Η μυστική δύναμη της Ιερωσύνης και η ομολογία του Ινδουιστή μοναχού

  • Dogma
δύναμη

Θα προσπαθήσω να περιγράψω μια εμπειρία που έζησα περίπου πριν από ένα χρόνο. Είναι κάποια πράγματα που με λόγια δεν μπορείς να τα εκφράσεις. Δυσκολεύτηκα να πάρω μολύβι και χαρτί και να αρχίσω να γράφω.

 

Δεν ήξερα αν θα βρω τα κατάλληλα λόγια, αν θα μπορέσω να μεταδώσω αυτό που έζησα με λέξεις• ήταν για μένα κάτι συγκλονιστικό, γι’ αυτό άργησα και να το δημοσιεύσω.

Ήταν ένα όμορφο απόγευμα του Σεπτέμβρη του 2016 στην όμορφη και μαρτυρική Κύπρο μας.

Η θεία Λέλα, που με φιλοξενούσε, και ένα φιλικό ζευγάρι ο Πανίκος και η Λάουρα σκέφθηκαν να με βγάλουν μια βόλτα σε ένα από τα πλέον όμορφα παραθαλάσσια θέρετρα της περιοχής τους.

Δεν είχα λόγο να διαφωνήσω. Ετοιμάστηκα και σύντομα βρεθήκαμε σε ένα κυριλέ χώρο ενταγμένο αρμονικά σε ένα φυσικό περιβάλλον απείρου κάλλους όπου το μάτι σου χανότανε στο απέραντο γαλάζιο της θάλασσας.

Αφού τακτοποιηθήκαμε και παραγγείλαμε τα σχετικά μας πλησίασε ένας κατάμαυρος σερβιτόρος και με σπαστά αγγλικά αλλά συνάμα με ευγενικό τρόπο με ρώτησε τι ακριβώς είμαι. Απ’ ό,τι φαίνεται του είχα κάνει εντύπωση, μάλλον δεν είχε ξανά δει Ορθόδοξο Ιερέα.

Γι’ αυτόν ήμουν ένα θέαμα παράξενο: ράσο, μούσι, μαλλί, οπότε με πλησίασε για να λύσει την απορία του. Του εξήγησα ότι είμαι από την Ελλάδα και ότι είμαι Ορθόδοξος Ιερέας.

Έδειξε να χάρηκε και μου απάντησε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Νεπάλ αλλά έκανε μοναχός 8 χρόνια στα Ιμαλάϊα από τα δώδεκά του.

Του είπα ότι έχουμε και μεις μοναχισμό και ότι έκανα και εγώ μοναχός στον Όλυμπο. Έφυγε προς στιγμή και σκέφθηκα ότι δόθηκε τέλος στην γνωριμία μας.

Σε λίγο όμως επανήλθε, ήθελε να ρωτήσει περισσότερα πράγματα για την Ορθοδοξία. Δεν ήξερε καλά Αγγλικά, προσπαθήσαμε ωστόσο να συνεννοηθούμε. Ξανά έφυγε, άλλωστε ήταν σε ώρα υπηρεσίας. Χάρηκα όμως που έδειξε ενδιαφέρον. Σε λίγο επανήλθε. Αυτή τη φορά με ξάφνιασε.

Άρχισε να μου λέει για την ασκητική ζωή που επί οκτώ χρόνια έκανε στα Ιμαλάϊα. Οι διηγήσεις του για τις εμπειρίες του με τους θεούς του Ινδουισμού μου θύμισαν τις δικές μας περιγραφές των δαιμονίων. Μου έδειξε σε φωτογραφία στο κινητό του τον πνευματικό του δάσκαλο για τον οποίο ήταν πάρα πολύ περήφανος και ευγνώμων.

Πραγματικά η όψη του πνευματικού του δασκάλου με τρόμαξε πολύ αλλά δεν του το φανέρωσα για να μην τον προσβάλλω. Μιλούσε με πολύ αγάπη για τον «Γέροντά» του. Οκτώ χρόνια μοναχικής ζωής στα Ιμαλάϊα του έκανε τυφλή υπακοή!

