Καισαριανής Δανιήλ: Εκκλησία (Μέρος Α΄)

  • Δόγμα

Του Μητροπολίτου Βύρωνος, Καισαριανής και Υμηττού κ. Δανιήλ

Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ-Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ

       Αν πολλοί σύγχρονοί μας, όταν αναφέρονται στην Εκκλησία αναφέρονται στον ανθρώπινο χαρακτήρα της, στην ανθρώπινη διάσταση και όψη της, ότι είναι μια παγκόσμιος κοινωνία προσώπων με καλή οργάνωση, δομή και συγκρότηση, ενωμένων μεταξύ τους με κοινή πίστη και κοινή λατρεία, η Αγία Γραφή, όμως, όταν απευθύνεται στην πίστη μας, την χαρακτηρίζει ως μυστήριο κρυμμένο άλλοτε στο Θεό, το οποίο όμως εφανερώθη και ως ένα σημείο επραγματοποιήθη (Εφεσίους α΄ 9 και εξής και Ρωμαίους ιστ΄ 25 και εξής) “επ’ εσχάτου των ημερών τούτων ” (Εβραίους α΄ 2) .

Είναι το μυστήριο ενός λαού αμαρτωλού ακόμη, ο οποίος όμως κατέχει την εγγύηση της σωτηρίας διά του Αναστάντος Κυρίου Ιησού Χριστού. Ο πιστός λαός είναι η προέκταση στον τόπο και στον χρόνο του σώματος του Ιησού Χριστού, η εστία της αγάπης.

Είναι το μυστήριο ενός θεανθρώπινου θεσμού, στον οποίο ο άνθρωπος μπορεί να βρει το φως, την άφεση, την χάρι “εις έπαινον της δόξης της χάριτος αυτού” (Εφεσίους α΄ 14).

  1. Πρεοτοιμασία της Εκκλησίας.

Ο Θεός με μεγάλη σοφία προετοίμαζε την σύναξη των διασκορπισμένων παιδιών Του.

Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης αυτή την διάσταση δίδει στην θυσία, στον σταυρικό θάνατο του Ιησού Χριστού: “Καιάφας, αρχιερεύς ων του ενιαυτού εκείνου…προεφήτευσεν, ότι έμελλεν ο Ιησούς

αποθνήσκειν υπέρ του έθνους, και ουχ υπέρ του έθνους μόνον, αλλ’ ίνα και τα τέκνα του Θεού τα διεσκορπισμένασυναγάγη” (ια΄ 49,51-52).

Η Εκκλησία είναι η κοινότητα των ανθρώπων, οι οποίοι έχουν το προνόμιο της εν Χριστώ σωτηρίας. “Ο δε Κύριος προσετίθει τους σωζομένους καθ’ημέραν τη Εκκλησία” (Πράξεις β΄ 47).

Η θεία οικονομία της σωτηρίας, αν και αποκορυφώνεται μέσα στην κοινότητα αυτή, είχε συλληφθεί “προ καταβολής κόσμου” κατά τον Απόστολο Παύλο, ο οποίος αναφέρεται στο θέμα αυτό στο προοίμιο της προς Εφεσίους επιστολής του. “Ευλογημένος να είναι ο Θεός, ο Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που μας δώρισε μέσω του Χριστού πλούσιες τις ευλογίες του, πνευματικές και ουράνιες. Μας διάλεξε πριν θεμελιώσει τον κόσμο, να γίνουμε δικοί του διά του Χριστού, αψεγάδιαστοι  στην τελική του κρίση. Μας προόρισε με την αγάπη του να γίνουμε παιδιά του διά του Ιησού Χριστού, σύμφωνα με το καλόβουλο για μας θέλημά Του, ώστε να τον υμνούμε για την πλούσια χάρη του, που μας δώρισε διά του αγαπημένου του Υιού. Μας λύτρωσε με το αίμα του Χριστού, συγχώρησε τις αμαρτίες μας με την πλούσια χάρη που μας τη σκόρπισε περίσσια, μαζί με κάθε λογής φρόνηση και γνώση. Μας έκανε γνωστό το μυστήριο του θελήματός Του, που με αγαθότητα προσχεδίασε να πραγματοποιήσει με το έργο του Χριστού στην καθορισμένη στιγμή, δηλαδή να ενώσει όλα, ουράνια και επίγεια, στο πρόσωπο Χριστού. Διά του Χριστού αποκτήσαμε μερίδιο στην κληρονομιά του Θεού, γιατί αυτό ήταν απαρχής το σχέδιό Του, σύμφωνα με το οποίο πραγματοποίησε το θέλημά Του. Για να είμαστε εκείνοι που υμνούμε τη δόξα του Θεού, εμείς που από πριν στηρίξαμε την ελπίδα μας στο Χριστό.  Έτσι κι εσείς ακούσατε το λόγο της αλήθειας, το χαρμόσυνο μήνυμα που σας φέρνει τη σωτηρία. Κι αφού πιστέψατε στο Χριστό, σας σφράγισε ο Θεός με το Άγιο Πνεύμα που είχε υποσχεθεί” (Εφεσίους α΄ 3-13).

Η Εκκλησία, κατά την θεόπνευστη Αγία Γραφή, είχε αρχίσει να σκιαγραφείται μεταξύ των ανθρώπων ήδη από τον καιρό του Αβραάμ και ακόμη παλαιότερα, από τη δημιουργία του Αδάμ.

