Η ελευθερία του παιδιού και το κύρος του γονέα

  • Dogma
παιδάκια

«Ξέρουμε σήμερα πως για να βοηθήσουμε το παιδί στην ανάπτυξή του, πρέπει ταυτόχρονα να εξασφαλίσουμε αρκετή ελευθερία στις ενέργειές του, και να το κάνουμε να νιώσει κάποια ασφάλεια, που προκύπτει ιδίως από το κύρος και την επιρροή που ασκούμε επάνω του.« (*)

»Αντιπαραθέτουμε γενικά, εσφαλμένα όμως, την ελευθερία και την επιβολή σαν δύο αντίθετες μορφές αγωγής. Είναι απεναντίας δύο ανάγκες του παιδιού συμπληρωματικές. Οφείλουμε να αφήνουμε το παιδί ελεύθερο να κυκλοφορεί μέσα στο σπίτι, να τρέχει έξω, να προτιμάει ή να μην προτιμάει να παίζει με το ντόμινο, να τρώει καρότα ή να φοράει ένα κόκκινο πλεκτό, κάθε φορά που αυτό δεν είναι κακό μήτε γι’ αυτό μήτε για τους άλλους.»

Εφόσον δεν είναι κακό, και θέλει έτσι να κινηθεί ελεύθερα το παιδί, οφείλουμε να του το επιτρέπουμε.

«Χρέος έχουμε να σεβόμαστε την ηλικία, διαφορετική για το κάθε παιδί, που έχει την επιθυμία και τη δυνατότητα να περπατάει, να διαβάζει. Το παιδί όμως έχει ανάγκη να ασκεί την ελευθερία του στο πλαίσιο ορισμένων κανόνων· όχι ασυδοσία.»

Εμείς πρώτα δεν πρέπει να του το επιτρέπουμε αυτό, αλλά και το παιδί αισθάνεται την ανάγκη να μην κινείται μέσα σε ασυδοσία, αλλά να κινείται μέσα σε κανόνες, σε ορισμένους κανόνες.

«Τους περιμένει από μας σαν ένα κιγκλίδωμα στημένο για την ασφάλειά του, και έχει ανάγκη από τη δική μας εξουσία, για να μπορεί να τους τηρεί.»

Οι κανόνες αυτοί που θα βάλουμε στο παιδί είναι σαν κάγκελα μέσα στα οποία θα κινείται το παιδί.

«Έχει παρατηρηθεί πως την εξουσία αυτή το μικρό παιδί τη δοκιμάζει κατά φυσικό τρόπο, πως υποτάσσεται βαθύτατα σ’ αυτήν, και τούτο, ακόμη και όταν για μια στιγμή λέει “όχι” στο κάλεσμά μας.»

Όταν πούμε κάτι στο παιδί μέσα στους κανόνες που έχουμε βάλει, μπορεί να πει όχι, αλλά κατά βάθος το παιδί τελικά υπακούει και τους θέλει αυτούς τους κανόνες.

«Η τάση αυτή για εναντίωση είναι πολλές φορές μονάχα πείραγμα.»

Θέλει να κάνει ένα πείραγμα το παιδί.

«Ή, προπάντων, σε ορισμένες ηλικίες είναι μια απλή ανάγκη να εκφράσει την ανεξαρτησία του.»

Αυτό πρέπει πολύ να το προσέξουμε και στα μικρά παιδιά και στους μεγάλους. Κάθε άνθρωπος, που έρχεται σ’ αυτόν τον κόσμο, έχει ανάγκη –είναι από τον Θεό βαλμένο μέσα του– και όταν είναι ακόμη μικρό παιδί και όταν μεγαλώσει, να επιβεβαιώνει την ύπαρξή του. Ότι δηλαδή υπάρχει, ότι ζει, ότι δεν μπαίνει κανείς μέσα στα οικόπεδά του, ώστε να μπορεί έτσι να νιώθει ανεξαρτησία, ελευθερία, και να ζει αυτή τη βεβαιότητα ότι υπάρχει. Κάθε άνθρωπος έχει ανάγκη από αυτό. Ο Θεός, που το έβαλε μέσα μας, το σέβεται ιδιαίτερα αυτό. Ο άνθρωπος πρέπει πλήρως να υποταχθεί στον Θεό, αλλά να υποταχθεί όχι έτσι που σαν να σβήνει μέσα στον Θεό, αλλά έτσι που υπάρχει και βρίσκει τη ζωή του στον Θεό. Δεν αναμειγνύεται με τον Θεό ούτε εξαφανίζεται μέσα στον Θεό. Άπαξ και έλθει ένας άνθρωπος σ’ αυτόν τον κόσμο, έχει ανάγκη από αυτό, ακόμη και το παιδί που είναι στην κούνια του.

Όταν λοιπόν αυτά τα καμώματα που κάνει το παιδί, είτε για πείραγμα είτε διότι θέλει να επιβεβαιώσει την ανεξαρτησία του, εμείς δεν τα παίρνουμε, λέει, στα σοβαρά, τότε το κύρος μας μεγαλώνει. Αντίθετα, αν τα παίρνουμε στα σοβαρά αυτά και μπερδευόμαστε με τα καμώματα του παιδιού, πάει το κύρος μας.

«Πολλές φορές εμείς είμαστε εκείνοι που μηδενίζουμε το κύρος μας. Το χάνουμε, όταν απαγορεύουμε ή όταν διατάζουμε ακατάπαυστα και χωρίς ανάγκη, ορίζοντας χίλιες λεπτομέρειες στο φέρσιμο του παιδιού, φοβερίζοντας με χίλιες τιμωρίες, που δεν εκτελούμε.»