Την ώρα που μου μιλούσε έγειρε ελαφρά προς το μέρος μου για να μιλάμε πιο κοντά ο ένας στον άλλο και να μην ενοχλούμε έτσι την υπόλοιπη παρέα.

Καθώς μιλούσαμε τον ακούμπησα στην πλάτη, εκείνος πήρε το χέρι μου και το έβαλε στο κεφάλι του. Κατάλαβα ότι ήθελε να τον ευλογήσω, του έκανα το χατίρι, μου έχει τύχει άλλωστε και σε μουσουλμάνους αυτή η επιθυμία, δεν με ξένισε. Μόλις τον ακούμπησα στο κεφάλι του κλείνει τα μάτια του και αυτοσυγκεντρώνεται. Ακούω να ψελλίζει κάτι σαν προσευχές• έκανε επίκληση στο «θεό» Σίβα.

Έχοντας συνέχεια το χέρι μου στο κεφάλι του δεν έχασα την ευκαιρία, άρχισα και εγώ χαμηλόφωνα να λέω τις δικές μας προσευχές. Αίφνης τα μάτια του γύρισαν ανάποδα, παραξενεύτηκα αλλά δεν τα ‘χασα, έδειχνε να είναι αλλού.

Σκέφθηκα ότι αν αρχίσει να ουρλιάζει κανένα δαιμόνιο από μέσα του την βάψαμε, το κέντρο ήταν γεμάτο θαμώνες πολυτελείας, τι θα έκανα αν συνέβαινε κάτι τέτοιο; Στο παρελθόν είχα διαβάσει εξορκισμούς αλλά τώρα δεν είχα ούτε πετραχήλι ούτε ευχολόγιο. Η παρέα μου άρχισε λίγο να «παγώνει».

Το μόνο σίγουρο ήταν ότι αρχίσαμε ένα είδος ιεροτελεστίας που με κανένα τρόπο δεν μπορούσα να το σταματήσω από μέρους μου, έπρεπε να συνεχίσω την προσευχή και όπου έβγαινε.

Άρχισε να περνά η ώρα, η παρέα μου μού ψιθύρισε ότι απασχολώ έναν εργαζόμενο και ότι μπορεί να βρει τον μπελά του από τον προϊστάμενο του.

Το ήξερα, είχαν δίκιο αλλά δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Το πρόσωπό του αλλοιωνόταν χωρίς να ξέρω τι ακριβώς συμβαίνει, μόνο προσευχόμουν και παρατηρούσα ότι άλλαζε συνέχεια μορφές.

Η ώρα περνούσε και εγώ άρχισα να αισθάνομαι στα άκρα των δακτύλων μου κάτι σαν μούδιασμα, σαν ηλεκτρικό ρεύμα μικρής τάσης, ήταν αδύνατον να σταματήσω όμως εδώ που φτάσαμε.

Τι ήταν πάλι κι αυτό που περνούσα; Μόνο αυτό δεν περίμενα να ζήσω εκείνο το απόγευμα. Εγώ είχα βγει απλώς για ένα ρόφημα, ανέμελος και άνετος, ποιος να περίμενε κάτι τέτοιο…

Έλεγα συνέχεια την ευχή στον Ιησού, στην Υπεραγία Θεοτόκο, όσες προσευχές και όσους ψαλμούς του Δαυίδ ήξερα από έξω. Ο Ινδουιστής άρχισε κάποια στιγμή να λυγίζει αργά και σταθερά. Έπεσε στα γόνατα και ήταν σαν να με προσκυνούσε. Μας πλησιάζει ο προϊστάμενος του, φοβάμαι ότι θα μας κάνει παρατήρηση. Ευτυχώς ήταν Κύπριος.

