.  Και θα συμπληρώσω, εμείς είμαστε οι πρώτοι που ζητήσαμε αλλά και αποδεχθήκαμε για την περιοχή του Δήμου ΒΒΒ, να γίνει ανάπτυξη χαμηλής όχλησης, με περιβαλλοντικό πρόσημο και κατασκευές κόσμημα για την περιοχή.

-Τελικά, υπάρχει  ενδιαφέρον αράβων επενδυτών  για τις εκτάσεις στη Βουλιαγμένη; 

Το ενδιαφέρον είναι ζωηρό, αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι δεν είναι μόνο από αυτή την πλευρά. Υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον και από άλλες πλευρές,  από παγκόσμιας εμβέλειας πολυεθνικές επιχειρήσεις.  Δεν σας κρύβω ότι θα θέλαμε ιδανικά τα επενδυτικά κεφάλαια να είναι ελληνικά ή Ελλήνων του εξωτερικού, που ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην πατρίδα. Δεν πρέπει, όμως, να λησμονούμε ότι ζούμε σε μια εποχή παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Σημασία, λοιπόν, για την Εκκλησία έχει η προέλευση των επενδυτών να κοσμείται από σοβαρότητα, εντιμότητα, φερεγγυότητα, αξιοπιστία και  διαφάνεια. 

Η Εκκλησία σχεδιάζει επενδύσεις στην ενέργεια και, αν ναι, πού; 

Είναι μια παγία επιδίωξη της Εκκλησίας να επενδύσει στην ενέργεια και σε επενδύσεις που αφορούν στην πράσινη ανάπτυξη. Η Διεύθυνση Ανάπτυξης, από συστάσεώς της, μελετά και επεξεργάζεται τα δεδομένα, ώστε οι επενδύσεις αυτές να γίνονται συντονισμένα και με πλήρη σεβασμό στην ευαισθησία της Εκκλησίας προς την κοινωνία και το περιβάλλον.  Πιστεύουμε πολύ στην ενέργεια, πιστεύουμε ότι είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο της οικονομίας της χώρας και η Εκκλησία μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη της σε αυτόν τον τομέα, γιατί είναι ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης μη οικιστικής γης.  Όποια επένδυση σχεδιάζεται, σχεδιάζεται με κύριο παρονομαστή το περιβαλλοντικό όφελος και πρόσημό της. 

-Με τους δασικούς χάρτες και το κτηματολόγιο   χάθηκαν ή κερδήθηκαν εκτάσεις;  

Ως προς τους δασικούς χάρτες εργαζόμαστε πυρετωδώς για την προάσπιση των δικαίων της Εκκλησίας απέναντι στην παράλογη αδηφαγία ενός κρατικού συστήματος, που λειτουργεί ανεξάρτητα από την πολιτική βούληση των εκάστοτε κυβερνώντων. Είναι μια νοοτροπία που έχει καλλιεργηθεί για πολλές δεκαετίες και έχει μείνει ως απολίθωμα του κρατικού πατερναλισμού του προηγούμενου αιώνα. Σήμερα, όμως, που ζούμε την εποχή των ανοικτών κοινωνιών, του ελεύθερου δημοσίου διαλόγου και του κοινωνικού ελέγχου σε θέματα καταπάτησης  των  ατομικών δικαιωμάτων, μεταξύ των οποίων και του δικαιώματος στην ιδιοκτησία, δεν μπορεί να συνεχιστεί η λογική του «κράτους εν κράτει».

Αυτή τη στιγμή υπάρχουν εκτάσεις, όπως  βουνά, δάση, ποτάμια, λίμνες που είναι αδύνατο να αξιοποιηθούν έμμεσα ή άμεσα και οι οποίες θα μπορούσαν να ανταλλαχτούν με άλλες;

