Ανοιξιάτικες και Σαρακοστιανές Λαϊκές Τελετουργίες Α’

  • Δόγμα

Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ, Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης

       Η Σαρακοστή δεν είναι μόνο μια σημαντική χρονική περίοδος με θρησκευτικό νόημα, καθώς αποτελεί στάδιο νηστείας εν αναμονή του Πάσχα. Αποτελεί και περίοδο με ιδιαίτερη λαογραφική σημασία, αφού συνδυάζει αρχαίες γονιμικές τελετουργίες με την ζέουσα πίστη του ελληνικού λαού στην ορθόδοξη παράδοση.

Μεταξύ της Αποκριάς και της Μεγάλης Εβδομάδας, η Σαρακοστή τιμάται ιδιαιτέρως από τον ελληνικό λαό, ως στάδιο προετοιμασίας αλλά και ως κρίσιμη εορτολογική περίοδος, που προετοιμάζει την ανοιξιάτικη βλάστηση και την καλοκαιρινή συγκομιδή, γεγονότα κρίσιμα επίσης για την επιβίωση των παραδοσιακών κοινοτήτων.

Το πρώτο Σάββατο, εορτή του διά κολλύβων θαύματος του αγίου Θεοδώρου, ο ελληνικός λαός το τιμά ως Ψυχοσάββατο, παρασκευάζει κόλλυβα και μνημονεύει τους προσφιλείς νεκρούς του, οι δε κοπέλες παλαιότερα έβαζαν από τα κόλλυβα αυτά κάτω από το μαξιλάρι τους, επικαλούμενες τελετουργικά τους αγίους Θεοδώρους, με σκοπό την πρόκληση μαντικών ονείρων περί γάμου. Ανάλογη γονιμική – ευλογητική της φύσης σημασία είχε και η λιτανεία των εικόνων, κατά την Κυριακή της Ορθοδοξίας. Με την περιφορά των εικόνων στα όρια του οικισμού και την πάνδημη συμμετοχή σε αυτήν, εξαγιαζόταν η φύση, ευλογούνταν οι παραγωγικές δραστηριότητες των κατοίκων και ευλογούνταν οι καλλιέργειες και οι προσδοκώμενες σοδειές, κάτι που ήταν ιδιαιτέρως σημαντικό για τις παραδοσιακές ελληνικές κοινότητες, με τον αγροτοκτηνοτροφικό χαρακτήρα τους. Γενικότερα οι σαρακοστιανές και οι πασχαλινές λιτανείες έχουν παρόμοιο αγιαστικό της φύσης χαρακτήρα, καθώς εντοπίζονται σε μια σημαντική και σημαδιακή για την πρόοδο της βλάστησης και της ανοιξιάτικης αναγέννησης της φύσης στιγμή, μια στιγμή πραγματικά διαβατήρια και οριακή, ένα εορτολογικό όριο με φυσικές συνιστώσες, καταβολές και ρίζες.

Αλλά και τα λουλούδια ή τα φυτά – συνήθως δενδρολίβανο – που στόλιζαν τον Τίμιο Σταυρό κατά την έκθεσή του για προσκύνηση, την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, είχαν παρόμοιο αγιαστικό και προφυλακτικό χαρακτήρα. Οι γυναίκες τα μετέφεραν με ευλάβεια στα σπίτια τους και τα φύλαγαν στο εικονοστάσι, το κέντρο της οικιακής λατρευτικής τιμής. Εκεί τα αποξήραιναν και τα χρησιμοποιούσαν για να καπνίζονται με αυτά, καθώς τα έκαιγαν στο θυμιατό, σε περιπτώσεις ασθενειών, για να αποδιώχνουν την βασκανία, ακόμη και για να αποτρέπουν και να εξορκίζουν τις ξαφνικές, βίαιες και συχνά ολέθριες ανοιξιάτικες και καλοκαιρινές κακοκαιρίες. Πίστευαν ότι αυτά τα «σταυρολούλουδα» αποκτούσαν, δια της επαφής τους με το σταυρό, υπερφυσικές ιδιότητες, και είχαν τη δύναμη να τις μεταφέρουν στους πιστούς. Αλλά και η παρόμοια χρήση των λουλουδιών με τα οποία είχε στολιστεί η εικόνα της Παναγίας, κατά τις ακολουθίες των Χαιρετισμών και του Ακαθίστου Ύμνου, στην ίδια κατηγορία τελετουργικών πράξεων εντάσσεται.

Ιδιαίτερο εθιμικό και τελετουργικό βάρος και χαρακτήρα έχει η πρώτη μέρα της Σαρακοστής, η Καθαρά Δευτέρα, η οποία ονομάστηκε έτσι από το λαό καθώς ταυτίζεται με την πνευματική και σωματική «κάθαρση», στην αρχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, αλλά και επειδή οι νοικοκυρές καθάριζαν τα σκεύη τους όλη μέρα από το φαγοπότι της αποκριάς. Η ονομασία Κούλουμα που χαρακτηρίζει τη καθαροδευτεριάτικη έξοδο και το πέταγμα του χαρταετού, κατά το Ν. Γ.  Πολίτη προέρχεται από τη λατινική λέξη cumulus που σημαίνει τον σωρό του σπόρου όπου έστηναν το λυχνιστήρι στο τέλος του αλωνίσματος, άρα συνεκδοχικά την αφθονία αλλά και το τέλος.

Θα συνεχίσουμε όμως σχετικά και στο επόμενο άρθρο μας, δεδομένου ότι τα έθιμα της Σαρακοστής αποτελούν βασικό κομμάτι του ελληνικού λαϊκού εορτολογικού κύκλου.

TOP NEWS