Εκείνος που έχει κύρος ή που θέλει να έχει κύρος, θα πει αυτό που έχει να πει, αλλά δεν θα επαναλαμβάνει κάθε τόσο: “Μα, γιατί δεν το έκανες; Κάν’ το”, και ξανά και πάλι. Δεν μπορεί να σταθεί έτσι το κύρος του γονέα.

Αναφέρει εδώ μερικά παραδείγματα. Λέει, π.χ., ο πατέρας ή η μητέρα: «Στάσου πιο ίσια. Μη χαζεύεις έτσι. Άσε ήσυχο το πιρούνι σου. Αν συνεχίσεις, θα σε χαστουκίσω». Πόσες φορές λένε τέτοια οι γονείς, και καμιά φορά την ώρα του φαγητού, ενώ ιδιαιτέρως την ώρα που τρώει ο άνθρωπος, δεν πρέπει να γίνονται τέτοιες συζητήσεις. Πόσο στοιχίζουν αυτά στα παιδιά! Αλλά και στον δρόμο, ακόμη και μέσα στο λεωφορείο, λένε τέτοια οι γονείς και δεν αφήνουν το παιδί ούτε να αναπνεύσει.

«Το χάνουμε το κύρος ακόμη, όταν θυμώνουμε, όταν παραπονιόμαστε, όταν συζητούμε πολλή ώρα. Το χάνουμε επίσης, όταν μαλώνουμε, όταν φωνάζουμε, όταν επικρίνουμε ο ένας τον άλλο μπροστά στο παιδί.»

Λέει, ας πούμε, ο πατέρας στη μητέρα ή η μητέρα στον πατέρα μπροστά στο παιδί: “Άφησε επιτέλους ήσυχο το παιδί. Δεν ξέρεις πώς να του φερθείς”.

«Χάνουμε το κύρος μας και όταν λογομαχούμε, όταν αλλάζουμε γνώμη.»

Λέει κανείς στο παιδί του: “Αυτή τη φορά μόνο σου το επιτρέπω”. Και ενώ λέει ότι αυτή τη φορά μόνο του το επιτρέπει, που δεν έπρεπε να πει έτσι, του επιτρέπει και δεύτερη και τρίτη. Πώς μπορεί να σταθεί έτσι το κύρος;

«Χάνουμε το κύρος, όταν είμαστε άδικοι, όταν δεν κρατούμε την υπόσχεσή μας, όταν λέμε κάτι όχι σωστό, όταν επικαλούμαστε την ηθική, για να επιτύχουμε κάτι που είναι σ’ εμάς ωφέλιμο: «Αν ξαναβρείς τα ματογυάλια μου, θα είσαι καλό αγοράκι.»

Ενώ όλο το βάρος πέφτει στο να βρεθούν τα ματογυάλια, και όχι να είναι καλό το αγοράκι, λέει στο παιδί: «…θα είσαι καλό αγοράκι». Πόσα τέτοια γίνονται κάθε μέρα! Καπηλεία δηλαδή της ηθικής για τη δική μας άνεση. Πώς μπορεί να σταθεί έτσι το κύρος των γονέων; Το παιδί βέβαια μπορεί να μην τα καταλαβαίνει διανοητικά, διαισθάνεται όμως ότι δεν στέκονται αυτά.

«Υπάρχουν και άλλοι πολλοί τρόποι, για να χάσουμε το κύρος μας, και αυτό είναι πάντοτε κάτι σοβαρό· πολύ πιο σοβαρό για το παιδί μας παρά για μας. Διαπιστώνουμε απεναντίας πως το κύρος μεγαλώνει με μια ήρεμη και σιωπηρή, υπομονετική και διαρκή σταθερότητα, που συνοδεύεται από εμπιστοσύνη και στοργή. Βρίσκεται πολύ περισσότερο στη στάση, στον τόνο της φωνής, παρά στις λέξεις τις ίδιες.»

Δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία τι λέξεις θα χρησιμοποιήσει κανείς για να πει στο παιδί ό,τι έχει να πει, όσο το τι στάση παίρνει εκείνη την ώρα, και ποιος είναι ο τόνος της φωνής.

«Και ας θυμούμαστε τούτο το βασικό σημείο: το παιδί πρέπει να νιώθει πως ασκούμε την εξουσία μας για το καλό του και όχι για τη δική μας άνεση.»

Βέβαια, υπάρχουν πολλοί πατέρες, πολλές μητέρες που λένε: “Παιδί μου, για το καλό σου τα κάνω όλα αυτά”. Ναι, για το καλό του, αλλά το παιδί καταλαβαίνει ότι στο βάθος ενεργεί έτσι η μητέρα, ενεργεί έτσι ο πατέρας, γιατί αλλιώς χαλάει η άνεσή τους.

 

(*) Τα εντός εισαγωγικών αποσπάσματα που χρησιμοποιεί ο π. Συμεών προέρχονται από άρθρο στο βιβλίο “Οι καθημερινές δυσκολίες της αγωγής” της Σχολής γονέων και παιδαγωγών στο Παρίσι, εκδ. Δίπτυχο, Αθήνα 1965, σελ. 34.

 

Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Γονείς και παιδιά”, τόμος Α’, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2004, σελ. 122.

 

 

TOP NEWS