Με πλησιάζει και μου λέει στο αυτί «Πάτερ δείξ’ του τη δύναμη του Θεού μας, εκεί στα Ιμαλάϊα το τρέλαναν το παιδί, βάλ’ του μυαλό!». Έγνευσα θετικά χωρίς να μιλήσω και απομακρύνθηκε. Φαινόταν ότι ήξερε καλά την ιστορία του σερβιτόρου. Μου έφυγε ένα βάρος, είχα την συναίνεση του προϊσταμένου οπότε μπορούσα να συνεχίσω. Επίκληση αυτός, επίκληση εγώ, στα δαιμόνια αυτός, στον αληθινό Θεό εγώ! Εκεί που ήταν στα γόνατα πέφτει ακόμη πιο κάτω και γίνεται ένα με το έδαφος. Περιττό να σας πω, το θέαμα για τον περίγυρο ίσως να άγγιζε τα όρια ταινίας τρόμου.

Η παρέα μου αισθάνθηκε άβολα «μας κοιτάζουν» μου λένε αλλά εγώ τι να έκανα, έπρεπε να συνεχίσω… Είχαμε γίνει όπως φαίνεται θέαμα στους εργαζομένους και στους θαμώνες, ένα παράξενο θέαμα. Κάποια στιγμή συνειδητοποιώ ότι η παρέα στο διπλανό τραπέζι έχει καρφώσει τα μάτια της πάνω μας γεμάτη απορία και αμηχανία! Φοβήθηκε φαίνεται βραδιάτικα από το παράδοξο θέαμα –σε ένα κοσμικό κέντρο δύο τρελοί να κάνουν πράγματα ανεξήγητα– οπότε σηκώνονται και βιαστικά αλλάζουν τραπέζι και όσο μπορούσαν πιο μακριά μας. Μου ήρθε να γελάσω όμως κρατήθηκα.

Είχαν δίκιο οι άνθρωποι, αφού κι εγώ δεν ήξερα τι ακριβώς θα ακολουθούσε. Φανταστείτε το σκηνικό: ένας άντρας ντυμένος στα μαύρα από πάνω έως κάτω, μουσάτος και μακρομάλλης να είναι εδώ και ώρα με ένα μαύρο γκαρσόνι βραδιάτικα κάνοντας παράξενα πράγματα και τελικά να τον ρίχνει κατάχαμα! Δεν ήταν Κύπριοι ούτε Ρώσοι για να διακρίνουν τον Ορθόδοξο κληρικό, μάλλον δεν ήξεραν καν τι είμαι.

Πολλοί ευρωπαίοι αγνοούν την ύπαρξη της Ορθοδοξίας και δεν έχουν δει ποτέ τους Ορθόδοξους ιερείς. Μπορεί να νόμιζαν ότι είμαι μουσουλμάνος τζιχαντιστής ίσως και επικίνδυνος με τόσα που γίνονται τελευταία ή ακόμη και μάγος. Ποιος ξέρει η φαντασία τους τι παιχνίδια τους έπαιξε. Τα λόγια του προϊσταμένου όμως μου δίνουν κουράγιο, συνεχίζω ακάθεκτός, έπρεπε να του δείξω τη δύναμη του Τριαδικού Θεού, να δώσω τη μαρτυρία του Θεανθρώπου.

Σε λίγο πλησιάζει με χαρά το διπλανό άδειο πλέον τραπέζι μια άλλη παρέα ευρωπαίων. Εσύ είσαι που το λες, μόλις κάθισαν στο τραπέζι και έπεσε το βλέμμα τους πάνω μας πετάχτηκαν σαν ελατήρια και έφυγαν κι αυτοί μακριά μας. Πάλι μου ήρθε η διάθεση να γελάσω, αλλά εγώ τη δουλειά μου! Η αλήθεια είναι ότι μέχρι να τελειώσουμε δεν τόλμησε άλλος να καθίσει στο διπλανό τραπέζι παρ’ ότι υπήρχε ζήτηση στο μαγαζί. Μπορεί να κράτησε όλο το σκηνικό 30-40 λεπτά. Δεν με ενδιέφερε η ώρα, ήμασταν και οι δύο αλλού. Με ενδιέφερε η μαρτυρία, η ομολογία, η ιεραποστολή, το μυστήριο που γινόταν εκείνη τη στιγμή μέσα μας και γύρω μας.

