Μητρόπολη Σάμου: Η Κυριακή των Αγίων Πάντων

  • Δόγμα

Οἱ Ἅγιοι κάθε ἐποχῆς φανερώνουν τόν τρόπο, μέ τόν ὁποῖο τό Ἅγιο Πνεῦμα διά τῶν ἱερῶν Μυστηρίων συγκροτεῖ τήν Ἐκκλησία, ὡς τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ καθιστοῦν ὀφθαλμοφανῆ καί χειροπιαστή θά μπορούσαμε νά ‘ποῦμε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, πάνω στόν κόσμο καί ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους.

Ἡ ἑορτή τῶν Ἁγίων Πάντων κοσμεῖ τήν σημερινή, πρώτη Κυριακή μετά τήν Πεντηκοστή. Ἡ Ἐκκλησία μας θέλει νά ἐπισημάνει, ὅτι ὅλοι οἱ Ἅγιοι, γνωστοί καί ἄγνωστοι, ἀποτελοῦν τήν πνευματική καρποφορία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς αἰῶνες.

Ἀρχικῶς ὁ ἑορτασμός ἀφοροῦσε σέ ὅλους τούς Mάρτυρες, ἀλλά προϊόντος τοῦ χρόνου συμπεριέλαβε καὶ ὅλους τούς Ἁγίους, διότι ὅλοι οἱ Ἅγιοι μέ τήν ζωή, τήν διδασκαλία ἤ τό μαρτύριο τους δόξασαν τόν Θεό. Ἐπίσης σήμερα ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ ὅλους ἐκείνους τούς ἀφανεῖς Ἁγίους, τῶν ὁποίων οὔτε τά ὀνόματα γνωρίζουμε, οὔτε ἔχουμε στοιχεῖα γιά τήν ζωή τους, ἀλλ’ ὅμως κι ἐκεῖνοι ἀγωνίσθηκαν καί ἄθλησαν «διά τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί διά τήν μαρτυρίαν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ἀποκ. α΄9). Γιά τόν λόγο αὐτό σήμερα ἑορτάζουν καί ὅλοι ἐκεῖνοι, πού φέρουν ὀνόματα, πού δέν ἔχουν κάποιον γνωστό ἑορταζόμενο Ἅγιο.

Οἱ Ἅγιοι κάθε ἐποχῆς φανερώνουν τόν τρόπο, μέ τόν ὁποῖο τό Ἅγιο Πνεῦμα διά τῶν ἱερῶν Μυστηρίων συγκροτεῖ τήν Ἐκκλησία, ὡς τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ καθιστοῦν ὀφθαλμοφανῆ καί χειροπιαστή θά μπορούσαμε νά ‘ποῦμε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, πάνω στόν κόσμο καί ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Αὐτοί ποὺ εὐεργετικὰ παρατείνουν μὲ τήν ἄσκηση ἤ τό μαρτύριό τους τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ μέσα στήν ἱστορία. Ἄς θυμηθοῦμε τήν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα, πού διαβάζεται στίς μνῆμες τῶν μαρτύρων (βλ. Ἠσ. ΜΓ 10-14). Σέ αὐτήν ξεκάθαρα ἐπισημαίνεται, ὅτι ὁ Θεός δίδει τήν μαρτυρία του μέσα ἀπό τούς Ἁγίους Μάρτυρες κι ἐκεῖνοι μέ τή σειρά τους καθιστοῦν ζῶσα τήν παρουσία Του ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στήν Ἀποκάλυψη περιγράφει μέ γλαφυρότητα τό πλῆθος τῶν ψυχῶν τῶν Μαρτύρων, πού βρίσκονται κάτω ἀπό τό οὐράνιο θυσιαστήριο καί περιμένουν τήν δικαίωσή τους, γιά τήν μαρτυρία πού ἔδωσαν, ὁμολογώντας μέ τήν θυσία τους τήν πίστη τους στόν Χριστό. (βλ. Ἀποκ. ς΄ 9-10)