Υπάρχει πάντοτε η λύση της ανταλλαξιμότητας, αρκεί να τηρούνται αυστηρώς οι απαιτήσεις της νομοθεσίας για τα ακίνητα του ΝΠΔΔ. Έχουμε μια δυναμική ομάδα στη Διεύθυνση Ακίνητης Περιουσίας, τη Διεύθυνση Ανάπτυξης και στο Τμήμα Νομικών Υποθέσεων, που με τη πρωτοβάθμια γνωμοδοτική καθοδήγηση της Νομικής Συμβούλου της ΕΚΥΟ και τον δευτεροβάθμιο νομικό έλεγχο του Ειδικού Νομικού Συμβούλου της Ιεράς Συνόδου, μπορεί να εξασφαλίσει τη νομική ποιότητα ενός τέτοιου εγχειρήματος. Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέψουμε και νέες προοπτικές που ανοίγει η ευρωπαϊκή νομοθεσία για το  περιβαλλοντολογικό  ισοζύγιο των βιομηχανιών που μολύνουν την ατμόσφαιρα, η οποία δίνει  τη δυνατότητα στην Εκκλησία, αλλά και στο Κράτος,  να αξιοποιήσουν εκτάσεις που αποτελούν μέγιστους πράσινους πνεύμονες της χώρας μας.

-Φαίνεται ότι, όντως, το νέο οργανόγραμμα και η θέσπιση της Διεύθυνσης Ανάπτυξης  έχει επιφέρει σημαντικά αποτελέσματα στο ζήτημα της ανάπτυξης. Όμως, τι γίνεται με κάποια αγκάθια, που, παρά το γεγονός ότι φαίνονται μικρά σε σχέση με το όραμα της Ιεράς Συνόδου και όλα τα μεγαλεπίβολα και σπουδαία που μας περιγράψατε, ταλαιπωρούν τις σχέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος με τη δημόσια σφαίρα; Μπορείτε να μου πείτε  αν έχουν ξεπεραστεί τα προβλήματα με τον Δήμο Αθηναίων, όσον αφορά τη χρονίζουσα εκκρεμότητα με το εκκλησιαστικό ακίνητο της  Λεωφόρου  Αλεξάνδρας και με την γνωστή περίπτωση του χώρου κοντά στην «ΕΣΑ»; 

Είναι δυο χρονίζουσες περιπτώσεις που χρειάζονται βήματα και από τις δύο πλευρές. Εμείς έχουμε προτείνει βιώσιμες λύσεις, αλλά απαιτούν λήψη αποφάσεων και από την άλλη πλευρά. Επειδή είμαστε σε μια εξελισσόμενη πορεία διεργασιών, δεν θα ήθελα να πω περισσότερα, πέρα από το γεγονός ότι η Εκκλησία της Ελλάδος έχει αποφασίσει να ενημερώσει τον ελληνικό λαό για μια διαιωνιζόμενη αδικία εις βάρος της. Δεν μπορεί να γίνεται θύμα έκνομης δήμευσης της περιουσίας της, διότι σε αυτό καταλήγουν όλες οι δικαστικές και εξώδικες παρελκυστικές καθυστερήσεις προόδου επίλυσης των παραπάνω διαφορών για αρκετές δεκαετίες. Αναμένουμε από την άλλη πλευρά την ανταπόκριση στο αίτημα του παρόντος καιρού. Πρέπει να γίνει τομή και να λυθούν τα ζητήματα τεχνοκρατικά.  Ο Δήμαρχος Αθηναίων διαθέτει οικολογική ευαισθησία και δικαίως ενδιαφέρεται για το πράσινο στην πόλη. Ενδιαφερόμαστε και εμείς, επίσης, για το πράσινο. Όσον αφορά το συγκεκριμένο ακίνητο, θέλουμε να συμβάλλουμε στο πράσινο της πόλης, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να εμποδιζόμαστε στο να προβούμε επί της ιδιοκτησίας μας σε  μια υπόγεια επένδυση  που θα αποφέρει έσοδα στην Εκκλησία με κοινωνικό όφελος στους κατοίκους της πόλης.

-Τι έχετε πράξει τα τελευταία χρόνια για να αντιμετωπίσετε το πρόβλημα των καταπατήσεων σε εκκλησιαστικές εκτάσεις; 

Έχουμε κατηγοριοποιήσει τις περιπτώσεις. Υπάρχουν περιπτώσεις χρονιζουσών και γενικευμένων καταστάσεων σε υποβαθμισμένες περιοχές που προέκυψαν και από λάθος χειρισμούς του ΟΔΕΠ, των περισσοτέρων αναγομένων στις δεκαετίες του ‘50 και του ‘60. Προσπαθούμε να τις τακτοποιήσουμε στο πλαίσιο της κοινωνικής ευαισθησίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά δεν είναι πάντοτε εύκολο, λόγω της αυστηρής νομοθεσίας που, σε πολλές περιπτώσεις, καθιστά αδύνατη τη μεταβίβαση της κυριότητας  με συμβολαιογραφικές πράξεις. Δυστυχώς, μέχρι τώρα, οι κυβερνήσεις έχουν δείξει απροθυμία να ρυθμίσουν το ζήτημα νομοθετικά, ώστε να τακτοποιηθούν χρονίζουσες εκρεμμότητες με οικογένειες βιοπαλαιστών και χαμηλού βαλαντίου.