Ο Ινδουιστής έτσι όπως ήταν κάτω στο έδαφος σηκώνει αργά το κεφάλι του και το βάζει στα πόδια μου όπως θα έκανε ένας πιστός σκύλος στο αφεντικό του. Κάθισε λίγο σε αυτή τη στάση και σε λίγο άνοιξε τα μάτια του. Είχε ένα ήρεμο και χαρούμενο πρόσωπο, φίλησε το δεξί μου χέρι όπως θα έκανε ένας πιστός χριστιανός και μας έσκασε ένα υπέροχο χαμόγελο δείχνοντας με την έκφραση του προσώπου του μια άπειρη ευγνωμοσύνη. Του χαμογελώ και εγώ. Οι φίλοι μου επιτέλους ανάσαναν, χαλάρωσαν. Με ευχαριστεί. Τον ρωτάμε για ποιο λόγο με ευχαριστεί, τι ακριβώς ένιωσε όλη αυτή τη διάρκεια; Μας απαντά ότι με λόγια δεν μπορεί να εκφράσει αυτό που έζησε. Η παρέα μου επιμένει και με τα λίγα αγγλικά του προσπαθεί να μας εξηγήσει.

«Είστε πάρα πολύ τυχεροί που κάνετε παρέα με έναν τόσο μεγάλο Γκουρού! Όταν μπήκατε στο μαγαζί παρ’ όλο που φοράει μαύρα ρούχα, εγώ είδα να βγάζει από μέσα του φως και αυτό το φως γέμισε όλο το μαγαζί». «Και τι ένιωθες μέσα σου τόση ώρα;». «Δεν μπορώ να σας το περιγράψω με λόγια». «Μα πες μας κάτι για να καταλάβουμε». «Μια δύναμη βγήκε από το χέρι του και μπήκε μέσα μου, μέσα στο σώμα μου και πήγε παντού και καθάρισε βαθιά μέσα μου κάθε κακό που υπήρχε, από κάθε κακό που είχα κάνει. Νιώθω πάρα πολύ καλά, είναι πάρα πολύ μεγάλος Γκουρού, αυτό είχαν να το νιώσω από τα Ιμαλάϊα, δεν το έχω ξανά νιώσει από τότε ούτε περίμενα ότι κάποιος θα μπορούσε να με κάνει να το νιώσω. Ο φίλος σας έχει πάρα πολύ μεγάλη δύναμη είναι πάρα πολύ μεγάλος Γκουρού. Μου έφυγε από μέσα μου ένα πολύ μεγάλο βάρος, το βάρος του κακού!» μας έλεγε συνέχεια.

Έλεγε αυτά τα λόγια και πετούσε από χαρά και δέος. Προσπαθήσαμε να του εξηγήσουμε ότι δεν ήταν δική μου η δύναμη που αισθάνθηκε αλλά του Χριστού. Δεν ήθελε να το παραδεχθεί, το αρνιότανε. «Η δύναμη έβγαινε από τον ίδιο όχι από τον Χριστό». Του εξηγούσαμε ότι αυτή η δύναμη προέρχεται από την Ιερωσύνη, ότι την δίνει ο Χριστός στον ιερέα αλλά ήταν αδύνατον να καταλάβει την έννοια της Ιερωσύνης, ή δεν είχε ανάλογες παραστάσεις ή τα αγγλικά του ήταν ελάχιστα και δεν μπορούσε να καταλάβει τι του λέγαμε. Επέστρεψε στην εργασία του αφού πρώτα υποκλίθηκε και μου φίλησε το χέρι.