Ἡ σημερινή ἑορτή τῶν ἁγίων Πάντων ἦταν καί ἐκ τῶν πλέον ἀγαπημένων ἑορτῶν τῶν Ἁγίων Κολλυβάδων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἄσκησαν εὐεργετική ἐπίδραση στά Νησιά μας στά τέλη τοῦ 18ου αἰῶνος. Τότε, στά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, προετοίμασα καί στήριξαν πνευματικά τήν ἐθνεγερσία τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821, μέσα ἀπό τήν θεοειδῆ ἐμπειρία τῶν Ἁγίων μας, τήν ὁποία κοινοποιοῦσαν μέ τή ζωή καί τό ἔργο τους στούς ὑπόδουλους Ἕλληνες, μέ σκοπό τήν πνευματική ὠφέλειά τους. Ἔτσι μποροῦμε νά δικαιολογήσουμε καί  τήν σημαντική ἐνασχόλησή τους μέ τήν ἑορτή τῶν Ἁγίων Πάντων, μέχρι μάλιστα τῶν ἡμερῶν μας ἀπό τούς διαδόχους τους. Ὁ Νάξιος Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ πολυγραφότατος συγγραφέας καί θεολόγος τοῦ κινήματος τῆς φιλοκαλικῆς ἀναγέννησης τῶν Ἁγίων Κολλυβάδων, ἐμπλούτισε τήν ἀσματική Ἀκολουθία τῶν Ἁγίων Πάντων καί συνέγραψε κι ἕνα ὄμορφο ἀπολυτίκιο, στό ὁποῖο ὀνομάζει τούς Ἁγίους μας «βλαστούς Εὐαγγελίου καί καρπούς ἀμαράντους». Τά ἁγιογραφικά ἐργαστήρια τῶν Μοναστηριῶν τους ἱστόρησαν ὡραῖες εἰκόνες τῶν ἁγίων Πάντων καί πολλά Παρεκκλήσια ἀνεγέρθηκαν πρός τιμήν τους.

Αὐτοί λοιπόν οἱ Ἅγιοι Κολλυβᾶδες Πατέρες στά μέσα τοῦ 18ου αἰῶνος ἐπέλεξαν νά ἀποχωρήσουν ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος ἐξαιτίας τῆς φιλονικίας, πού ξέσπασε γιά τό ἄν θά ἔπρεπε τά μνημόσυνα  νά τελοῦνται μόνο τό Σάββατο ἤ καί τήν Κυριακή. Μέ ἀφορμή αὐτήν τήν ἔριδα καί ἀρνούμενοι νά νεκρολογοῦν τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς, ὡς κατ’ ἐξοχήν ἡμέρας ἀναστάσιμης χαρᾶς, ἀνανέωσαν καί διεφύλαξαν τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Φεύγοντας ἀπό τόν Ἅγιον Ὄρος καί ἐγκαθιστάμενοι κυρίως στά Νησιά μας, μεταλαμπάδευσαν τήν γνήσια Ὀρθόδοξη παράδοση σέ ὅλο τό ὑπόδουλο Γένος. Ἐμψύχωσαν τούς ὑπόδουλους Χριστιανούς χρησιμοποιώντας τίς ἀνεξάντλητες καί σωστικές δυνάμεις τῆς ὀρθόδοξης λατρείας καί πνευματικότητας, οἱ ὁποῖες ἀνέδειξαν τούς Ἁγίους κάθε ἐποχῆς.

Ἀνήγειραν Ναούς καί Μοναστήρια, τά ὁποῖα κατέστησαν κέντρα Ὀρθόδοξης πνευματικότητας. Προέβαλαν ἐναγωνίως ἀνάμεσα στ’ ἄλλα α) τή συχνή θεία Μετάληψη, β) τήν τιμή τῆς Κυριακῆς, ὡς κατ’ ἐξοχήν ἡμέρας Ἐκκλησιασμοῦ καί θείας Κοινωνίας καί γ) τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, καταρτίζοντας ἔτσι ἕνα πνευματικό τρίπτυχο, πού ὄφειλε νά τηρεῖ ὁ κάθε πιστός Χριστιανός. Προώθησαν τή μελέτη τῶν πατερικῶν, ἀσκητικῶν καί νηπτικῶν κειμένων, τά ὁποῖα ἐξέδωσαν πρός ὠφέλειαν τῶν πιστῶν μέ πολλούς κόπους καί θυσίες. Ἔδωσαν ἔμφαση στήν ἄθληση τῶν Νεομαρτύρων τῆς Τουρκοκρατίας καί ἐξέδωσαν πρός τιμήν τους ἱερές Ἀκολουθίες.

Μέ τόν τρόπο αὐτό οἱ ὑποδουλοι Ἕλληνες πῆραν θάρρος, ἄρχισαν νά ἐκκλησιάζωνται περισσότερο, νά προσεύχωνται καλύτερα, νά διδάσκωνται τήν χριστιανική πίστη καί ζωή μέσα ἀπό τά ἱερά συναξάρια. Κατά συνέπειαν ξεκίνησαν νά ἀντιπαραβάλωνται μέ τούς Ἁγίους καί τούς μιμοῦνται, νά ἐξομολογοῦνται τίς ἁμαρτίες τους καί νά μετέχουν συνειδητά τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, δημιουργώντας καί μεταξύ τους ἕνα εὐγενῆ ἀνταγωνισμό.  Ζοῦσαν «ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου, ἀλλ’ ὅμως βίωναν τήν ἐλευθερία Χριστοῦ καί ἔτσι πέτυχαν τήν ἀπελευθέρωσή τους ἀπό τήν Ὀθωμανική σκλαβιά. Καί τό σπουδαιότερο εἶναι πώς ἀντάλλαξαν τήν ἐφήμερη ζωή πάνω στή γῆ μέ τήν αἰώνια μακαριότητα τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.

Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,

Ἡ ἀγωνία καί ὁ ἀγῶνας τῶν Ἁγίων Κολλυβάδων Πατέρων τότε, ἀλλά καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας κάθε ἐποχῆς καί ἰδίως τῆς σύγχρονης, εἶναι νά ἐπισημάνουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας ὡς Σῶμα τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μουσειακό ἔκθεμα, ὅπως τήν ἀντιμετωπίζουν κάποιοι. Εἶναι κοινωνία Ἁγίων, δηλαδή σχέση μέ τόν κατ’ ἐξοχήν καί στήν ἀπόλυτη ἔννοια Ἅγιο, πού εἶναι ὁ Θεός. Ἡ Ἁγιότητα εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας.  Ὅμως δέν ἐπιτυγχάνεται μέ τίς ἐπιταγές τοῦ κόσμου, ὅπως τίς θεωρεῖ ἡ σύγχρονη κοινωνία μας. Σ’ ἐμᾶς ὁ Θεός χαρίζει τήν Ἁγιότητα ὡς δωρεά. Ἡ ἁγιότητα λοιπόν ἑνός ἑκάστου πηγάζει ἀπό τήν σχέση του μέ τόν Θεό. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι διεφύλαξαν τήν σχέση μέ τόν Θεό, ὡς τόν πολύτιμο θησαυρό τῆς ζωῆς τους. Δέν ἔβαλαν τίποτε πάνω ἀπό τόν Θεό στή ζωή τους. Καί ὅ,τι ἐρχόταν σέ ἀντίθεση μέ αὐτήν τήν σχέση, τό ἀπέρριπταν, γιά νά μήν χάσουν τήν κοινωνία μέ τόν Θεό, ἀκόμη κι ὅταν  τούς ἀπειλοῦσαν ἤ τούς ἔταζαν πλούτη καί ἀξιώματα.

Δυστυχῶς ἐμεῖς μάθαμε νά ἀξιολογοῦμε τή ζωή μας πιό πολύ μέ τά κριτήρια τοῦ κόσμου, παρά μέ τά κριτήρια τοῦ Θεοῦ. Πόσοι ἀλήθεια λένε: «Τί θά πεῖ ὁ κόσμος;» Πότε ὅμως ἀναρωτήθηκε κάποιος: «Τί λέει ὁ Θεός;» Ἀκόμη κι αὐτή τήν σχέση μας μέ τόν Θεό μέσα ἀπό τή λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, πολλές φορές, τήν «κόβουμε καί τήν ράβουμε στά μέτρα μας», κατά τήν λαϊκή ἔκφραση. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης, λέει: «Μήν πτοεῖσαι ἀπό τό τί λένε οἱ ἄνθρωποι γιά σένα, αὐτός εἶναι διαβολικός φόβος. Συλλογίσου τί ὁ Θεός λέει γιά σένα, τί οἱ Ἄγγελοι καί οἱ Ἅγιοι λένε γιά σένα». Γι’αὐτό μᾶς χρειάζεται νά ἐντρυφήσουμε στή ζωή καί τήν πολιτεία τῶν Ἁγίων καί νά βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα γιά τήν δική μας διαγωγή. Ὁ ἄρτι ἀναδειχθείς Ὅσιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής καί Σπηλαιώτης ἔλεγε: «Οἱ Ἅγιοι εἶναι ἕνα καθρέφτης γιά νά βλέπουμε τίς ἐλλείψεις καί τίς ἀδυναμίες μας καί νά ἀγωνιζόμαστε στό δρόμο τῆς ἀρετῆς».  

Ἄς μάθουμε ἀπό τούς Ἁγίους Πάντες νά ἀρέσουμε στόν Χριστό, μέ ὁποιοδήποτε τίμημα, ἀδιαφορώντας γιά τίς «προσφορές» ἤ τίς ἀπειλές τοῦ κόσμου, ποθώντας μιά θέση, ἐκεῖ κάτω ἀπό τό θυσιαστήριο τοῦ Οὐρανοῦ μαζί μέ ὅλους ἐκείνους, πού ἔδωσαν τήν μαρτυρία τους γιά τόν Χριστό, οἱ ὁποῖοι, ἄν καί μᾶς πρόλαβαν, μᾶς περιμένουν. (βλ. Ἑβρ. ια΄ 40) Ἀμήν.

TOP NEWS