Από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας και της ζωής του ο άνθρωπος καλείται να αποτελέσει κοινωνία και να πολλαπλασιασθεί, ζώντας με οικειότητα και σε κοινωνία με τον Θεό Πατέρα του.

Αλλά η αμαρτία εστάθη εμπόδιο στο θεϊκό σχέδιο. Ο Αδάμ, αντί να μείνει η κεφαλή ενός συνηγμένου λαού για να ζήσει με τον Θεό, έγινε πατέρας μιας ανθρωπότητος διηρημένης από το μίσος, διασκορπισμένης από την υπερηφάνεια, η οποία αποφεύγει τον Δημιουργό της.

Εχρειάζετο, λοιπόν, ένας δεύτερος Αδάμ, ο οποίος θα ανακαινίαζε μια νέα δημιουργία, εις την οποία η ζωή φιλίας με τον Θεό θα απεκαθίστατο, η ανθρωπότητα θα επανεύρισκε την ενότητα της και τα μέλη της θα συμφιλιώντουσαν μεταξύ τους και με τον Δημιουργό Θεό Πατέρα.

Έτσι, ο Θεός προετοίμασε, στην περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης με τους προπάτορες και δικαίους, την Εκκλησία για να πραγματοποιήσει τον σκοπό της δημιουργίας του κόσμου.

  1. Ίδρυση και θεμελίωση της Εκκλησίας

Ο Ιησούς Χριστός αποκαλύπτει με την διδασκαλία Του και θεμελιώνει με το έργο Του,  κυρίως με τον θάνατό Του, την ανάστασή Του, την ανάληψή Του και την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος την Εκκλησία.

Η Εκκλησία έρχεται στο φως κατά το Πάσχα του Χριστού, όταν Αυτός “μεταβαίνει” από τον κόσμο τούτο στον Πατέρα Του (Ιωάννου ζ΄ 1). Με τον Ιησού Χριστό, ο οποίος έχει ελευθερωθεί από τον θάνατο κι έχει γίνει “πνεύμα ζωοποιούν” (Ιωάννου στ΄ 23), εμφανίζεται μια καινούρια ανθρωπότητα μια νέα δημιουργία (Β΄ Κορινθίους γ΄ 6).

Οι Πατέρες παρομοίασαν την Εκκλησία με την Εύα. Όπως η πρώτη, η προμήτωρ Εύα, επλάσθη από την πλευρά του αποκοιμισμένου Αδάμ, έτσι και η Εκκλησία, ως νέα Εύα, εγεννήθη από την πλευρά του Ιησού Χριστού κατά τον ύπνο του θανάτου Του.

Το σώμα όμως της Εκκλησίας, δηλαδή οι πιστοί, είναι ζωντανό μόνο αν είναι σώμα του αναστημένου Χριστού, ο οποίος χορηγεί το Πνεύμα. Αυτή η χορηγία άρχισε την ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου, όταν “ενεφύσησε” (Ιωάννου κ΄ 21) το αναδημιουργό Πνεύμα πάνω στους μαθητές, οι οποίοι εξελέγησαν από τον Ίδιο (Ιωάννου ιε΄ 16) και οι οποίοι θα αποτελέσουν τους ηγέτες και αρχηγούς του νέου λαού του Θεού.

  1. Είσοδος και παραμονή του ανθρώπου στην Εκκλησία.

Μετά την Πεντηκοστή η Εκκλησία αυξάνεται με ταχύ ρυθμό. Η είσοδος σ’ αυτή γίνεται πρώτον με την αποδοχή του λόγου των Αποστόλων, που γεννά την πίστη στον αναστημένο Ιησού, Κύριο και Χριστό, Αρχηγό και Σωτήρα και δεύτερον με το βάπτισμα του ύδατος και την εν συνεχεία αυτού χειροθεσία, με την οποία χορηγείται το Άγιο Πνεύμα και τα χαρίσματά Του.

Παραμένει κάποιος ζωντανό μέλος της Εκκλησίας, κατά τον ευαγγελιστή Λουκά, όταν πληροί τις προϋποθέσεις  μιας τετραπλής πιστότητος, όπως γράφει στις Πράξεις των Αποστόλων: “Ήσαν δε προσκαρτερούντες τη διδαχή των αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταίςπροσευχαίς ” (Πράξεις β΄ 42). Ήτοι:

α) στην διδασκαλία των Αποστόλων, η οποία στερεώνει και εμβαθύνει την πρώτη πίστη, την γεννημένη από την διακήρυξη του μηνύματος της σωτηρίας˙

β)  στην κοινωνία των αδελφών˙

γ) στην κλάση του άρτου, συμμετέχει στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας˙

δ)  στις κοινές προσευχές˙

Κυρίως στη διάρκεια της κλάσεως του άρτου, δηλαδή του ευχαριστιακού δείπνου, σφυρηλατείται η “ομόθυμος προσκαρτέρησις” (Πράξεων α΄ 14), γίνεται εμπειρία η παρουσία του αναστημένου Χριστού, η θυσία Του “καταγγέλλεται” και διατηρείται η προσδοκία της επιστροφής Του “άχρις ου αν έλθη” (Α΄ Κορινθίους ια΄ 26).

TOP NEWS