Ομιλία στην Δ΄ Κυριακή των Νηστειών

  • Δόγμα

Ένας πονεμένος πατέρας, ο πατέρας του σεληνιαζομένου, ψάχνοντας για τον θαυματουργό Ιατρό ᾽Ιησού, συνάντησε τους εννέα μαθητές του, παρακαλώντας τους να θεραπεύσουν το ταλαίπωρο παιδί του. Μα αυτοί, παρόλο που είχαν λάβει εξουσία από τον Κύριο να εκβάλλουν δαιμόνια και να θεραπεύουν ασθενείς, δεν μπόρεσαν τότε να θεραπεύσουν τον νέο, με πρόνοια ασφαλώς του Θεού και για δοκιμασία της πίστης του πατέρα του νέου.

Του Αρχιμ. Φωτίου Ιωακείμ

Η μεγάλη αγάπη και απέραντη στοργή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού προς τα παιδιά και τους νέους κατά την επίγεια ζωή Του, αγαπητοί εν Κυρίω αδελφοί, υπήρξε ιδιαίτερα έκδηλη και διαφαίνεται σε πλείστα σημεία των ιερών Ευαγγελίων.

Όταν κάποτε στην πόλη της Καπερναούμ ερωτήθηκε από τους μαθητές του, ποιος θα είναι ο μεγαλύτερος στη Βασιλεία των ουρανών, ο Κύριός μας προσκάλεσε ένα παιδάκι, το έβαλε ανάμεσά τους, και είπε: «Εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών». Όταν άλλοτε πάλιν κάποιες μητέρες του έφεραν τα μικρά παιδιά τους να τα ευλογήσει και οι μαθητές του Χριστού, θεωρώντας πως ο Διδάσκαλος θα ενoχλείτο, τις επέπληξαν και εμπόδισαν, ο Κύριος, παρεμβαίνοντας με ιερή αγανάκτηση για την ενέργειά τους αυτή, τους είπε: «Άφετε τα παιδία έρχεσθαι προς με και μη κωλύετε αυτά· των γαρ τοιούτων εστίν η βασιλεία του Θεού».

Την αγάπη ακόμη του Δεσπότου προς τα παιδιά και τους νέους φανερώνουν και πολλά θαύματά Του: Ανέστησε τη νεκρή κόρη του Ιαείρου· απάλλαξε από ακάθαρτο δαιμόνιο την κόρη της Χαναναίας· θεράπευσε τον άρρωστο υιό του βασιλικού στην Κανά της Γαλαιλαίας· ανέστησε τον μονάκριβο υιό της χήρας στη Ναίν. Κι ακόμη, θεράπευσε τον δυστυχισμένο εκείνο σεληνιαζόμενο νέο από το δαιμόνιο, όπως μας εξιστορεί η σημερινή ευαγγελική περικοπή.

Το γεγονός τούτο της θαυμαστής ίασης του νέου εκείνου συνέβη αμέσως μετά τη Μεταμόρφωση του Κυρίου. Κατεβαίνοντας δηλαδή ο Κύριος με τους τρεις εκλεκτούς του μαθητές από το Θαβώρειο όρος, βρήκε όχλο πολύ συναθροισμένο, να συζητά με τους υπόλοιπους αποστόλους. Τι είχε προηγηθεί; Ένας πονεμένος πατέρας, ο πατέρας του σεληνιαζομένου, ψάχνοντας για τον θαυματουργό Ιατρό ᾽Ιησού, συνάντησε τους εννέα μαθητές του, παρακαλώντας τους να θεραπεύσουν το ταλαίπωρο παιδί του. Μα αυτοί, παρόλο που είχαν λάβει εξουσία από τον Κύριο να εκβάλλουν δαιμόνια και να θεραπεύουν ασθενείς, δεν μπόρεσαν τότε να θεραπεύσουν τον νέο, με πρόνοια ασφαλώς του Θεού και για δοκιμασία της πίστης του πατέρα του νέου. Κι ακόμη για να ταπεινωθούν και διδαχθούν περαιτέρω οι τότε ατελείς εισέτι απόστολοι. Τούτο επιβεβαίωσε και ο Κύριος, όταν απάντησε στον δύστυχο εκείνο γονιό, που του διεκτραγώδησε τα φοβερά πάθη και δοκιμασίες του παιδιού του: «Ω γενεά άπιστη, μέχρι πότε θα βρίσκομαι μαζί σας; Μέχρι πότε θα σας ανέχομαι;» Κι όταν ζήτησε να οδηγήσουν τον ασθενή κοντά του, το δαιμόνιο σπάραξε τον νέο, που έπεσε χάμω και άρχισε να κυλιέται στη γη, βγάζοντας αφρούς από το στόμα του.

