Σύναξη των Πνευματικών και Εξομολόγων στην Καρδίτσα
Την Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2025 ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Τιμόθεος συγκάλεσε στο Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς μας Μητροπόλεως (Μ. Αλεξάνδρου 16-18), Σύναξη των Πνευματικών και Εξομολόγων. Κεντρικό θέμα της συνάντησης ήταν «Η διάκριση του πνευματικού πατέρα, όρια αγάπης και παιδαγωγικής στην επιβολή επιτιμίων». Στην ομιλία του, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης ανέπτυξε τη βαθιά σημασία και […]
Την Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2025 ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Τιμόθεος συγκάλεσε στο Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς μας Μητροπόλεως (Μ. Αλεξάνδρου 16-18), Σύναξη των Πνευματικών και Εξομολόγων. Κεντρικό θέμα της συνάντησης ήταν «Η διάκριση του πνευματικού πατέρα, όρια αγάπης και παιδαγωγικής στην επιβολή επιτιμίων».
Στην ομιλία του, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης ανέπτυξε τη βαθιά σημασία και τις προϋποθέσεις του Ιερού Μυστηρίου της Εξομολογήσεως, με ιδιαίτερη έμφαση στη διάκριση και τις ευθύνες του πνευματικού πατέρα, καθώς και στα όρια της αγάπης και της παιδαγωγικής στην επιβολή επιτιμίων.
Να σημειώσουμε ότι ο προγραμματισμένος ομιλητής, Πατήρ Βαρνάβας, δεν μπόρεσε να παρευρεθεί λόγω δυσκολιών στις μετακινήσεις. Ως εκ τούτου, ανέλαβε ο ίδιος να παρουσιάσει το θέμα, με στόχο την ανανέωση των σκέψεων και την αμοιβαία ωφέλεια από την ανταλλαγή εμπειριών.
Στην αρχή της ομιλίας τόνισε ότι η εξομολόγηση αποτελεί ιερό μυστήριο, βασισμένο στη διδασκαλία του Ιησού Χριστού, και ότι συχνά παρατηρείται σύγχυση όσον αφορά την εκκλησιολογική του ερμηνεία. Υπογράμμισε ότι για να διακονήσει κανείς σωστά το μυστήριο χρειάζονται τρία βασικά στοιχεία: βαθιά πίστη στον Χριστό και την Εκκλησία Του, γνώση των Ιερών Κανόνων και της Θεολογίας και πιστή τήρηση της εκκλησιαστικής παράδοσης.
Ο πνευματικός πατέρας είναι λειτουργός των Μυστηρίων, με την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες και να καθοδηγεί τον εξομολογούμενο με Χριστοκεντρική διάθεση. Η εξομολόγηση δεν περιορίζεται στην αναφορά αμαρτιών, αλλά περιλαμβάνει κατήχηση, διδασκαλία και παιδαγωγία της καρδιάς, ώστε ο εξομολογούμενος να απελευθερωθεί μέσα από τη γνωριμία του με τον Χριστό. Η φράση «Άφειενται αι αμαρτίες σου» εκφράζει την παροχή της χάριτος του Θεού μέσω του πνευματικού, απαλλάσσοντας τον άνθρωπο από την ενοχή και τις πνευματικές ποινές.
Στη συνέχεια ανέφερε ότι η διάκριση του πνευματικού πατέρα απαιτεί μαθητεία στο ίδιο το μυστήριο της εξομολογήσεως. Ο πνευματικός πρέπει να διδάξει τον εξομολογούμενο πώς να εξομολογείται σωστά, παραμένοντας ταυτόχρονα άνθρωπος με αδυναμίες, μιμούμενος τον Χριστό, ώστε να φανερωθεί ο Χριστός αισθητά στην καρδιά του ανθρώπου.
Η εκκλησιαστική ζωή αποτελεί μια οδοιπορία και προσκύνημα στην ψυχή του άλλου ανθρώπου. Η ανθρώπινη αδυναμία, αντί να αποτρέπει την ανάληψη ευθύνης, λειτουργεί ως μέσο ισορροπίας, καθιστώντας τον πνευματικό «ομοιοπαθή» και όχι εξουσιαστή. Η σωστή προσέγγιση και η οικοδόμηση σχέσης με τον εξομολογούμενο απαιτούν χρόνο, προσωπική επαφή και εμπειρία, όπως παραδειγματίζεται από τον Άγιο Παΐσιο. Η εξομολόγηση είναι διαδικασία που διαμορφώνει και τον ίδιο τον πνευματικό, απαιτώντας σιωπή, ησυχία, προσευχή και αυτομεταμόρφωση.