Υπάρχει επίσης και η κατηγορία των δολίων  καταπατήσεων σε προνομιούχες περιοχές, οι οποίες αντιμετωπίζονται με άτεγκτη αυστηρότητα και με δικαστικές ενέργειες που εμπλέκουν και τη ποινική δικαιοσύνη. Γενικά, αυτό που ισχύει είναι η αρχή της διάκρισης. Αντιμετωπίζουμε πολλές φορές τη θρασύτητα και τις εκβιαστικές απειλές ανθρώπων που έχουν πλουτίσει εκμεταλλευόμενοι επί δεκαετίες εκκλησιαστικά ακίνητα, μέσω παρελκυστικών ενεργειών που βραδύνουν την απονομή της δικαιοσύνης. Δυστυχώς, περισσεύει η πονηρία σε όποιον παραδίδεται στον «Μαμωνά».  Έχουμε προσφάτως ανακαλύψει περίπτωση καταπατήσεως παραθαλάσσιου κτήματός μας με τουριστική εκμετάλλευση, ο οποίος στους εκκλησιαστικούς παράγοντες ισχυριζόταν ότι το έχει μισθώσει από τον Δήμο, και στον Δήμο ότι το έχει μισθώσει από την Εκκλησία. Τώρα που περατώθηκαν οι διαδικασίες του Κτηματολογίου, το οποίο ενέγραψε το κτήμα στην Εκκλησία, αποκαλύφθηκε ότι όλα αυτά τα χρόνια ο εν λόγω επιχειρηματίας εκμεταλλεύθηκε την κτηματολογική διαφορά μεταξύ Δήμου και Εκκλησίας με αυτόν τον ψευδή και απατηλό τρόπο για να κερδοφορεί η ιδιωτική επιχείρησή του. Και, σας ερωτώ, τι πρέπει να επικρατήσει τώρα ως προσέγγιση στην Εκκλησία; Γιατί να υπάρχει ανοχή και επιείκεια σε μια τόσο δόλια και πονηρή συμπεριφορά;

-Πόσο αποτιμάται σε σημερινές τιμές η περιουσία; 

Αναλόγως τον κόπο, τον μόχθο, το θάρρος και την αποφασιστικότητα του εκάστοτε Γενικού Διευθυντή και της Ε.Κ.Υ.Ο….

-Υπάρχουν προτάσεις από ιδιώτες  για συνεργασία και σε ποιους τομείς; 

Καθημερινώς η Γενική Διεύθυνση πραγματοποιεί συναντήσεις με εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου της Ελλάδας και του εξωτερικού και συζητεί προοπτικές συνεργασίας στον τομέα της αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας, ιδιαίτερα στους τομείς της  αξιοποίησης  πάντοτε με κοινωνικό και περιβαλλοντικό πρόσημο.  Η προσέγγιση των θεμάτων  στις συζητήσεις αυτές γίνεται με ιεράρχηση του πνευματικού ρόλου της Εκκλησίας της Ελλάδος και με σεβασμό προς την ιδιότητά της, ως ιερού καθιδρύματος. Θα λέγαμε ότι όσο πιο ισχυρό είναι το προφίλ του επενδυτή, τόσο πιο γενναιόδωρη και ηθικά ευαίσθητη είναι η στάση του κατά τη πραγμάτευση των προοπτικών συνεργασίας. Τούτο είναι ιδιαίτερο σημαντικό, διότι βλέπουμε ότι αυτό που βαρύνει στη σκέψη τους και στη λήψη των αποφάσεων δεν είναι τόσο ο δημόσιος χαρακτήρας της νομικής προσωπικότητας της Εκκλησίας της Ελλάδος και ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διαφάνεια, την διαύγεια, την τυπικότητα και τον δημοσιονομικό έλεγχο των συνεργασιών. Δεν είναι, λοιπόν, τόσο  ο δημόσιος, αλλά ο  εκκλησιαστικός χαρακτήρας του συνομιλητή τους, που ξεκλειδώνει το πεδίο του ανθρωπιστικού ιδεώδους σε οικονομικούς κολοσσούς και μεγάλες επιχειρήσεις.