Όπως δε ερμηνεύουν κάποιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, ο διάβολος στην περίπτωση τούτη του νέου, όπως και σε άλλες παρόμοιες, παραμόνευε πότε θα ήταν πανσέληνος, για να εκδηλώσει τις φοβερές εκείνες επενέργειές του στο πλάσμα που κατοικούσε, ώστε οι άνθρωποι να εξαπατηθούν και να αποδώσουν τα πάθη αυτά στην ενέργεια της σελήνης (εξ ου και σεληνιασμός) και κατ᾽ επέκταση στον Θεό, κι όχι στον διάβολο. Και κάτι ακόμη να προσθέσουμε: Παρόμοια παθολογικά συμπτώματα μπορεί να παρουσιάσει και ένας που πάσχει καθαρά βιολογικά, δηλ. με ασθένεια στο κεντρικό νευρικό σύστημα (εγκέφαλο), χωρίς να σημαίνει ότι ο άνθρωπος έχει δαιμόνιο. Ο δαιμονιζόμενος ξεχωρίζει σαφώς από ένα βιολογικά ασθενή: Από την αλλοίωση των χαρακτηριστικών του προσώπου του, από το ότι βρίζει τα θεία, αντιδρά σε ο,τι ιερό, π.χ. μπροστά στον σταυρό, σε άγια λείψανα, κ.λπ.

Ο Κύριος, προσέξτε, τι ρώτησε στη συνέχεια τον πατέρα του: Από πότε του συμβαίνουν αυτά; Μήπως δεν γνώριζε ο Παντογνώστης; Ασφαλώς, ναί! Αλλά ρώτησε, για να τον οδηγήσει να εξομολογηθεί δημόσια το πότε: «Παιδιόθεν», απάντησε ο πατέρας. «Και πολλές φορές τον έβαλε και σε φωτιά και τον έριξε σε ποταμούς και λίμνες, για να τον σκοτώσει! Αλλά, σπλαγχνίσου μας, και βοήθησέ μας, όπως μπορείς!» Ομολόγησε λοιπόν ο πατέρας πως από μικρό παιδί βασανιζόταν ο γυιός του, αλλά, όπως φαίνεται, δεν είχε φροντίσει από τότε να προσπέσει στον Θεό, να οδηγήσει το πολυβασανισμένο του παιδί στον Θεό έγκαιρα, για να το απαλλάξει από τέτοια πανώδυνη μάστιγα. Κι όταν ο Χριστός, δοκιμάζοντάς τον μια τελευταία φορά, του είπε το περίφημο, «ει δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι», κι εκείνος κραύγασε με δάκρυα, «πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τη απιστία», καμπτόμενος ο Φιλάνθρωπος και επιβραβεύοντας τη βαθειά του πλέον πίστη, θεράπευσε τον νέο, απαλλάσοντάς τον από τον αδυσώπητο εκείνο δαίμονα. Όταν κατόπιν ερώτησαν τον Διδάσκαλο οι μαθητές, γιατί δεν μπόρεσαν εκείνοι να εκβάλουν το δαιμόνιο από τον πάσχοντα, απαντώντας, τους μυσταγώγησε σε δύο βασικές αλήθειες της Πίστης μας: Πρώτον, ότι υπάρχουν γένη, ποικίλα δηλαδή δαιμονικά τάγματα, όπως υπάρχουν και αγγελικά τάγματα, και πως το δαιμόνιο εκείνο άφησε να νοηθεί πως ανήκε σε αρχικό τάγμα, όπως λέμε, ήταν δηλονότι μεγαλύτερο και σκληρότερο. Κι ακόμη είπε ο Κύριος πως χρειάζεται πολλή προσευχή και νηστεία, για να διωχθεί τέτοιο αρχικό δαιμόνιο. Τούτο το τελευταίο συνδέει την περικοπή με την περίοδο των Νηστειών της αγίας Τεσσαρακοστής, που Χάριτι Θεού διανύουμε. Και μας διδάσκει έτσι η Εκκλησία ότι με τη γνήσια νηστεία και τη με ταπείνωση προσευχή των ημερών τούτων μπορούμε να καταπολεμήσουμε τα πάθη μας και τον υποκινητή τους διάβολο, που δεν παύει να πολεμεί τους πιστούς.