Στην ομιλία του ανέλυσε τον παιδαγωγικό και θεραπευτικό χαρακτήρα των επιτιμίων στην εξομολόγηση. Αναφέρθηκε σε διάφορα είδη, όπως προσευχή, εκκλησιασμό, ακρόαση κηρύγματος, μελέτη της Καινής Διαθήκης, ελεημοσύνη, σιωπή, νηστεία, προσκυνήματα, αποδημίες, το Ιερό Ευχέλαιο και τη Θεία Λειτουργία. Τόνισε ότι η εφαρμογή των επιτιμίων πρέπει να γίνεται με γνώση της θεολογίας, της διδασκαλίας της Εκκλησίας και των Πατέρων, ώστε να εξασφαλίζεται η πνευματική θεραπεία του αμαρτάνοντος.
Ανέφερε επίσης την έννοια της «ακρίβειας» και της «οικονομίας» των ιερών κανόνων, επισημαίνοντας ότι η Ορθόδοξη Παράδοση συνδυάζει αρμονικά τα δύο, με σκοπό τη σωτηρία του ανθρώπου. Παρουσίασε το ιστορικό πλαίσιο της ερμηνείας των κανόνων από τον ιερομόναχο Αγάπιο Λεονάρδο και τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, καθώς και τις παρερμηνείες των Δυτικών λόγω της νομικής τους νοοτροπίας. Υπογράμμισε ότι η διάκριση στην πνευματικότητα είναι προσωπική σχέση, προσέγγιση και γνωριμία, με στόχο την ωφέλεια τόσο του πνευματικού όσο και του εξομολογούμενου.
Ανέλυσε στην συνέχεια τον ρόλο του πνευματικού πατέρα σύμφωνα με τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, τονίζοντας ότι καλείται να εξετάζει τη φύση της αμαρτίας μέσα από ένα τρίπτυχο: αυτοθέαση, αυτοσυνειδησία και έκφραση του πιστού, ώστε να προσφέρει την κατάλληλη θεραπεία στην αρρώστια της αμαρτίας. Τόνισε ότι η αμαρτία είναι πολύμορφη και πολυδιάστατη, και ότι ο πνευματικός πρέπει να αναρωτηθεί «Γιατί η αρρώστια της αμαρτίας;» για να κατανοήσει την αιτία και τη φύση της.
Η αποτελεσματική εξομολόγηση προϋποθέτει την εξεταστική διάθεση του πιστού, την επιθυμία του να γίνει υγιής, να αντιληφθεί την πτώση του και να στραφεί προς τον Θεό. Ο πνευματικός καλείται να φέρει το «περιπλανώμενο πρόβατο» πίσω και να το γιατρέψει, λειτουργώντας ως καθοδηγητής και όχι ως τιμωρός.
Ολοκληρώνοντας, τόνισε ότι η εξομολόγηση στην Ανατολική Πατερική Παράδοση αποτελεί πράξη δοξολογίας. Ο πνευματικός καθοδηγεί τον εξομολογούμενο, αποκαλύπτοντας την αλήθεια της Εκκλησίας και οδηγώντας τον στην πνευματική ωρίμανση, ενώ η χάρη του Χριστού απαλλάσσει τον πιστό από τις ενοχές που δημιουργεί ο νόμος.
Τέλος, ο Σεπτός μας Ποιμενάρχης επισήμανε ότι ο ρόλος του πνευματικού πατέρα είναι να εθίζει τους πιστούς στην εκκλησιαστική εξομολόγηση, οδηγώντας τους από τον «οικισμό της μετανοίας» στον «εύληπτο προσανατολισμό μέσα στην εσχατολογική ζωή της Εκκλησίας», με σεβασμό στην παράδοση, τη διάκριση και την αγάπη που χαρακτηρίζουν την πνευματική καθοδήγηση.