Μέχρι πρότινος, είχαμε μια εσωστρέφεια που ανέβαλε διαρκώς τη συνομιλία μας με τους πλέον σοβαρούς επενδυτές ανά τον κόσμο, κολοσσούς στο είδος τους. Η περίοδος της εξωστρέφειας έχει ήδη εκκινήσει και αυτό που διαπιστώνουμε είναι ότι  το μόνο που μας ζητείται από αυτούς, τους τεράστιας σπουδαιότητας και σοβαρότητας επενδυτικούς οργανισμούς  παγκόσμιας εμβέλειας, είναι η αξιοπιστία του συνομιλητή. Η Εκκλησία είναι ένας τέτοιος συνομιλητής.

Θα μπορούσε ποτέ η Εκκλησία να παραχωρήσει  αγροτικές ή δασικές εκτάσεις σε συνεταιρισμούς ή ομάδες παραγωγών; 

Φυσικά. Αυτό έχει, εν πολλοίς, συμβεί στο παρελθόν. Θα έλεγα ότι η Εκκλησία από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους έχει πραγματοποιήσει εκατοντάδες παραχωρήσεις σε αγροτικό πληθυσμό, μικροκαλλιεργητές και μικρο-κτηνοτρόφους μέσω της νομοθετικής οδού. Αξίζει να διαβάσετε τι έχει γράψει για τα θέματα αυτά αναλυτικά ο Μακαριώτατος σε βιβλία που δημοσίευσε!

Σήμερα, όμως, η εποχή και ο νομικός πολιτισμός μας επιτάσσει μια άλλη προσέγγιση.  Η επαφή και η συνεργασία της Εκκλησίας της Ελλάδος με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και με άλλες συσσωματώσεις και συλλογικότητες των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας πρέπει να  είναι αποτελεσματική αλλά και δίκαια, διότι τους όρους συνεργασίας πρέπει τα ενδιαφερόμενα μέρη να καθορίζουν σε πνεύμα ελευθερίας και αυτοδιάθεσης, χωρίς τον ασφυκτικό κρατικό πατερναλισμό των δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα. Η ιστορία έδειξε ότι, πολλάκις, η Εκκλησία διέθεσε μέσω της κρατικής διαχείρισης της διαδικασίας χιλιάδες στρέμματα σε ακτήμονες και κατέληξαν τελικά σε «έχοντες και κατέχοντες». Τώρα ό,τι προσφέρει, θέλει να το προσφέρει με δική Της διαχειριστική ευθύνη, έχοντας το Κράτος αρωγό, όπου χρειάζεται νομοθετική ρύθμιση.

-Πολλοί συνδέουν την αξιοποίηση της περιουσίας με τον κοσμικό τρόπο ζωής. Τι απαντάτε σε αυτούς;

H   Εκκλησία από τα πρώτα της βήματα συντηρούνταν από τις προσφορές των μελών της και αποκτούσε περιουσία, την οποία διαχειριζόταν για την ασκητική  συντήρησή της και κυρίως για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Η διαχείριση και η ανάπτυξη της οικονομικής υπόστασης της Εκκλησίας δεν είναι αυτοσκοπός. Αποβλέπει στην κοινωνική ωφέλεια, στην ανακούφιση του ανθρώπου  από τους καταιγιστικούς και απάνθρωπους ρυθμούς και τις αλλοτριωτικές πρακτικές μιας αδυσώπητης οικονομίας, που προσπαθεί να τον μετατρέψει σε μηχανή παραγωγής και κατανάλωσης.