Αγαπητοί μου αδελφοί, η στάση του πατέρα του ταλαίπωρου εκείνου νέου θέτει ένα σημαντικώτατο ερώτημα και για τους γονείς κάθε εποχής, ασφαλώς και τους σημερινούς γονείς. Που οδηγούν και προς τα που κατευθύνουν τα παιδιά τους; Με ποιες αρχές τα διαπαιδαγωγούν; Κι ακόμη, αν παρασυρθούν και εμπλακούν στα γρανάζια της ποικιλώνυμης διαφθοράς των καιρών μας, πότε και που προσφεύγουν για βοήθεια; Σε ποιόν αποτείνονται, να τα σώσει από την κατρακύλα στο βάραθρο της απώλειας;

Εδώ, μπορούμε να διακρίνουμε τρεις κατηγορίες γονέων. Πρώτον, τους αδιάφορους γονείς. Η μεγάλη αυτή κατηγορία γονέων παραμένει ανυποψίαστη για τις μεγάλες ευθύνες που έχει για την ψυχική καλλιέργεια των παιδιών τους. Όλο το ενδιαφέρον τους εξαντλείται συνήθως στο να εξασφαλίσουν σ᾽ αυτά υλικά μέσα και ανέσεις. Να τα μεγαλώσουν, χωρίς να τους λείψει τίποτε. Να τα μορφώσουν, για να πάρουν ένα καλό πόστο και να έχουν άφθονα χρήματα. Η άλλη κατηγορία, είναι οι λεγόμενοι μοντέρνοι και προοδευτικοί γονείς, που θεωρούν αναχρονιστικό να οδηγήσουν τα παιδιά τους στον Χριστό και στην Εκκλησία.

Όχι μόνο δεν τους δίνουν μια χριστιανική αγωγή, αλλά ειρωνεύονται το έργο της Εκκλησίας, και τα εμποδίζουν να διαβάσουν κάτι πνευματικό, η και να εξομολογηθούν. Και οι δύο αυτές κατηγορίες γονέων υποδηλώνουν πως βλέπουν τα παιδιά τους μόνο ως σάρκες. Τους διαφεύγει πως έχουν μέσα τους μια αθάνατη ψυχή με τις δικές της ανάγκες, ανάγκες καθαρά πνευματικές. Κι ότι πρώτιστο καθήκον τους είναι να εμφυτεύσουν στις καθαρές τους καρδιές τον φόβο και την αγάπη του Θεού, την Πίστη σ᾽ αυτόν και την υπακοή στο άγιο θέλημά Του. Και, δυστυχώς, την αμέλεια τούτη των γονιών αυτών, σπεύδει αναπόφευκτα να αναπληρώσει το πεζοδρόμιο, ο σωματέμπορος, ο έμπορος ναρκωτικών, ο «ξεσκολισμένος» συμμαθητής η συμμαθήτρια, η ντισκοτέκ και τα ποικιλώνυμα μπαράκια. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά και επιβεβαιώνονται από την καθημερινότητα με μαθηματική ακρίβεια. Τέλος υπάρχουν ασφαλώς και οι ευλογημένοι εκείνοι γονείς, που, συναισθανόμενοι το μέγιστο ηθικό τους χρέος προς τα νεαρά τους βλαστάρια, αγωνίζονται πρώτα οι ίδιοι να ζούν με συνέπεια την εν Χριστώ ζωή, και μεταβάλλουν στη συνέχεια την οικογένειά τους σε μία «κατ᾽ οίκον εκκλησία». Παρακολουθούν, σαν καλοί άγγελοι, νυχθημερόν τα παιδιά τους και επαγρυπνούν στην ανατροφή τους «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Σε μια τέτοια οικογένεια βασιλεύει ο Χριστός και επιδαψιλεύεται κάθε ευλογία Του.

Αδελφοί μου, στις μέρες μας, που καταρρέει ο χάρτινος πύργος του νεοπλουτισμού και υλικού ευδαιμονισμού, περισσότερο παρά άλλοτε πρέπει να κρατηθούμε από την ακράδαντη πέτρα της Πίστης μας και σ᾽ αυτήν να στεριώσουμε, κι εμείς και τα παιδιά μας, το μέλλον του τόπου μας. Να αντιληφθούμε ότι η σημερινή πολιτικοικονομική και εθνική μας κρίση είναι αποτέλεσμα της μακρόχρονης πνευματικής κρίσης εμάς των νεωτέρων Κυπρίων. Καλούμαστε, λοιπόν, να προσπέσουμε στον ελεήμονα Θεό μας με πίστη, ελπίδα αλλά και μετάνοια, γνήσια μετάνοια. Και, κατά την αψευδή του Κυρίου επαγγελία, που είπε, «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού, και ταύτα πάντα (τα απαραίτητα για την επί γης ευημερία μας) προστεθήσεται υμίν», αφού ταπεινωθούμε όλοι μας και μετανοήσουμε ειλικρινά για τα λάθη και πάθη μας και εκζητήσουμε αληθινά τον Θεό, δεν θα μας παραβλέψει η αγαθότητά Του. Αλλά, και την παρούσα πρόσκαιρη ζωή μας θα ευλογήσει να τη διέλθουμε ειρηνικά, και εκείνης της αιώνιας και αληθινής θα μας αξιώσει, με τις πρεσβείες της Θεοτόκου και όλων των αγίων. Αμήν!

TOP NEWS