Φεύγοντας με κοιτούσε στα μάτια, σκέφθηκα να ανταλλάξουμε email δεν ήθελα να διακόψουμε την επικοινωνία μας. Όποτε μου έγραφε με αποκαλούσε «Γκουρού» μέχρι που του έμαθα να με αποκαλεί «πατέρα». Η θεία Λέλα είχε πλάκα. Την επόμενη μέρα με φωνάζει κοντά της και με παρακαλεί «Πάτερ μου μήπως θα ήταν καλό τα λόγια που είπες εχθές στον Ινδουιστή να μου τα πεις και σε μένα να φύγει το κακό από μέσα μου;». Προσπάθησα να της εξηγήσω ότι αυτό που έγινε εχθές ήταν κάτι πολύ ιδιαίτερο και μοναδικό. Ότι αυτή είναι βαπτισμένη και χρειάζεται τα μυστήρια της Εκκλησίας μας, την προσευχή, την εξομολόγηση και την Θεία Κοινωνία. Δεν ξέρω αν κατάλαβε.

Πάντως η εμπειρία ήταν συγκλονιστική. Κανένας μας δεν θα μπορέσει να την ξεχάσει. Ο Ινδουιστής μού θύμισε τους Μάγους από την Περσία. Ο αληθινός Θεός του φανερώθηκε επειδή είχε καλή διάθεση. Εμένα πάλι μου φανέρωσε την δύναμη που έχουμε μέσα μας όλοι οι ιερείς αλλά την αγνοούμε. Με προβλημάτισε, με έκανε να σκέφτομαι πιο σοβαρά αυτό που είμαι.

Μήνες μετά έτυχε να επισκεφθώ πάλι την Κύπρο αλλά από την διαμετρικά αντίθετη πλευρά, δεν θα πήγαινα καθόλου προς την πόλη που έμενε. Μόλις το έμαθε πήρε όλα τα μέσα που μπορούσε να χρησιμοποιήσει και ήρθε και με βρήκε. Ήθελε να συνεχίσουμε τη γνωριμία μας. Ήθελε να μάθει περισσότερα για την Ορθόδοξη Εκκλησία και την πνευματικότητά της.

Μακάρι κάποια μέρα να μπορέσω να τον πάω στο Άγιον Όρος, είμαι σίγουρος ότι ο Θεός θα του δείξει σημεία και θα ασπασθεί εύκολα την Ορθόδοξη Πίστη. Προς το παρόν έχουμε κρατήσει μια επικοινωνία.

Είχα δίλημμα αν θα έπρεπε να δημοσιοποιήσω το περιστατικό. Ίσως κάποιοι να θεωρήσουν ότι θέλω να προβάλλω τον εαυτό μου ή κάποιοι άλλοι να αμφισβητήσουν τελείως το γεγονός. Δεν με νοιάζει τι θα σκεφθεί ο καθένας εγώ ήθελα να καταγράψω το γεγονός όπως το ζήσαμε και μπορούν να το πιστοποιήσουν και οι μάρτυρες που ήταν μπροστά. Αλλά σκέφθηκα και το άλλο, γράφονται τόσες και τόσες σαβούρες στο διαδίκτυο γιατί να μην καταγραφεί ένα περιστατικό ζωντανό, των ημερών μας, που δείχνει το μεγαλείο και την δόξα της Ιερωσύνης! Η Ιερωσύνη που είναι ο Χριστός παρατεινόμενος στους αιώνες!

Βλέπω δυστυχώς Έλληνες «Ορθοδόξους» που διστάζουν να σου φιλήσουν το χέρι, ντρέπονται να κάνουν την κίνηση και βλέπεις ο Ινδουιστής να θαυμάζει το μεγαλείο της Ιερωσύνης και να φιλάει με σεβασμό το χέρι σου. Είναι ένα μεγάλο μάθημα για τους πιστούς, ακόμη μεγαλύτερο μάθημα για τους ιερείς για να ξέρουν τι δύναμη έχουν μέσα τους.

Είναι μια ιστορία που έπρεπε να δημοσιευτεί προς δόξα του μεγάλου και αληθινού και μοναδικού Τριαδικού Θεού! Αυτώ η δόξα και το Κράτος εις τους αιώνες των αιώνων. Αμήν!

Αρχιμ. Συμεών Αναστασιάδη, Εφημέριου Γεν. Νοσοκομείου Θεσ/νίκης «Αγ. Παύλος», Ι.Μ. Καλαμαριάς

Πηγή: Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδος

TOP NEWS