Η Εκκλησία πάντοτε έδινε τη μάχη της για την υπεράσπιση της ευγενέστερης εκδοχής της ανθρώπινης φύσης. Στα πρώτα βήματά της, σε ένα κόσμο πολύ σκληρό απέναντι στον άνθρωπο-μονάδα, συνέβαλε στον  εξανθρωπισμό  των θεσμών και των αξιών. Σήμερα, έχει ενώπιόν της  την πρόκληση της απανθρωποποίησης του ανθρώπινου είδους. Η Εκκλησία θέλει ο άνθρωπος να παραμένει άνθρωπος. Να ζει με αξιοπρέπεια και σε ανθρώπινες συνθήκες. Να ζει με ενσυναίσθηση των αναγκών του πλησίον του. Να ζει σε κοινωνία με τους άλλους, και να μοιράζεται τον χρόνο του, τη ζωή του, τον πλούτο του με τους άλλους. Να μη ζει μονιστικά και εγωϊστικά. Αυτό μπορεί να γίνει ευκολότερα όταν ζει ως μέλος της Εκκλησίας. Η οικονομική εκδοχή του εκκλησιαστικού οργανισμού, ενός ζωντανού οργανισμού που παλεύει και αγωνίζεται μέσα στον κόσμο για έναν καλύτερο κόσμο, δεν σημαίνει εκκοσμίσκευση αλλά γνήσια εκκλησιαστικότητα.

Τα χρήματα είναι ένα μέσο για να κινηθούμε αποτελεσματικότερα στο δρόμο της αγάπης και να φτάσουμε στον προορισμό μας, που είναι ο άνθρωπος. Δεν είναι ο δρόμος, δεν είναι ο προορισμός. Η Εκκλησία ξέρει να πορεύεται και στη φτώχεια και στον πλούτο, και ξυπόλητη αν χρειαστεί, αλλά και με όλα τα μέσα που προσφέρει κάθε εποχή, ώστε  να παράγει πρώτιστα μετρήσιμο κοινωνικό όφελος, αλλά και  ανυπολόγιστης αξίας πνευματικό πλούτο.

Θα θέλαμε να μας πείτε κάτι προσωπικό, κάτι που σας αφορά ως άνθρωπο και όχι ως Γενικό Διευθυντή, «τσάρο» όπως σας έχουν αποκαλέσει, της Ε.Κ.Υ.Ο. 

Είμαι του δόγματος ότι τα πάντα «εκ Θεού άρχονται και εις Θεόν αναπαύονται», κανένα επίτευγμα, κανένα έργο, όσο σημαντικό και αν είναι, στην Εκκλησία δεν είναι προσωπικό επίτευγμα.  Έγινα κληρικός για να υπηρετήσω την Εκκλησία με κάθε τρόπο. Πρώτιστα στο θυσιαστήριο, στην Αγία Τράπεζα. Εκεί αναπαύομαι, εκεί ξεκουράζομαι, εκεί ακουμπάω την ψυχή μου.

Είμαι ένας στρατιώτης της Εκκλησίας. Ο πιο αξιοσέβαστος στρατιώτης είναι ο άγνωστος στρατιώτης, μια τιμή που στερούμαι λόγω της θέσης στην οποία με έχει τοποθετήσει η Εκκλησία μου. Δεν είμαι άγνωστος. Παραμένω, όμως, στρατιώτης. Δεν μιλώ για τον εαυτό μου, όχι από ταπεινοφροσύνη, μια αρετή τόσο δυσεπίτευκτη, αλλά γιατί  γνωρίζω ότι κάθε πράξη μου, κάθε λόγος ή έργο ή ενέργεια πρέπει να γίνεται φανερά με δημοσιότητα διαφάνεια και διαύγεια και να μιλούν αυτά για εμένα.

Άλλωστε, γνωρίζω ότι τα αποτελέσματα των μόχθων, των κόπων και των καθημερινών μου σταυρώσεων θα είναι και αυτά φανερά στα μάτια των ανθρώπων, όπως και των σφαλμάτων μου. Εκείνο που έχω να πω εν κατακλείδι είναι ότι τα θετικά αποτελέσματα οφείλονται και θα οφείλονται σε όλους τους ηρωικούς  εργαζομένους στην Εκκλησία της Ελλάδος και τους κοπιάζοντες για αυτήν, ενώ την ευθύνη των σφαλμάτων, κατά τη θητεία μου στη Γενική Διεύθυνση της Ε.Κ.Υ.Ο., την έχω αναλάβει και θα συνεχίσω να αναλαμβάνω εγώ μέχρι τέλους.

Τέλος, αν είναι να πω κάτι βαθύτατα προσωπικό και από καρδιάς, δεν θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο από το να ευχαριστήσω για άλλη μια φορά  τόσο τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, όσο και την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, για την εμπιστοσύνη προς το πρόσωπό μου.

TOP NEWS